Για την τραγωδία στα Τέμπη, τον Ανδρέα Παπανδρέου, την εξωτερική πολιτική από το 1974 μέχρι σήμερα, τις χαμένες ευκαιρίες του παρελθόντος, αλλά και τις προκλήσεις της επόμενης ημέρας για τη χώρα μίλησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συζήτηση με τον διευθυντή της Καθημερινής, Αλέξη Παπαχελά και τον καθηγητή Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας του ΕΚΠΑ και διευθυντή του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, Κώστα Κωστή στο πλαίσιο του συνεδρίου «Μεταπολίτευση: 50 χρόνια μετά» που ξεκίνησε σήμερα τις εργασίες του.
«Εχουμε μία ισχυρή δημοκρατία, με ισχυρά θεσμικά αντίβαρα. Το πολιτικό σύστημα έτσι όπως έχει διαμορφωθεί θεωρώ ότι δεν είναι η γενεσιουργός αιτία των προβλημάτων της χώρας. Σε έναν απολογισμό 50ετίας δεν θα εστίαζα στις πιθανές αδυναμίες του κοινοβουλευτικού συστήματος για να αναδείξω τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα. Σε αυτή την περίοδο η χώρα μας προόδευσε ως προς την ισχυροποίηση των θεσμών μέσα από μία σειρά συνταγματικών παρεμβάσεων και σίγουρα έχει την καλύτερη δημοκρατία από συστάσεως ελληνικού κράτους», είπε χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι «τα προβλήματα που πρέπει να αναδείξουμε είναι κυρίως στην οικονομική μας αδυναμία να εκμεταλλευτούμε σημαντικές ευκαιρίες προόδου, όπως η ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Κάνοντας συνολικό απολογισμό της οικονομικής πορείας της χώρας, συγκρίνοντάς τη με αντίστοιχες άλλων χωρών, διαπιστώνουμε πως η πρόοδός μας δεν ήταν επιθυμητή».
Η απόφαση το 1993 να μην ασχοληθεί με την πολιτική
Σε άλλο σημείο, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε πως «το 1993 όταν ο πατέρας μου έχασε τις εκλογές, τότε πήρα την προσωπική απόφαση να μην ασχοληθώ με την πολιτική και πέρασα δέκα χρόνια στον ιδιωτικό τομέα μέχρι να αποφασίσω τελικά να πολιτευθώ».
«Ηταν πλεονέκτημα, γιατί μου επέτρεψε για δέκα χρόνια να παρακολουθώ την Ελλάδα από το εξωτερικό και για ακόμα δέκα χρόνια να μην ασχολούμαι με την ενεργή πολιτική και να βιώνω τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της εθνικής οικονομίας μέσα από την ενασχόλησή μου με τον ιδιωτικό τομέα», πρόσθεσε.
«Ο Ανδρέας Παπανδρέου καλλιέργησε τον πρώιμο λαϊκισμό»
Αναφερόμενος στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι «ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποκατέστησε τη δημοκρατία και έβαλε την Ελλάδα στην Ευρώπη. Αυτή και μόνο η παρακαταθήκη τον καθιστά κατά την άποψή μου τον σημαντικότερο πολιτικό της Μεταπολίτευσης».
«Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν μία πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα, χαρισματική αναντίρρητα, εξέφραζε τις προσδοκίες αυτών που αποκαλούσε μη προνομιούχους εκείνη την εποχή. Κατά την άποψή μου όμως ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το γεγονός πως η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας επιδεινώθηκε σημαντικά τη δεκαετία του 1980. Και βέβαια πιστεύω ότι ευθύνεται και για το γεγονός ότι καλλιέργησε μια νοοτροπία που έδινε πολύ μεγαλύτερη έμφαση στα δικαιώματα και όχι στις υποχρεώσεις», είπε και πρόσθεσε:
«Αυτή η βασική ανισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αποτελεί μία ατέλεια του πολιτικού μας συστήματος. Για αυτήν ευθύνεται, πιστεύω, σε μεγάλο βαθμό ο πρώιμος λαϊκισμός τον οποίο καλλιέργησε. Σε επίπεδο κοινωνικών πολιτικών –οικογενειακό δίκαιο– αλλά και σε ζητήματα όπως η εγκαθίδρυση του ΕΣΥ, η παρακαταθήκη του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν αναντίρρητα σημαντική».
«Επικράτησε ο ρεαλισμός στην εξωτερική πολιτική»
Ο κ. Μητσοτάκης έκρινε ότι «συνολικά η εξωτερική πολιτική της χώρας από το 1974 και μετά, με κάποιες διακυμάνσεις επέδειξε μία βασική συνέπεια και συνέχεια και όταν κληθήκαμε να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις, επικράτησε ο ρεαλισμός έναντι του λαϊκισμού».
«Και ο Ανδρέας Παπανδρέου εκλέχθηκε με το σύνθημα “Εξω οι βάσεις του θανάτου” και τελικά κράτησε τις βάσεις κάνοντας μία πολύ έξυπνη “πιρουέτα”. Μέχρι και το 2015, όταν φτάσαμε στα πρόθυρα της απόλυτης καταστροφής και ο Αλέξης Τσίπρας έκανε την περιβόητη “κωλοτούμπα” και η Ελλάδα κρατήθηκε στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Επομένως, συνολικά ο ρεαλισμός και η προσήλωση στον δυτικό προσανατολισμό της χώρας τελικά επικράτησε», σημείωσε.
Το κεφάλαιο των ελληνοτουρκικών
Αναφερόμενος στις σχέσεις με την Αγκυρα, ο πρωθυπουργός είπε ότι «καμία κυβέρνηση δεν μπόρεσε να λύσει τη βασική μας διαφορά, τη διευθέτηση των θαλασσίων ζωνών, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με την Τουρκία».
«Η κυβερνησιμότητα δηλαδή, αυτή από μόνη της, η αναμέτρηση με την ευθύνη της εξουσίας και της διαχείρισης σημαντικών εθνικών θεμάτων, υποχρέωσε τους κυβερνώντες να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα με μία μεγάλη δόση ρεαλισμού. Η Τουρκία, πιεσμένη ενδεχομένως και από κινήσεις που μπορεί και εμείς να έχουμε κάνει, έχει “προσαρμόσει” την επιθετικότητά της, σε τέτοιο βαθμό που να μην έχουμε καθόλου εναέριες παραβιάσεις», πρόσθεσε.
«Θα συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις με τον ίδιο ρυθμό»
Ο πρωθυπουργός δήλωσε επίσης σε άλλο σημείο ότι «στη δεύτερη τετραετία δεν εκπλήσσουμε κανέναν, όταν κάνουμε αυτό που είχαμε πει: ότι θέλουμε να υλοποιήσουμε πολλές μεταρρυθμίσεις, ειδικά στην αρχή της τετραετίας».
«H παράμετρος των ευρωεκλογών ουδέποτε προσδιόρισε τον χρονισμό υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων. Θα συνεχίσουμε με τον ίδιο ρυθμό», σημείωσε ο πρωθυπουργός, τονίζοντας πως πρέπει να δοθεί βάρος στις χαμένες ευκαιρίες της Μεταπολίτευσης. Τα άλματα πρέπει να γίνουν. Είκοσι χρόνια μετά ακόμα συζητάμε για τα μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια. Θα γίνουν τώρα. Πού είναι τελικά το περιβόητο πολιτικό κόστος; Απέδειξε η κοινωνία ότι είναι πολύ πιο έτοιμη για μεγάλες αλλαγές, για τις οποίες κάποιοι πίστευαν ότι ήταν πολύ δύσκολο να υλοποιηθούν».
«Στα Τέμπη συγκρούστηκαν ανθρώπινα λάθη με χρόνιες παθογένειες»
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην πολύνεκρη τραγωδία στα Τέμπη πριν από ένα χρόνο, λέγοντας ότι «εκεί συσσωρεύθηκε η κακή πλευρά του τρόπου λειτουργίας του κράτους».
«Τις απαντήσεις μπορεί να τις δώσει μόνο η δικαιοσύνη. Μην έχουμε αυταπάτες για αυτό, από τη στιγμή που το ζήτημα μπαίνει στη μυλόπετρα της κομματικής αντιπαράθεσης. Πολύ μεγάλη σημασία έχει, έστω και αν πάρει η δικαιοσύνη λίγο παραπάνω χρόνο, να απαντηθούν και όλες οι φήμες που μπορεί να κυκλοφορούν σήμερα. Γιατί αυτές οι φήμες μπορεί να είναι και τοξικές, διαβρωτικές».
Ο κ. Μητσοτάκης παραδέχτηκε ότι «οι σιδηρόδρομοι ήταν το πιο προβληματικό κομμάτι των ελληνικών, δημόσιων οργανισμών» και εκτίμησε ότι «στα Τέμπη συγκρούστηκαν ανθρώπινα λάθη με χρόνιες παθογένειες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης».
«Σκύβουμε το κεφάλι με σεβασμό απέναντι στον πόνο ανθρώπων που δεν ξαναείδαν ποτέ τα παιδιά τους. Η κομματική εργαλειοποίηση αυτής της τραγωδίας είναι εξοργιστική. Είχαμε κι άλλες τραγωδίες στο παρελθόν. Με νεκρούς, με ευθύνες του κρατικού μηχανισμού. Δεν διανοήθηκα ποτέ να τις εργαλειοποίησω για οποιαδήποτε πρόσκαιρα κομματικά οφέλη», πρόσθεσε.
Η αναφορά στο κράτος δικαίου και την ελευθερία του Τύπου
Ο κ. Μητσοτάκης ισχυρίστηκε πως «είμαι ο πρώτος που έχει αναγνωρίσει λάθη που έχουν γίνει και έχουμε προσπαθήσει να τα διορθώσουμε. Με νομοθετικές παρεμβάσεις που διόρθωναν αδυναμίες».
«Το να παρουσιάζεται μία Ελλάδα η οποία περίπου προσομοιάζει με άλλα αυταρχικά καθεστώτα είναι αστείο, άδικο, προσβλητικό για τη χώρα και δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην πραγματικότητα. Ο τελικός κριτής του κράτους δικαίου, σύμφωνα με τους κανόνες της ευρωπαϊκής οικογένειας στην οποία συμμετέχουμε, είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή γιατί είναι πιο αποπολιτικοποιημένη από το Ευρωκοινοβούλιο», τόνισε ο πρωθυπουργός.
Αναφερόμενος στην ελευθερία του Τύπου, ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι η Ελλάδα «είναι μία χώρα που ο καθένας μπορεί να γράψει ό,τι θέλει, όπου θέλει, όπως θέλει και αν υπάρχει ένα ζήτημα είναι μάλλον η άμυνα αυτού που μπορεί να θίγεται από τα δημοσιεύματα».
«Αφήνω στην άκρη όλη αυτή τη συζήτηση περί SLAPP που την καταλαβαίνω και την κατανοώ. Υπάρχουν εφημερίδες σήμερα στην Ελλάδα που δεν θα τυπωνόντουσαν σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα», πρόσθεσε.
«Ευκαιρία η πολιτική μας ισχύς»
Για το πολιτικό σκηνικό της χώρας ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι «η αντιπολίτευση δεν μπορεί να τακτοποιήσει τα του οίκου της αλλά δεν είναι δικό μου πρόβλημα αυτό».
«Ομως ταυτόχρονα είναι μια ευκαιρία. Από τη στιγμή που είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις, η πολιτική μας ισχύς μας δίνει τη νομιμοποίηση να το κάνουμε. Για αυτό θα ήμασταν ασυγχώρητοι αν δεν το κάναμε. Είναι μία ευκαιρία να προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις για τις οποίες έχουμε λάβει νομιμοποίηση. Τίποτα από όσα έχουμε κάνει δεν είναι έξω από το πρόγραμμά μας. Δεν αιφνιδιάσαμε κανένα, ούτε και σε δύσκολα ζητήματα, όπως η ισότητα στον πολιτικό γάμο», είπε χαρακτηριστικά.
«Η ευθύνη μου είναι να καταστήσω τις αλλαγές μη αναστρέψιμες και αυτό έχει να κάνει όχι μόνο με δομικές, θεσμικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας, αλλά και με νοοτροπίες, το πώς αντιλαμβανόμαστε τη σχέση μας με το κράτος, μεταξύ δικαιωμάτων και διεκδικήσεων και ευθύνης, η οποία σε μεγάλο βαθμό είναι η γενεσιουργός αιτία και του λαϊκισμού και των προβλημάτων που αυτός προκάλεσε. Τι θα ήθελα να αφήσω πίσω μου; Αλλαγές οι οποίες να μην μπορούν να ξεριζωθούν την επόμενη μέρα από κάποιον». Εν κατακλείδι, επισήμανε ότι η κατεύθυνση δεν μπορεί να αλλάξει, «και η κατεύθυνση είναι η πολύ γρήγορη σύγκλιση με την Ευρώπη», πρόσθεσε.
Στο επίκεντρο οι γεωπολιτικές προκλήσεις
Η τελευταία ερώτηση προς τον πρωθυπουργό, από τον Αλέξη Παπαχελά, ήταν: «Τι πραγματικά σας κρατάει ξύπνιο τη νύχτα; Εάν κοιτάξετε τη μεγάλη “σκακιέρα”. Εχουμε Ουκρανία, Τραμπ, Ισραήλ, μεταναστευτικές ροές. Εχουμε πάρα πολλά πράγματα. Είναι κάτι από αυτά ή ένα μείγμα από αυτά που σας κρατάει ξύπνιο τη νύχτα;»
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε: «Εχει ενδιαφέρον ότι την τελευταία δεκαετία, η προσοχή μας ειδικά στην Ελλάδα, και αυτό που μας κρατούσε ξύπνιους, ήταν τα ζητήματα της οικονομίας. Τώρα μας απασχολούν τα μεγάλα γεωπολιτικά ζητήματα. Εκεί έχει υπάρξει μία σημαντική αλλαγή.
Η οικονομία, με τις δυσκολίες της, με τα προβλήματά της, προχωρά και πιστεύω πως θα προχωρήσει σε έναν, πιστεύω, διατηρήσιμο ρυθμό ανάπτυξης. Ομως οι γεωπολιτικές προκλήσεις πια, ξεπερνούν αυτό που μπορούσαμε να φανταστούμε πριν από κάποια χρόνια.
Ενας πόλεμος στην Ουκρανία, ένας δεύτερος πόλεμος στη Μέση Ανατολή. Μια μεγάλη αναταραχή στο Σαχέλ, η οποία μπορεί να δημιουργήσει πάρα πολύ δύσκολες καταστάσεις σε όλη τη βόρεια Αφρική.
Πιστεύω ότι αναδεικνύουν την ανάγκη της Ευρώπης, για τον επόμενο κύκλο, να στρέψει πολύ περισσότερο την προσοχή της σε ζητήματα αμυντικής πολιτικής, τη μεγαλύτερη συνεργασία στον τομέα αυτό. Λαμβάνοντας υπόψη και τις όποιες αβεβαιότητες μπορούν να προκύψουν από τις αμερικανικές εκλογές.
Και στα ζητήματα της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας, γιατί η γεωπολιτική συνδέεται πια με την οικονομία. Οταν και οι ΗΠΑ και η Κίνα κάνουν βαθιά παρεμβατική πολιτική, ουσιαστικά επιδοτώντας με πολύ σημαντικά ποσά κλάδους της οικονομίας που θεωρούν ανταγωνιστικούς, εμείς δεν μπορούμε στην Ευρώπη να λέμε ότι θέλουμε και την πράσινη μετάβαση, και την ανταγωνιστική οικονομία και να μην έχουμε στο μυαλό μας ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά.
Ευχής έργον θα ήταν να τα συζητήσουμε αυτά πριν τις ευρωεκλογές γιατί τελικά για αυτά ψηφίζουμε, δεν ψηφίζουμε για κυβέρνηση. Για ευρωβουλευτές ψηφίζουμε και για ευρωπαϊκές πολιτικές. Οπως το ζήτημα των αγροτών. Υπήρξε μία πολύ γρήγορη μετάβαση για έναν τομέα που ευθύνεται για το 10% των εκπομπών ρύπων. Θέσαμε μεγάλες πιέσεις στους αγρότες και τους κτηνοτρόφους. Είναι μία πολιτική με ξεκάθαρο ιδεολογικό πρόσημο από τους σοσιαλιστές και τους πράσινους – αυτοί έσπρωξαν σε αυτή την κατεύθυνση την οποία πρέπει να αναθεωρήσουμε.
Οταν θα σκεφτούμε την επόμενη ημέρα, ποιες θα είναι οι πολιτικές δυνάμεις που θα επηρεάσουν την ταχύτητα της πράσινης μετάβασης, και τον τρόπο που θα γίνει; Αυτά είναι ζητήματα που θα πρέπει να τα συνυπολογίσουν οι πολίτες, ειδικά οι αγρότες μας, όταν θα πάνε να ψηφίσουν».
Πηγή kathimerini.gr