Και συμπερασματικώς,
«θα επιστρέψουμε, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει όλοι να επιδείξουμε μεγαλύτερη υπευθυνότητα όταν συμβεί αυτό».
Επικαλούμενος εξάλλου τους πλέον πρόσφατους δείκτες, αυτοί «επιβεβαιώνουν ότι το ελληνικό παράδειγμα είναι ίσως το καλύτερο στην Ευρώπη», η χώρα μας είναι στις τελευταίες θέσεις και «από την άποψη του πιο σκληρού δείκτη, αυτού των θανάτων ανά εκατομμύριο πολιτών, είμαστε στην τελευταία θέση. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι είναι μια πολύ δύσκολη άσκηση, έχουμε δυστυχώς το μειονέκτημα ότι έχουμε πέσει σχετικώς έξω στο βασικό μας προγραμματισμό σε ό,τι αφορά τα εμβόλια και τούτο γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει προμηθευτεί τον αριθμό εμβολίων τον οποίον περιμέναμε εξ αρχής. Άρα, πηγαίνει σχετικώς πιο πίσω το project αυτό», παρατήρησε για το θέμα, με την πρόσθετη επισήμανση, «με τον προγραμματισμό που έχουμε, εκτιμούμε ότι ένας ικανός δείκτης ανοσίας θα έχει δημιουργηθεί μέχρι το καλοκαίρι, αν έχουμε μια φυσιολογική ροή στην προμήθεια των εμβολίων».
Όμως, ο υπουργός Επικρατείας ζήτησε να δούμε και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του εμβολιασμού, το γεγονός δηλαδή ότι εμβολιάζονται εκείνοι από τους συμπολίτες μας που είναι οι πιο ευπαθείς στον ιό, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία και όσοι έχουν υποκείμενα νοσήματα. «Είμαστε αισιόδοξοι, δίνουμε μάχη με το χρόνο, ελπίζουμε ότι μέχρι το καλοκαίρι θα έχει δημιουργηθεί σημαντικό τείχος ανοσίας, χρειάζεται υπομονή για ακόμη 1-2 μήνες και πάνω από όλα κοινωνική ευαισθητοποίηση να δείξουμε αντοχή για λίγο διάστημα ακόμη».
Αναφορικά με τις κλίνες Μονάδας Εντατικής Θεραπείας, αφού θύμισε ότι «έχουμε σχεδόν τριπλασιάσει τον αριθμό των ΜΕΘ που είχαμε, ξεκινήσαμε σε αυτήν την περιπέτεια με περίπου 550 ΜΕΘ και σήμερα έχουμε φθάσει σχεδόν τις 1.400», ταυτόχρονα αναγνώρισε ότι «ναι, πιέζεται πολύ το υγειονομικό σύστημα», όμως «εξακολουθούμε να έχουμε δυνατότητες να μπορέσουμε να το ενισχύσουμε».
Σε ένα άλλο θέμα της επικαιρότητας, αυτό της απεργίας πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, τόνισε ότι «η κυβέρνηση έχει τηρήσει απαρέγκλιτα το νόμο, αυτό που ζητά ο κατάδικος κ. Κουφοντίνας είναι μια προτιμησιακή μεταχείριση απέναντι στο νόμο». Ζητά, με άλλα λόγια, «να μην εφαρμοσθεί ο νόμος», ο οποίος ρητά προβλέπει ότι εκείνοι οι οποίοι είναι καταδικασμένοι για βαριά αδικήματα να μην βρίσκονται σε καταστήματα όπως αυτό του Κορυδαλλού, και «για το λόγο αυτό δεν είναι δυνατόν να μεταχθεί εκεί. Αυτό που επικαλείται ο ίδιος και όσοι βρίσκονται στο πλευρό αυτής της επίκλησης, είναι μια λογική επιείκειας, να δείξουμε επιείκεια έτσι ώστε να σωθεί μια ανθρώπινη ζωή».
Όμως, αντέτεινε ο υπουργός, «είναι επιλογή του ιδίου (σ.σ. του Δ. Κουφοντίνα) να είναι σε καθεστώς απεργίας πείνας (…) σε καμία έννομη τάξη του πολιτισμένου κόσμου δεν υπάρχει δικαίωμα κρατουμένου να επιλέγει τον τόπο της κράτησής του. Ζητεί την επιείκεια της Πολιτείας, την οποία ο ίδιος έχει πληγώσει βάναυσα, όχι μόνο από τις δολοφονίες των πολιτών αλλά και εκ του γεγονότος ότι δεν έχει επιδείξει καμία μεταμέλεια», ανέφερε ο Γ. Γεραπετρίτης με την ταυτόχρονη επισήμανση, «η Ελλάδα έχει μια συντεταγμένη έννομη τάξη, παρέχει σε όλους τους πολίτες –ακόμη και σε εκείνους που έχουν καταδικαστεί για βαριά αδικήματα όσα η έννομη τάξη προβλέπει και ιδίως τη δυνατότητα για μια αποτελεσματική προσφυγή στη δικαιοσύνη».
Και διεμήνυσε, «εάν ο κ. Κουφοντίνας θεωρεί ότι αδικείται, βεβαίως μπορεί να προσφύγει, και εάν υπάρξει μια θετική απόφαση για τον ίδιο, η Ελλάδα είναι η χώρα που σέβεται και συμμορφώνεται στις δικαστικές αποφάσεις –αυτό θα πράξει και τώρα. Δεν το έχει πράξει ως σήμερα, επιλέγει με τον τρόπο αυτό να εκβιάσει την ελληνική Πολιτεία έτσι ώστε να ικανοποιήσει το αίτημά του. Καταλαβαίνουμε τι ασκό του Αιόλου ανοίγουμε εάν η συντεταγμένη Πολιτεία υπαναχωρεί σε αιτήματα που εκφράζονται με τον εκβιαστικό αυτό τρόπο…», ανέφερε εμφατικά.
Σχολιάζοντας δε, αιτιάσεις που θέλουν την κυβέρνηση να επιθυμεί το θάνατο του απεργού, απάντησε ότι «εκείνος ο οποίος θέλει νεκρό, δεν μπορεί να είναι εκείνος που εφαρμόζει το Δίκαιο. Εμείς όχι μόνο δεν θέλουμε νεκρό τον κ. Κουφοντίνα, αλλά έχουμε κινητοποιήσει κάθε δυνατό μέσο για να διασφαλίσουμε την υγεία του».
Και απαντώντας απευθυνόμενος στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ειδικότερα, εξέφρασε την έκπληξή του ότι «αντί ο κ. Τσίπρας να ζητεί από τον ίδιο τον κ. Κουφοντίνα να σταματήσει την απεργία πείνας διασφαλίζοντας την υγεία και τη ζωή του, ζητεί από την Πολιτεία να ικανοποιήσει το αίτημά του. Εκείνος που θέλει τον Κουφοντίνα νεκρό δεν μπορεί να είναι εκείνος που πράττει τα πάντα για να τον κρατήσει ζωντανό, αλλά είναι αυτός που δεν ζητεί να σταματήσει την απεργία πείνας».
Κληθείς να σχολιάσει την παραίτηση Ταραντίλη και κατά πόσο συνδέεται με την υπόθεση Λιγνάδη, δήλωσε πως ο τέως κυβερνητικός εκπρόσωπος είναι «καταξιωμένος ακαδημαϊκός και πολύ ικανός άνθρωπος και φίλος, βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας, έχει ένα οικογενειακό πρόβλημα που δεν του επιτρέπει να ασκεί με αφοσίωση τα καθήκοντά του. Ο ίδιος δήλωσε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο δεν συνδέεται με οποιαδήποτε πολιτική επιλογή, είναι αμιγώς προσωπικό και οικογενειακό, και ζήτησε από όλους να το σεβαστούν». Και, εν κατακλείδι, κάλεσε όλους «να επιδείξουν τον ανάλογο σεβασμό όταν πρόκειται για τέτοιου τύπου ζητήματα και να μην προσπαθούν να κάνουν κομματική εκμετάλλευση».
Σε ό,τι αφορά την υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη, επανέλαβε ότι πέντε ώρες μετά την πρώτη συνέντευξη που φωτογράφιζε, χωρίς να αναφέρεται ονομαστικά, τον κ. Λιγνάδη, εκείνος παραιτείται, ενώ υπήρξε παρέμβαση της υπουργού Πολιτισμού προς την κατεύθυνση αυτή που επίσπευσε την παραίτηση. «Δυσκολεύομαι να καταλάβω με ποιον τρόπο λογίζεται αυτό ως καθυστέρηση (…) δεν υπήρχε φάκελος να σταλεί στην Εισαγγελία γιατί δεν υπήρχε ακόμη επώνυμη καταγγελία. Όταν προέκυψαν επώνυμες καταγγελίες, η κ. Μενδώνη ζήτησε την πλήρη διαλεύκανση όλων των υποθέσεων που αφορούν τον καλλιτεχνικό χώρο θέτοντας το Υπουργείο Πολιτισμού στη διάθεση της οποιασδήποτε έρευνας. Άρα, όχι μόνο δεν υπήρξε καμία συγκάλυψη, αλλά υπήρξε πλήρης αποκάλυψη του θέματος». Και πρόσθεσε: «εκείνοι οι οποίοι διατείνονται ότι γνώριζαν, έχουν βαρύτατη ευθύνη. Όλα αυτά τα χρόνια υπήρχε συγκάλυψη, η αποκάλυψη έρχεται επί της παρούσας κυβέρνησης, η σύλληψη έρχεται επί της παρούσας κυβέρνησης και η δίκη θα γίνει επί της παρούσας κυβέρνησης», ανέφερε με έμφαση.
Ενώ αναφέρθηκε και στις νομικές προβλέψεις: «Ο Ποινικός Κώδικας τον οποίον έφερε λίγες ημέρες πριν τις εκλογές του 2019 η προηγούμενη κυβέρνηση, κατέστησε ηπιότερο το πλαίσιο για αυτού του τύπου τα εγκλήματα και σε ό,τι αφορά τις ποινές και σε ό,τι αφορά την παραγραφή. Αμέσως με την ανάληψη της νέας διακυβέρνησης υπήρξε μια σύμμετρη αυστηροποίηση, π.χ. ο ομαδικός βιασμός κατέστη έγκλημα το οποίο τιμωρείται ως ισόβια, κάτι που δεν προβλεπόταν, επίσης είχαμε ως ελάχιστο όριο ποινής τα 10 έτη για την περίπτωση του βιασμού που επίσης δεν προβλεπόταν».
Ανακοίνωσε δε, ότι «τη στιγμή αυτή βρισκόμαστε σε μελέτη συνολικά του πλαισίου για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας, πολύ σύντομα θα φέρουμε στη Βουλή τις τροποποιήσεις που θα συνιστούν αυστηροποίηση του υφιστάμενου πλαισίου».
Κλείνοντας με τα ελληνοτουρκικά, διεμήνυσε ότι «αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε μια τεράστια θέση ισχύος, που δεν την είχαμε ποτέ στη Μεταπολίτευση», ενώ θυμίζοντας εξάλλου τα γεγονότα του Έβρου διαβεβαίωσε ότι «οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι σε θέση να υποστηρίξουν αποτελεσματικά τα κυριαρχικά μας συμφέροντα, όπου και με όποιο τρόπο χρειαστεί».
Και ο Γ. Γεραπετρίτης πρόσθεσε, «αυτονοήτως δεν πρόκειται εμείς να προκαλέσουμε την οποιαδήποτε πολεμική σύρραξη ή θερμό επεισόδιο ή την ένταση στην περιοχή, από την άλλη πλευρά δεν είμαστε και διατεθειμένοι να ανεχθούμε το ο,τιδήποτε (…) Εγώ είμαι της άποψης ότι βεβαίως και πάντα θα πρέπει να υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας έτσι ώστε να αποσυμπιέζονται οι εντάσεις», αλλά «θα πρέπει και η Τουρκία να επιδείξει ανάλογη συμπεριφορά για να υπάρξει εποικοδομητικός διάλογος. Διαφορετικά σε αυτή τη σκακιέρα η Ελλάδα έχει πολύ περισσότερα ‘όπλα’, τα οποία ανάγονται στις διεθνείς συμμαχίες της και ιδίως στη συμμετοχή της στην Ε.Ε.».