Θέρμανση των υδάτων και µάλιστα µε πιο γρήγορους ρυθµούς από τον παγκόσµιο ωκεανό. Ενίσχυση της ήδη αυξηµένης αλατότητας, άνοδος της στάθμης της θάλασσας, μείωση της οξυγόνωσης των βαθύτερων στρωμάτων και ενίσχυση της οξίνισης των νερών με αρνητικές συνέπειες στα πολύτιμα θαλάσσια οικοσυστήματα. Η κλιματική απορρύθμιση επηρεάζει ήδη σημαντικά τη Μεσόγειο Θάλασσα, αυτό το υπέροχο όσο και ευαίσθητο ημίκλειστο οικοσύστημα, όπως κατέδειξαν οι εισηγήσεις στο σχετικό Φόρουμ Διαλόγου, που διοργάνωσε το Εθνικό Δίκτυο για την Κλιματική Αλλαγή CLIMPACT.
«Η Μεσόγειος είναι ένα hot spot της κλιματικής αλλαγής. Η αύξηση της θερμοκρασίας των θαλάσσιων υδάτων γίνεται με πιο γρήγορους ρυθμούς απ’ ό,τι γενικότερα. Μελέτη του ευρωπαϊκού προγράμματος Copernicus, που συνδυάζει δορυφορικές παρατηρήσεις με μαθηματικά μοντέλα, έχει υπολογίσει αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της θάλασσας κατά 2,09 βαθμούς Κελσίου από το 1982-2020, με τάση ανόδου 0,054° C το έτος. Η εκτίμηση αυτή αφορά συγκεκριμένα την περιοχή βόρεια του Ηρακλείου Κρήτης και συμπίπτει απόλυτα με τα δεδομένα που λαμβάνει επί τόπου από το 2007 και μετά ο ωκεανογραφικός σταθμός του δικού μας Συστήματος “Ποσειδών”, που βρίσκεται ποντισμένος 25 μίλια βόρεια του Ηρακλείου», λέει στην «Κ» ο δρ Αριστομένης Καραγεώργης, διευθυντής του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ).
«Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός της επιβεβαίωσης των εκτιμήσεων του Copernicus για τη θερμοκρασία με τα δεδομένα που συγκεντρώνουν οι σταθμοί του “Ποσειδώνα” σε Ηράκλειο, Πύλο, Αθω και Μύκονο, που παρουσιάσαμε φέτος. Βεβαίως οι χρονοσειρές του “Ποσειδώνα” είναι μικρότερες, καθώς οι μετρήσεις ξεκίνησαν αρκετά αργότερα», συμπληρώνει ο κ. Καραγεώργης. Με την ταύτιση των ευρημάτων των δύο συστημάτων διαμορφώνεται μια αξιόπιστη βάση δεδομένων και ενισχύεται η αξιοπιστία των μετρήσεων και των δύο συστημάτων.
Τα συμπεράσματα του Φόρουμ Διαλόγου που διοργάνωσε το Εθνικό Δίκτυο CLIMPACT – Μεγάλη αύξηση της αλατότητας, ξενικά είδη πιέζουν τα αυτόχθονα βορειότερα.
Συνολικά στη Μεσόγειο αυξάνεται η θερμοκρασία των υδάτων, αλλά όχι με ομοιόμορφο τρόπο. Σε άλλες περιοχές η άνοδος είναι πιο έντονη, σε άλλες λιγότερο, ενώ υπάρχουν και σημεία (πολύ λίγα) όπου καταγράφεται μείωση της θερμοκρασίας. «Σύμφωνα με σχετική μελέτη, ψύχρανση σημειώνεται στο βόρειο Αιγαίο και στη νότια Αδριατική, χωρίς να μπορούμε να εξηγήσουμε ακόμα τις αιτίες», σημειώνει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας.
«Αυτό που είναι αναμφισβήτητο είναι η μεγαλύτερη αλατότητα της Μεσογείου σε όλη την έκτασή της, αν και πάλι με διαφορετικούς ρυθμούς, λόγω αυξημένης εξάτμισης, συνέπεια των ενισχυμένων θερμοκρασιών», εξηγεί ο κ. Καραγεώργης. Ποιες είναι οι συνέπειες όλων αυτών;
Τα θερμότερα ύδατα δημιουργούν ευνοϊκό περιβάλλον για την επέκταση των ξενικών ειδών, μεταξύ αυτών και εκείνων που λειτουργούν χωροκατακτητικά και εξορίζουν τα παλιότερα είδη. Εργασίες που παρουσιάστηκαν στο Φόρουμ, όπως του κ. Στέλιου Κατσανεβάκη, καθηγητή στο Τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, κατέδειξαν τη ραγδαία αλλαγή των ιχθυαλιευμάτων και των θαλάσσιων πληθυσμών στη λεκάνη της Λεβαντίνης και τις ανησυχητικές τάσεις στις θάλασσες της νότιας Ελλάδας. «Η τροπικοποίηση της Ανατολικής Μεσογείου είναι γεγονός!» υπογράμμισε η κ. Στέλλα Ψαρρά, ερευνήτρια του ΕΛΚΕΘΕ. «Αυτόχθονα είδη μετακινούνται από τον Νότο προς τον Βορρά, ενώ αλλόχθονα ή ξενικά είδη τροπικής προέλευσης μπαίνουν στη λεκάνη και εγκαθίστανται».
Υπάρχουν όμως και άλλες συνέπειες. Η αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων ενισχύει τη στρωμάτωση των θαλασσών. Ο θαλάσσιος κύκλος ζωής στηρίζεται στην ανάμειξη των υδάτων, όταν τα πιο θερμά νερά που είναι ελαφρύτερα και βρίσκονται στην επιφάνεια, αναμειχθούν λόγω των κυμάτων με τα κατώτερα στρώματα. «Εάν είναι αρκετά μεγάλο το στρώμα των θερμών νερών μπορεί να μη “σπάσει” και να μην αναμειχθεί με τα νερά που βρίσκονται πιο βαθιά. Αυτό όμως θα δημιουργήσει πρόβλημα στην οξυγόνωση των βαθύτερων στρωμάτων άρα και των έμβιων οργανισμών που βρίσκονται εκεί. Μπορεί να εμφανιστούν φαινόμενα ανοξίας και καταστροφής οργανισμών», τονίζει ο κ. Καραγεώργης.
Ενίσχυση της έρευνας
Παρά τα βήματα που έχουν γίνει στην έρευνα, πολλά πεδία παραμένουν άγνωστα. «Δεν γνωρίζουμε ακόμα πολλά για τη βιολογία των θαλάσσιων οργανισμών, για το πολύτιμο φυτοπλαγκτόν και το ζωοπλαγκτόν, για το πώς αντιδρούν στις κλιματικές αλλαγές», παραδέχεται ο κ. Καραγεώργης. Υπάρχουν όμως ανησυχητικά σημάδια. Λόγω υψηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου είναι αυξημένες οι ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα, που «καταπίνονται» από τον παγκόσμιο ωκεανό. «Ομως η αυξημένη είσοδος CO2 στη θάλασσα τροποποιεί τη χημική σύνθεσή της, το pH. Δεν γνωρίζουμε συνολικά τις συνέπειες. Εχουμε δει όμως πως ορισμένοι μικροσκοπικοί οργανισμοί παρουσιάζουν, λόγω της αυξημένης παρουσίας CO2, σημάδια αλλοίωσης της σκελετικής τους δομής, των ασβεστολιθικών τους στοιχείων», σημειώνει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες είναι πολύ σημαντικό να ενισχυθεί η θαλάσσια έρευνα και ειδικά οι ωκεανογραφικοί σταθμοί. Για να μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα απαιτούνται συνεχείς χρονοσειρές, χωρίς αυτές δεν βγαίνει νόημα. Μεγάλες διακοπές δεν μπορούν να αναπληρωθούν, οι μέρες φεύγουν και δεν γυρνούν. Κι όμως το σύστημα «Ποσειδών» είναι από τον Οκτώβριο του 2021 χωρίς χρηματοδότηση, καθώς έληξε το πρόγραμμα ΕΣΠΑ που το στήριζε! Το χρηματοδοτεί εκ των ενόντων το ΕΛΚΕΘΕ, αλλά μέχρι πότε;
Πηγή kathimerini.gr
Γιάννης Ελαφρός