Το ελληνικό καλοκαίρι δεν είναι μόνο ήλιος και θάλασσα… Τα ελληνικά καλοκαίρια είναι συνυφασμένα με τα παραδοσιακά πανηγύρια που αποτελούν σημείο αναφοράς και αφορμή συνάντησης συγγενών, φίλων, συμπατριωτών.
Στα ελληνικά πανηγύρια περισσεύουν τα χαμόγελα, οι αγκαλιές και η συγκίνηση. Οι παλαιότεροι θυμούνται, οι νεότεροι μυούνται, η παραδοσιακή μουσική έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, η διασκέδαση κρατά μέχρι που να πέσουν οι πρώτες ακτίνες του ήλιου και αφού έχουν χορτάσει όλοι χορό και μουσική.
Ο Αριστοτέλης Χατζηφούντας, δεξιοτέχνης της λύρας, γνωστός μουσικός και λάτρης και ο ίδιος των παραδοσιακών πανηγυριών, μιλά σήμερα στη «δημοκρατική» για τη μυσταγωγία του ελληνικού πανηγυριού που συνοδεύει τα καλοκαίρια μας, αποτελεί μέρος της κουλτούρας μας και που αποτελεί το ετήσιο ραντεβού συγγενών και φίλων από κάθε μεριά της γης…
-Ελληνικό καλοκαίρι χωρίς παραδοσιακά πανηγύρια γίνεται;
Όχι, δεν γίνεται! Τα καλοκαίρια μας είναι ταυτισμένα με τα παραδοσιακά πανηγύρια. Είναι ο δεύτερος χρόνος μετά από την πανδημία που ο κόσμος θα μπορεί να διασκεδάσει στα πανηγύρια, σε ένα προαύλιο, σε έναν ανοιχτό χώρο, σε μια αλάνα ή μια πλατεία. Κατά την περίοδο της πανδημίας, μας έλειψε αυτού του είδους η διασκέδαση και καταλάβαμε και την αξία της. Όλοι έχουμε τις μνήμες από τα πανηγύρια, από τα χωριά μας… Αυτός ο πιο λαϊκός, πιο ήρεμος, πιο ελεύθερος τρόπος διασκέδασης που είναι συνυφασμένος με την κουλτούρα και την παράδοσή μας, έχει ανακάμψει ξανά με την πανδημία και μάλιστα πιο δυναμικά ακριβώς επειδή μάς έλειψε. Εχουμε αυτή την ανάγκη να γίνουμε ξανά παρέα σε έναν κύκλο, να υπάρξει αυτή η επαφή χέρι με χέρι, να χορέψουμε, να διασκεδάσουμε…
-Αυτή η ανάγκη που λες ήταν ξεκάθαρη ήδη από πέρυσι, την πρώτη χρονιά χωρίς αυστηρά μέτρα μετά από την περίοδο της πανδημίας.
Ναι, βεβαίως. Από πέρσι και φέτος πολύ περισσότερο, βλέπουμε κόσμο στα πανηγύρια, περισσότερο ενθουσιασμό, ανθρώπους όλων των ηλικιών… Τα παλιά, καλά πανηγύρια όπως τα θυμόμαστε από την παιδική μας ηλικία και όπως τα έχουν ζήσει οι μεγαλύτεροι από εμάς, έχουν επανέλθει.
-Με τη συμμετοχή και των νέων ανθρώπων.
Ναι, βεβαίως. Και με τη συμμετοχή των νέων ηλικιών. Είναι ένας τρόπος κοινωνικοποίησης, μια μορφή διασκέδασης που αρέσει και στους νέους. Ολοι μας έχουμε βιώματα από αυτή τη μορφή διασκέδασης, άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο. Εχουμε εικόνες από έναν παππού ή μια γιαγιάκα να τραγουδάει ας πούμε στο καφενείο, να χορεύει παραδοσιακά. Αυτές οι εικόνες περνάνε μέσα μας, μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας, ερχόμαστε πιο κοντά σε αυτές τις εικόνες. Η παράδοση είναι για όλους, δεν έχει ηλικία και η κάθε γενιά και η κάθε ηλικία έχει κάτι να προσφέρει. Οποτε παίζω σε πανηγύρια χαίρομαι που βλέπω να διασκεδάζουν άνθρωποι όλων των ηλικιών. Κι αυτή είναι και η μαγεία του πανηγυριού. Να βλέπεις όλον τον κόσμο να διασκεδάζει. Ανθρωποι όλων των ηλικιών, διασκεδάζουν, αλληλοεπιδρούν, ηλικιωμένοι, νέοι, παιδιά γίνονται ένα, υπάρχει σεβασμός και νομίζω ότι αυτή είναι μια πολύ όμορφη εικόνα και αυτή είναι και η ουσία της παραδοσιακής διασκέδασης και του πανηγυριού.
-Είναι στην κουλτούρα μας θα λέγαμε αν σκεφτεί κανείς ότι η παράδοση αυτή πηγαίνει μέχρι πολλά χρόνια πίσω.
Η Ελλάδα έχει τόσο μεγάλο πλούτο στην παράδοση, αυτή είναι μια τεράστια κληρονομιά που όπως λες κι εσύ πάει πολλά χρόνια πίσω. Υπάρχουν τραγούδια, στίχοι, ψαλμοί, ύμνοι… Δεν μπορεί να μην μας αγγίζουν αυτά και να μην μας συνοδεύουν είτε σε χαρές, είτε σε λύπες.
-Εσύ πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με την παραδοσιακή μουσική;
Στο σπίτι μου είχα διαφορετικά ακούσματα. Η μητέρα μου άκουγε κλασική μουσική και ροκ και ο πατέρας μου άκουγε μόνο παραδοσιακή μουσική, λύρες και βιολιά! Είχα από μικρός διαφορετικά ερεθίσματα, διαφορά ακούσματα. Ξεκίνησα με την κιθάρα αρχικά όταν ήμουν στο δημοτικό σε ηλικία περίπου επτά ετών. Μου άρεσε πάρα πολύ. Στη συνέχεια πήγα στο Μουσικό Γυμνάσιο κι εκεί έπρεπε να επιλέξω ανάμεσα σε λύρα και ταμπουρά. Εχοντας ζήσει πολλά καλοκαίρια στην Τήλο και έχοντας δει πολύ όμορφα πανηγύρια στα οποία πρωταρχικό όργανο είναι η λύρα, δεν γινόταν να επιλέξω κάτι άλλο. Επέλεξα τη λύρα και από την αρχή θεωρώ ότι ήταν αυτό που λέμε κεραυνοβόλος έρωτας! Αμέσως έκανα την κιθάρα πέρα και ασχολήθηκα μόνο με τη λύρα. Φτιάξαμε κάποια γκρουπάκια με τα παιδιά στο σχολείο, πειραματιζόμασταν εκεί. Τα καλοκαίρια στην Τήλο, μερικές φορές σε κάποια πανηγύρια με ανέβαζαν εκεί οι πιο μεγάλοι μουσικοί, όπως ο Γιάννης ο Κλαδάκης και έπαιζα δυο-τρία τραγούδια κι αυτό ήταν κάτι που με βοήθησε πολύ. Με κέρδισε, μου άρεσε και το συνέχισα.
-Αυτό σε ποια ηλικία;
Ημουν περίπου 12 ετών.
-Και το τραγούδι πώς προέκυψε;
Το τραγούδι ήρθε τελείως τυχαία… Ημουν σε ένα καφενείο στην Τήλο και έπαιζα λύρα, αλλά δεν τραγουδούσε κανείς, οπότε αποφάσισα να το κάνω εγώ. Όταν άρχισα να τραγουδάω και είδα ότι διασκέδασε ο κόσμος, ότι ανταποκρίθηκε, μου άρεσε.
-Και πώς καλλιεργήθηκε αυτό;
Στο Λύκειο πλέον εκεί γύρω στα 16 κι αφού είχα παίξει λίγο σε κάποια πανηγύρια και κάποιες εκδηλώσεις ήρθε ο πρώτος γάμος στην Τήλο για να παίξω, μετά ήρθε η πρώτη βάφτιση. Δεν είχα κάποιον δίπλα μου πιο έμπειρο, έτσι έπρεπε να παίξω εγώ από τη στιγμή που το είχα αναλάβει οπότε βγήκα στον γάμο μπροστά, έπαιξα, έγινε ένα γλέντι πολύ ωραίο… Το ευχαριστήθηκα κι εγώ πάρα πολύ, διασκέδασα κι ας μην χόρευα. Από εκεί μετά ανέλαβα κι άλλες εκδηλώσεις σταδιακά.
-Η πρώτη φορά που το πήρες πάνω σου πότε ήταν;
Ηταν σε μια βάφτιση παιδιού συγγενικού μου προσώπου στην Τήλο, ήμουν 17 ετών.
-Ξεκίνησες από πολύ νωρίς λοιπόν. Οι άλλοι διασκεδάζουν, χορεύουν, τραγουδάνε, περνάνε καλά, εσύ τι κερδίζεις από αυτό;
Κερδίζω και κερδίζω πολλά! Όταν βλέπεις έναν παππού ας πούμε ή μια γιαγιά να χορεύει σούστα με τους δικούς τους ρυθμούς, με τη δική τους γοητεία… Όταν βλέπεις μικρά παιδιά να είναι στα πρώτα τους βήματα, να προσπαθούν να χορέψουν, βλέπεις το μέλλον του πανηγυριού, της παράδοσης. Όταν βλέπεις έφηβους ή συνομήλικούς μου ή φίλους μου να διασκεδάζουν, νιώθεις μέρος όλης αυτής της παρέας, της διασκέδασης. Όταν κάποιος που διασκέδασε σε ένα πανηγύρι ή σε μια εκδήλωση φεύγοντας έρχεται να σου πει ευχαριστώ είναι μεγάλο κέρδος, νιώθεις σεβασμό και αγάπη στο πρόσωπό σου. Κι αυτό είναι μια μεγάλη ηθική ικανοποίηση όταν νιώθεις ότι έχεις προσφέρει διασκέδαση, ψυχαγωγία με την παραδοσιακή μουσική. Εγώ νιώθω γεμάτος μετά από κάθε εμφάνιση, έχω πολλά όμορφα συναισθήματα.
-Υπάρχουν περιστατικά που σε έχουν συγκινήσει;
Ναι, δύο μου έρχονται στο μυαλό. Το πρώτο ήταν όταν είχα την τιμή να παίξω στον Σύλλογο Τηλιακών της Νέας Υόρκης σε μια χοροεσπερίδα. Εκεί ήταν μαζεμένοι πολλοί νησιώτες, όχι μόνο από την Τήλο, ήταν και από Νίσυρο, Κάλυμνο, Ρόδο. Εκεί ήταν και ένας μεγάλος σε ηλικία παππούς ο οποίος άκουγε τη σούστα ήταν πολύ κοντά και παρατηρούσε, δεν χόρευε. Ηταν λοιπόν εκεί σε μια γωνιά και τον βλέπω ότι κάποια στιγμή έχει βουρκώσει. Ηρθε κοντά, με αγκάλιασε και μου φίλησε το χέρι που έπαιζε τη σούστα. Ηταν τόσο δυνατό, τόσο συγκινητικό όλο αυτό… Βλέπεις έναν άνθρωπο ο οποίος είναι τόσα χιλιόμετρα μακριά, και του θυμίζεις στο νησί του, τον τόπο του, την θάλασσα, του θυμίζεις το καλοκαίρι στο νησί του. Κι εγώ είχα φορτιστεί πολύ έντονα συναισθηματικά εκείνη τη στιγμή. Με μια δοξαριά ταξίδεψε ο παππούς στο νησί του, στο σπίτι του. Αυτό είναι ένα πολύ συγκινητικό περιστατικό. Το άλλο ήταν σε ένα πανηγύρι στην Τήλο, που άνοιξε τον πρώτο χορό αυθόρμητα μια ομάδα μικρών παιδιών ηλικίας 6-7 ετών μέχρι 13-14 που είχαν κάνει μόνα τους έναν κύκλο και χόρευαν, διασκέδαζαν, με σωστά βήματα, με χαμόγελο… Κι αυτό ήταν πολύ δυνατό συναισθηματικά.
-Δύο έντονα συγκινησιακά περιστατικά που αφορούν ανθρώπους σε διαφορετικές φάσεις της ζωής τους, στην αρχή και στη δύση τους.
Ναι.. δύο ηλικιακά άκρα ας το πούμε έτσι με κοινό στοιχείο την παράδοση.
-Εσύ ξεχωρίζεις κάποια πανηγύρια;
Θα ξεκινήσω με το πιο σημαντικό πανηγύρι για εμάς τους Τηλιακούς, που είναι του Αγίου Παντελεήμονα. Το πανηγύρι μας γίνεται προπαραμονή στις 25, παραμονή στις 26, ανήμερα δεν κάνουμε τίποτα και κάνουμε ξανά πανηγύρι στις 28 πάνω στο μεγάλο χωριό σε ένα μικρό εκκλησάκι που κλείνουμε με το έθιμο της κούπας. Αυτό είναι από τα μεγαλύτερα πανηγύρια στην Τήλο για το οποίο έρχονται από όλα τα νησιά και από όλη την Ελλάδα. Και είναι επίσης το Πανηγύρι της Πολίτισσας και της Καμαριανής που έχουμε τον Αύγουστο στην Τήλο. Από εκεί και πέρα, ένα πανηγύρι που εγώ δεν έχω χάσει τα τελευταία εννιά χρόνια, είναι το πανηγύρι του Αϊ Γιάννη στη Χάλκη στις 28 και 29 Αυγούστου που ξέρω ότι κι εσύ είσαι δεμένη συναισθηματικά με το νησί και με την γιορτή αυτή και αντιλαμβάνεσαι και τι σημαίνει αυτό το πανηγύρι.
-Ναι, ισχύει!
Είναι ένα πανηγύρι διήμερο που συγκεντρώνει όλα όσα είπαμε πριν, εκεί που συναντάς ανθρώπους όλων των ηλικιών, που έρχονται Χαλκίτες -και όχι μόνο- από όλη την Ελλάδα και από το εξωτερικό και που προγραμματίζουν να είναι κάθε χρόνο αυτές τις ημέρες εκεί. Είναι μια υπόσχεση στο νησί και στον εαυτό τους και στον Αϊ Γιάννη.
-Πράγματι. Και είναι εντυπωσιακό πώς οι άνθρωποι στα νησιά περιμένουν αυτά τα πανηγύρια κάθε χρόνο.
Ναι, είναι το ετήσιο καλοκαιρινό ραντεβού, είναι σταθμός τα πανηγύρια αυτά και όχι μόνο. Υπάρχουν πανηγύρια μεγάλα και εντυπωσιακά και στην Κάρπαθο, στην Κάσο, στην Νίσυρο, σε όλα τα νησιά μας. Είναι σημεία αναφοράς τα πανηγύρια, για τα νησιά μας, για τους κατοίκους τους, τους επισκέπτες και βεβαίως για τους ομογενείς μας. Σμίγουν οικογένειες σε αυτά τα πανηγύρια και αυτό είναι πολύ συγκινητικό.
-Υπάρχει ενδιαφέρον από νέα παιδιά να ασχοληθούν με την παραδοσιακή μουσική;
Τον τελευταίο χρόνο είχα συνεργασία με διάφορους πολιτιστικούς συλλόγους στη Ρόδο και είδα ότι γίνεται εξαιρετική δουλειά. Στις ηλικίες από 5 έως 15 ετών καλλιεργείται η κουλτούρα και η αγάπη για την παράδοση, την παραδοσιακή μουσική, τους παραδοσιακούς χορούς. Και φαίνεται αυτό στις εκδηλώσεις και στα πανηγύρια που τα παιδιά θα σηκωθούν να χορέψουν και θα μείνουν μέχρι αργά στο γλέντι.
-Πες μου τώρα για να το κλείσουμε την ιδιαιτερότητα που έχει η λύρα και «τραβάει» τόσο κόσμο!
Η λύρα είναι σολιστικό όργανο κι είναι αυτό που θα ακούσεις πιο έντονα. Η λύρα βγάζει έναν δυναμισμό που χτυπάει κατευθείαν στην ψυχή σου! Η λύρα σού μιλάει, σε ταξιδεύει στα καλοκαίρια σου, σου θυμίζει οικεία πρόσωπα, σε παρασύρει να σηκωθείς να χορέψεις. Η λύρα μάς ταξιδεύει, την ακούμε στα χωριά μας, στα νησιά μας, κουβαλάμε τα ακούσματά της μέσα μας.
-Ποιο είναι το τραγούδι που δεν παραλείπεις να λες κάθε φορά;
Θα πω σίγουρα τη Βλάχα της Χάλκης, που είναι το αγαπημένο της γυναίκας μου, και από εκεί και πέρα τον Αγιο Παντελεήμονα της Τήλου που για εμένα είναι ένα έντονα συγκινησιακό τραγούδι. Και βεβαίως πρώτα και κύρια και τη σούστα της περιοχής όπου παίζω και στην οποία ο κόσμος ανταποκρίνεται αμέσως