Η παρούσα ισραηλινή κυβέρνηση δεν θα τολμούσε ποτέ να αναλάβει ριψοκίνδυνες πρωτοβουλίες κατά του Ιράν χωρίς το πράσινο φως των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι αποχρώσεις μεταξύ μαύρου και άσπρου είναι πολλές και η διαπραγματευτική τακτική που θα ακολουθηθεί ένθεν κακείθεν δεν αποκλείεται να κρύβει εκπλήξεις.
Το 2022 βρίσκει τη Μέση Ανατολή με πολλά εκκρεμή ζητήματα, ύστερα από ένα επεισοδιακό 2021. Συζητήσαμε για πολλά από αυτά με τον δρα Γαβριήλ Χαρίτο, ερευνητή στο ισραηλινό Ινστιτούτο Μπεν-Γκουριόν, ο οποίος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν του Ισραήλ.
Το 2021 αυξήθηκε η ένταση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, ενώ οι ΗΠΑ έδωσαν το χρονικό περιθώριο στην Κυβέρνηση της Τεχεράνης να προσέλθει στις διαπραγματεύσεις της Βιέννης για τον έλεγχο του πυρηνικού της προγράμματος. Δεν είναι αντιφατικό αυτό;
Καθόλου. Ανεξαρτήτως του κλίματος «εποικοδομητικής διαφωνίας» μεταξύ Ουάσιγκτον και Ιερουσαλήμ, με την ανάληψη της εξουσίας από τον Πρόεδρο Μπάιντεν και με τον σχηματισμό της νέας ισραηλινής κυβέρνησης Μπένετ-Λαπίντ, γίνεται ολοένα και περισσότερο σαφές ότι Ισραήλ και ΗΠΑ βρίσκονται σε πλήρη συντονισμό, έχοντας να αντιμετωπίσουν την ιρανική πυρηνική απειλή. Από τη μια, οι Αμερικανοί πράγματι επέδειξαν υπομονή μέχρις ότου η νέα ιρανική πολιτική ηγεσία αφεθεί να επιλέξει εκείνη τον κατάλληλο χρόνο επανέναρξης των διαπραγματεύσεων, για λόγους δικής της εσωτερικής κατανάλωσης. Από την άλλη, η ισραηλινή πλευρά βρήκε τον χρόνο να θέσει τις δικές της κόκκινες γραμμές, με αποδέκτες στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπενθυμίζοντάς τους ότι ο Λευκός Οίκος εγγυάται την ισραηλινή υπεροπλία στην περιοχή. Η δήλωση του Προέδρου Μπάιντεν ότι, «επί δικής του θητείας, το Ιράν δεν θα αποκτήσει πυρηνικά όπλα», καθησυχάζει την ισραηλινή πολιτική ηγεσία, η οποία με τη σειρά της δεσμεύθηκε «να μην εκπλήξει δυσάρεστα» τις ΗΠΑ με ξαφνικό στρατιωτικό κτύπημα κατά του Ιράν – ενδεχόμενο που μοιραία θα διακόψει τις διαπραγματεύσεις και πιθανότατα θα σύρει τη Μέση Ανατολή σε γενικευμένη σύρραξη. Ωστόσο, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν εμπόδισε ούτε το Ισραήλ, ούτε και το Ιράν, να προβούν σε πρωτοφανείς υβριδικούς πολέμους καθ’ όλο το 2021, με εκατέρωθεν κυβερνοεπιθέσεις, με σαμποτάζ σε ιρανικές εργοστασιακές εγκαταστάσεις αλλά και με στοχευμένες επιχειρήσεις εξουδετέρωσης Ιρανών αξιωματούχων, που είχαν μακρά πορεία στην ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματος της χώρας τους.
Εκτιμάται ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν θα συνεχίσουν, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι θα καταλήξουν εύκολα κάπου άμεσα. Η παρούσα ισραηλινή Κυβέρνηση δεν θα τολμούσε ποτέ να αναλάβει ριψοκίνδυνες πρωτοβουλίες κατά του Ιράν χωρίς το πράσινο φως των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι αποχρώσεις μεταξύ μαύρου και άσπρου είναι πολλές και η διαπραγματευτική τακτική που θα ακολουθηθεί ένθεν κακείθεν δεν αποκλείεται να κρύβει εκπλήξεις.
Οι σχέσεις όμως ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς κινούνται στο δίπολο άσπρου-μαύρου. Ή μήπως όχι;
Από το καλοκαίρι του 2006 μέχρι σήμερα, το Ισραήλ έχει μάθει να διαχειρίζεται τη Χαμάς, όσο αυτή ελέγχει μόνο τη Γάζα. Εάν όμως η Χαμάς βρεθεί να ελέγχει και τη Δυτική Όχθη, τότε η κατάσταση θα είναι διαφορετική. Για το 2022, ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι εξαιρετικά υπαρκτό. Την προηγούμενη χρονιά πλήθυναν επικίνδυνα οι ενδείξεις ότι η παλαιστινιακή κοινή γνώμη στη Δυτική Όχθη αυξάνει την εμπιστοσύνη της στην επαναστατική ρητορική της Χαμάς, γεγονός που εντείνεται από τις επικρίσεις που ακούγονται κατά ηγετικών στελεχών της Φατάχ και του περιβάλλοντος του Προέδρου Μαχμούντ Αμπάς. Η ματαίωση των βουλευτικών και των προεδρικών εκλογών τον περασμένο Μάιο και Ιούλιο, αντίστοιχα, προκάλεσε αισθήματα θυμού στην παλαιστινιακή κοινή γνώμη. Δημόσια πρόσωπα επέκριναν ανοικτά τον Πρόεδρο Αμπάς στα τοπικά ΜΜΕ, κάνοντας λόγο για στρέβλωση των δημοκρατικών θεσμών. Πραγματοποιήθηκαν συλλήψεις αντιφρονούντων και η δολοφονία του πολιτικού ακτιβιστή Νιζάρ Μπανάτ από τις παλαιστινιακές δυνάμεις ασφαλείας δημιούργησε προηγούμενα που δεν ξεχάστηκαν. Οι ισραηλινές δηλώσεις πολιτικής στήριξης προς τον Πρόεδρο Αμπάς δεν τον καθιστούν συμπαθέστερο. Ο επικείμενος β΄ γύρος των δημοτικών εκλογών στα μεγάλα παλαιστινιακά αστικά κέντρα της Δυτικής Όχθης, στις 26 Μαρτίου 2022, θα δώσει ένα σαφές στίγμα προς τα πού ακριβώς κινείται η παλαιστινιακή κοινή γνώμη. Εάν τελικά οι εκλογές αυτές θα πραγματοποιηθούν -κάτι που δεν είναι απολύτως σίγουρο- και σε περίπτωση που η Χαμάς θα βρεθεί ένα βήμα πριν από τον πλήρη έλεγχο της Δυτικής Όχθης, δεν αποκλείεται το Ισραήλ να αναλάβει δραστικές αποφάσεις, εφόσον κρίνει ότι οι δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής δεν θα συγκρατήσουν την κατάσταση. Μια πιθανή επικράτηση της Χαμάς στη Δυτική Όχθη θα δημιουργήσει εσωτερικές αναταράξεις στην Ιορδανία και πιθανώς στην Αίγυπτο. Οι Ισραηλινοί γνωρίζουν ότι εάν εμποδίσουν την Χαμάς να αντικαταστήσει το περιβάλλον του Προέδρου Αμπάς, τα πρώτα εύσημα θα τα λάβουν (παρασκηνιακά πάντα) από το Αμμάν και από το Κάιρο – παρότι, δημοσίως, θα είναι οι πρώτες πρωτεύουσες που θα κατακρίνουν την όποια ισραηλινή δυναμική επέμβαση. Από την άλλη, ουδείς γνωρίζει ποιος θα είναι ο διάδοχος του Μαχμούντ Αμπάς, σε περίπτωση κατά την οποία η θητεία του λάβει τέλος. Πάντως, ο Παλαιστίνιος Πρόεδρος, για την ώρα, δεν προτίθεται να παραιτηθεί. Ίσως να θέλει, αλλά να μην μπορεί. Με άλλα λόγια, δεν θα με εξέπληττε εάν το 2022 αποδειχθεί «χρονιά της Χαμάς». Πολλά προλέγουν ότι η Χαμάς θα μας απασχολήσει πολύ φέτος.
Πάντως, στο εσωτερικό του Ισραήλ, το κλίμα είναι διαφορετικό, με το μετριοπαθές αραβικό ισλαμιστικό κόμμα να συνεχίζει να στηρίζει την παρούσα κυβέρνηση.
Αυτή είναι η μόνη ευχάριστη έκπληξη του 2021. Οι εκτιμήσεις ότι η κυβέρνηση Μπένετ-Λαπίντ δεν θα επιβίωνε, εν τέλει διαψεύσθηκαν. Όλα δείχνουν ότι τηρείται ο «χρυσός κανόνας» που είχε διατυπώσει ο Υπουργός Οικονομικών, Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, λέγοντας ότι «το μυστικό της επιτυχίας είναι κάθε υπουργός να κάνει τη δουλειά του, χωρίς να ανακατεύεται στη δουλειά των άλλων συναδέλφων του». Στην περίπτωση του εξωκυβερνητικού εταίρου, ηγέτη του αραβικού κόμματος «Ράαμ», Μανσούρ Αμπάς, ισχύει το εξής: Όσο ικανοποιούνται τα συμφέροντα της αραβικής μειονότητας, ακόμα και μία στρατιωτική σύρραξη με τη Χαμάς δεν τον έβαλλε στον πειρασμό να άρει τη στήριξή του στο κυβερνητικό σχήμα. Από την άλλη, οι Μπένετ και Λαπίντ δεν θα ήθελαν να δουν την προεδρία Μπάιντεν να πραγματοποιεί την πρόθεσή της να ανοίξει αμερικανικό προξενείο στην Ιερουσαλήμ, με περιοχή ευθύνης τη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Γι’ αυτόν τον λόγο η κυβέρνηση είναι πολύ προσεκτική στο να ικανοποιεί αιτήματα της αραβικής μειονότητας. Πράγματι, συντελείται μία «σιωπηρή επανάσταση» στο ισραηλινό πολιτικό σύστημα, με μια κυβέρνηση που περιλαμβάνει έναν Άραβα Υπουργό Περιφερειακής Συνεργασίας, και που υποστηρίζεται κοινοβουλευτικά από τους Ισλαμιστές του Μανσούρ Αμπάς. Εάν, όμως, οι ΗΠΑ ανοίξουν τελικά νέο προξενείο στην Ιερουσαλήμ, είναι αμφίβολο εάν θα επιζήσει η κυβέρνηση Μπένετ-Λαπίντ. Από την άλλη, όσο διαρκούν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, η Ουάσιγκτον δεν θα διακινδύνευε να επανέλθει στην εξουσία ο Νετανιάχου. Δεδομένων των ανωτέρω, η παρούσα ισραηλινή Κυβέρνηση εκτιμάται ότι, ελέω ΗΠΑ, θα αφεθεί να επιζήσει.
Παράλληλα η Τουρκία επιδιώκει να βελτιώσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ. Εκτιμάτε ότι οι σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ θα αποκατασταθούν;
Πράγματι, με το τέλος της εποχής Νετανιάχου, η Τουρκία άρχισε να προβαίνει σε κινήσεις επαναπροσέγγισης με το Ισραήλ. Πρόσφατα ο Ισραηλινός ΥΠΕΞ, Γιαήρ Λαπίντ, κάλεσε την Τουρκία να διακόψει κάθε διασύνδεση με τη Χαμάς. Ωστόσο, μία πιθανή ενδυνάμωση της Χαμάς στη Δυτική Όχθη θα δυσκολέψει πολύ τον Πρόεδρο Ερντογάν να μειώσει τους δεσμούς του με αυτήν, μιας και όλα αυτά τα χρόνια έχει επενδύσει μεγάλο επικοινωνιακό κεφάλαιο στηρίζοντάς την. Ακόμα και εάν ο Πρόεδρος Ερντογάν δημιουργήσει αφορμές διάρρηξης της σχέσης του με τη Χαμάς, «αποκαλύπτοντας» έκνομες ενέργειες αξιωματούχων της οργάνωσης εντός της Τουρκίας, το Ισραήλ θα σκεφθεί πολύ να δυσαρεστήσει το τρίπτυχο Κύπρου-Ελλάδας-Αιγύπτου, με το οποίο συνδέεται πλέον στενά. Από την άλλη, η μοίρα κάθε διπλωματικής κρίσης είναι να μη διαρκεί για πάντα. Ωστόσο, Ισραηλινοί αναλυτές, που υποστηρίζουν σθεναρά μία τουρκοϊσραηλινή επαναπροσέγγιση, παραδέχονται πια ανοικτά ότι η αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων Άγκυρας-Ιερουσαλήμ δεν θα φέρει την άνοιξη έτσι ξαφνικά.