Κατόπιν ποινικής διαπραγμάτευσης και επικύρωσης από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Κω, επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 6 ετών στον 41χρονο προσωρινά κρατούμενο στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού φορέα του AIDS, για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη μετά από μήνυση μιας 50χρονης πρώην συντρόφου του.
Ως συνήγοροι υπεράσπισής του, παρέστησαν οι κ.κ. Γιάννης Χριστοδούλου, Στέλιος Αλεξανδρής και Δήμος Μουτάφης ενώ ως συνήγορος για την υποστήριξη της κατηγορίας παρέστη η κ. Μαρία Κρικοπούλου.
Η δεύτερη υπόθεση, με κατηγορούμενο τον ίδιο για βιασμό κατ’ εξακολούθηση, για κατάχρηση ανηλίκου που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη κατ’ εξακολούθηση και για σωματική βλάβη αδύναμων ατόμων κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, αδικήματα που φέρονται ότι τελέσθηκαν στην Ρόδο κατά τα έτη 2018 έως και τον Φεβρουάριο του 2020, αναβλήθηκε
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», η πρώτη υπόθεση αφορά πρώην σύντροφο του 41χρονου, που έχει αποκτήσει δύο παιδιά από το πρώτο της γάμο κι άλλα τρία παιδιά από τον μετέπειτα σύντροφό της. Με τον κατηγορούμενο γνωρίσθηκε το έτος 2013 περίπου κι αργότερα, το έτος 2014, αυτός βάφτισε τα δίδυμα μικρότερα τέκνα της.
Είκοσι ημέρες μετά την διάσπαση της συμβίωσής της με τον κατηγορούμενο, την 16.3.2020, η μητέρα μετέβη στο Α.Τ. Ιαλυσού και κατήγγειλε ότι η μικρή της κόρη της είχε εκμυστηρευθεί ότι είχε κακοποιηθεί σεξουαλικά από τον κατηγορούμενο.
Επίσης αποκάλυψε ότι καθ’όλη την διάρκεια της συμβίωσής τους από το 2017 έως το 2020, φερόταν βάναυσα εξακολουθητικά στην ίδια και στα τέκνα της. Ότι είχε φτάσει να της πετά βαριά αντικείμενα, όπως ένα σίδερο, έναν αφυγραντήρα, ότι την είχε απειλήσει με μαχαίρι, την είχε καρφώσει με ένα ξύλο που χρησιμοποιούσε στο τζάκι και πολλά άλλα.
Παρά το γεγονός όμως ότι οι κακοποιητικές συμπεριφορές του κατηγορουμένου είχαν οδηγήσει σε καταγγελίες, η μητέρα και τα τέκνα αρνούντο για μεγάλο χρονικό διάστημα να τις επιβεβαιώσουν ενώπιον των κοινωνικών λειτουργών και παιδοψυχολόγων, εμφανίζοντας τον κατηγορούμενο ως έναν στοργικό «πατέρα» και αντιθέτως τον βιολογικό πατέρα των παιδιών ως τέρας που τα κακοποιούσε συστηματικά.
Σημειώνεται ότι ο κατηγορούμενος πάσχει από τον ιό HIV και δεν προσεβλήθη από το σύνδρομο το θύμα.
Ο ίδιος αρνήθηκε κατηγορηματικά τα όσα καταγγέλλονται εις βάρος του και διατείνεται ότι αποτελούν αποκυήματα της φαντασίας της πρώην συντρόφου του για να τον εκδικηθεί.
Περαιτέρω προσκόμισε στοιχεία από τα οποία φέρεται να προκύπτει ότι την επίμαχη περίοδο του έτους 2018 που του αποδίδεται ότι τέλεσε τα αδικήματα, η σύντροφός του παρακολουθείτο από την Πρόνοια και δεν είχε προκύψει οτιδήποτε σχετικό στις οικείες εκθέσεις που συντάχθηκαν.
Σε ό,τι αφορά στη δεύτερη υπόθεση ο κατηγορούμενος εντός του χρονικού διαστήματος από τα τέλη Ιουλίου 2020 έως τον μήνα Ιούλιο 2022 ενώ συμβίωνε με τη σύντροφό του φέρεται σκόπιμα να προκάλεσε σε αυτήν βαριά σωματική βλάβη και συγκεκριμένα βαριά και μακροχρόνια αρρώστια που προκαλεί αναπηρία και εμποδίζει τον άνθρωπο σημαντικά και για μεγάλο χρονικό διάστημα να χρησιμοποιεί το σώμα του. Ειδικότερα, στον ανωτέρω τόπο και χρόνο γνωρίζοντας ότι ήταν φορέας του ρετροϊού HIV και έπασχε από το σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (AIDS), με σκοπό να μεταδώσει τον ιό στην τότε μόνιμη σύντροφό του με την οποία συμβίωνε, φέρεται να ερχόταν καθημερινά σχεδόν σε απροφύλακτη σεξουαλική επαφή τόσο κατά φύση, όσο και παρά φύση μαζί της, αν και γνώριζε ότι με τον ανωτέρω τρόπο θα της μετέδιδε μετά βεβαιότητας τον ιό, πράγμα που πέτυχε.
Σημειώνεται μάλιστα ότι ο oροθετικός στον ιό έχει καταδικαστεί στο παρελθόν για πανομοιότυπη υπόθεση.
Όπως διατείνεται ο ίδιος, ενώ την είχε ενημερώσει για το πρόβλημα της υγείας του από την πρώτη στιγμή εκείνη υποστηρίζει ότι δεν γνώριζε τίποτα.