Παρά την κρίση ο Έλληνας καταναλωτής όχι μόνο πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ, αλλά επιλέγει και διαφορετικά κανάλια πώλησης.
Σύμφωνα με έρευνα του ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών) στην ετήσια πανελλήνια έρευνα καταναλωτών σουπερμάρκετ, με δείγμα 2.000 ατόμων, εξετάζει ανάμεσα σε άλλα θέματα και τις πολυκαναλικές τάσεις που παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια οι Έλληνες καταναλωτές στο πλαίσιο της προσαρμογής στην οικονομική ύφεση, αλλά και εξαιτίας άλλων παραγόντων.
Τα αποτελέσματα προσφέρουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα συμπεράσματα σε σχέση με καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων, καθώς φαίνεται ότι ο Έλληνας καταναλωτής παρότι προσπαθεί να αξιοποιήσει προσφορές και εκπτώσεις από το σουπερμάρκετ, παράλληλα επισκέπτεται σε σημαντικό βαθμό και άλλα σημεία πώλησης.
Όπως φαίνεται στο σχήμα 1 ο μέσος καταναλωτής επισκέπτεται το σουπερμάρκετ 3 φορές ανά εβδομάδα η περισσότερες.
Μάλιστα η πλειοψηφία των καταναλωτών επιλέγει 2 ή περισσότερες αλυσίδες σουπερμάρκετ για τις αγορές της. Μόλις το 9% επισκέπτεται 1 φορά ή λιγότερες το σουπερμάρκετ ανά εβδομάδα, ενώ πρόκειται για εξέλιξη που σχετίζεται με την ένταση των προσφορών και τα μικρότερα καλάθια ανά επίσκεψη σε σχέση με το παρελθόν που καταγράφονται, τα οποία πρακτικά μεταφράζονται σε περισσότερες επισκέψεις.
Δεύτερο σημείο πώλησης τροφίμων με μεγάλη επισκεψιμότητα είναι ο φούρνος-αρτοπωλείο με το 53% του κοινού να κάνει τουλάχιστον 3 επισκέψεις ανά εβδομάδα, εξέλιξη που σχετίζεται με την καθημερινή ανάγκη προμήθειας ψωμιού (άλλωστε ο φούρνος αποτελεί το κυρίαρχο κανάλι στην πώλησης άρτου), αλλά και με την εξέλιξη των αρτοπωλείων σε καταστήματα με νέα προϊόντα με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον καφέ.
Η λαϊκή αγορά καταγράφει περίπου μία επίσκεψη ανά εβδομάδα για την εβδομαδιαία αναπλήρωση φρούτων και λαχανικών, με το 78% του κοινού να κάνει τουλάχιστον 1 επίσκεψη σε εβδομαδιαία βάση. Άλλωστε η λαϊκή αγορά είναι το σημείο πώλησης με το μεγαλύτερο μερίδιο πωλήσεων σε προϊόντα φρούτων και λαχανικών.
Τα εξειδικευμένα σημεία πώλησης κρεοπωλείο-ιχθυοπωλείο-οπωροπωλείο λαμβάνουν επίσης μία επίσκεψη ανά εβδομάδα, με μόλις το 20% του κοινού να δηλώνει ότι δεν τα επισκέπτεται καθόλου. Θα πρέπει σε αυτό το σημείο να σημειωθεί ότι η επισκεψιμότητα δεν μεταφράζεται και σε αξία καλαθιού καθώς π.χ. ο φούρνος-αρτοπωλείο μπορεί να έχει μεγαλύτερη επισκεψιμότητα από το κρεοπωλείο, αλλά κατά κανόνα έχει καλάθι χαμηλότερης αξίας. Το μεγαλύτερο καλάθι ανά επίσκεψη καταγράφεται στο σουπερμάρκετ, καθώς πρόκειται για το σημείο πώλησης που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο εύρος προϊόντων, στο οποίο άλλωστε ο καταναλωτής μπορεί να βρει και τα προϊόντα των ανταγωνιστικών καναλιών.
Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι η αγορά τροφίμων αποτελεί μια ιδιαίτερα πολύπλοκη διαδικασία και ο καταναλωτής είναι ιδιαίτερα κινητικός ανάμεσα σε διαφορετικά κανάλια, αγοράζοντας συγκεκριμένα προϊόντα από διαφορετικά σημεία πώλησης και επιλέγοντας σε σημαντικό βαθμό εξειδικευμένους πωλητές για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων.
Χαρακτηριστικό είναι ότι όπως φαίνεται στο σχήμα 2, η κατανομή των επισκέψεων είναι ιδιαίτερα κατακερματισμένη, με το σουπερμάρκετ να έχει το 36% (το οποίο «σπάει» περεταίρω σε διαφορετικά καταστήματα), ο φούρνος το 34%, η Λαϊκή αγορά το 14% και το εξειδικευμένο κατάστημα το κρεοπωλείο, ιχθυοπωλείο, οπωροπωλείο το 16%. Σημειώνεται ότι σε αυτά τα σημεία πώλησης δεν περιλαμβάνεται το κανάλι του διαδικτύου, το οποίο μπορεί ακόμα στην Ελλάδα να έχει χαμηλά ποσοστά πωλήσεων, αλλά στο εξωτερικό αποτελεί το κανάλι πώλησης με τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης.