Ο Ειδικός Ανακριτής Διαφθοράς επιλήφθηκε της κυρίας ανάκρισης για την εξιχνίαση μιας πρωτοφανούς τραπεζικής απάτης, που ξεκίνησε στο κεντρικό κατάστημα της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας στο Μαντράκι και εξακολουθεί να απασχολεί την «Αlpha Bank», μετά τη συγχώνευση.
Πρώτος κλήθηκε για κατάθεση ο νομικός σύμβουλος της Alpha Bank, δικηγόρος κ. Γ. Μαυρομάτης, που χειρίστηκε την υπόθεση από τα πρώτα της στάδια.
Την 4η Ιουνίου 1988 συγκεκριμένα στο κεντρικό κατάστημα της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας (ΙΛΤΕ), στη Ρόδο, ανοίχθηκε κοινός λογαριασμός σε συνάλλαγμα και συγκεκριμένα σε δολάρια Αυστραλίας, με αρχικό ποσό καταθέσεως, ύψους 135.000 AUD, στα ονόματα Κ. Α. ή D. A., χωρίς λοιπά στοιχεία ταυτότητος, που λειτούργησε υπό μορφή προθεσμιακής καταθέσεως.
Στην καρτέλα ανοίγματος του κοινού λογαριασμού είχαν τεθεί μόνο τα ως άνω ονοματεπώνυμα και οι υπογραφές των δύο συνδικαιούχων, χωρίς κανένα πρόσθετο στοιχείο.
Για τον ως άνω προθεσμιακό λογαριασμό εκδόθηκε σειρά ομολογιών προθεσμιακής καταθέσεως, στις οποίες ο ανωτέρω αναφερόμενος, ως δεύτερος συνδικαιούχος, αναγραφόταν ως D. A., χωρίς πατρώνυμο.
Συνολικά, η άνω προθεσμιακή κατάθεση ανανεώθηκε επί σειράν ετών, με έκδοση ομολογιών στα ανωτέρω ονόματα, μέχρι το έτος 2000.
Από το έτος 2000 και εφεξής, μετά από αιτήσεις του Α. Κ., πρώτου συνδικαιούχου του ως άνω προθεσμιακού λογαριασμού, για ανανέωση της προθεσμιακής κατάθεσης, απευθυνόμενες, πλέον, προς το κατάστημα Ρόδου της Alpha Bank, η οποία, εντωμεταξύ, είχε καταστεί καθολική διάδοχος, λόγω συγχωνεύσεως, δι’ απορροφήσεως της ΙΛΤΕ από την πρώτη και ένεκα της μεταπτώσεως του λογαριασμού στο ηλεκτρονικό σύστημα της ALPHANET, προέκυψε ανάγκη ανοίγματος νέου λογαριασμού, γι’ αυτό και συμπληρώθηκε το πατρώνυμο του δεύτερου συνδικαιούχου του λογαριασμού, ως H.
Έτσι, έως το καλοκαίρι του 2003, ο πρώτος εκ των συνδικαιούχων του ως άνω λογαριασμού, Α. Κ., παρελάμβανε από το κατάστημα Ρόδου της τράπεζας, σε τακτά χρονικά διαστήματα τα σώματα των εκδιδόμενων ομολογιών της προθεσμιακής καταθέσεως, στα οποία ως πατρώνυμο του δεύτερου συνδικαιούχου D. A. αναγράφετο το όνομα H.
Οι επενδύσεις την 28η Σεπτεμβρίου 2001 ανήλθαν στο ποσό των 2.413.138,99 AUD.
Οι ομολογίες αυτές παρεδίδοντο, κατά τακτά χρονικά διαστήματα, στον πρώτο συνδικαιούχο, ο οποίος τις παρελάμβανε, χωρίς ο τελευταίος να προβάλλει ποτέ προς την Τράπεζα ζήτημα εσφαλμένης αναγραφής του πατρώνυμου του δεύτερου συνδικαιούχου του λογαριασμού.
Την 8η Ιουλίου 2003, πρόσωπο με στοιχεία D. H. A. και ιδιότητα δικηγόρου, με μήνυμα του μέσω TELEFAX (σε έντυπο του δικηγορικού του γραφείου), ζήτησε να αναληφθεί από τον λογαριασμό, το ποσό των 750.000 δολαρίων Αυστραλίας (AUD), και στη συνέχεια, να εμβασθεί, αφού μετατραπεί σε δολάρια Ηνωμένων Πολιτειών (USD), στην Τράπεζα των Η.Π.Α, με την επωνυμία «Wells Fargo Bank Minnesota ΝΑ» (MINNEAPOLIS), σε πίστωση του εκεί τηρούμενου λογαριασμού του.
Αυθημερόν, το κατάστημα Ρόδου απάντησε με fax στον D. H. A. και τον ενημέρωσε ότι ο λογαριασμός του ήταν προθεσμιακός και έληγε την 30ή Ιουλίου 2003 και ότι, ως εκ τούτου, τα χρήματα ήταν δεσμευμένα.
Του επισημάνθηκε δε ότι την ομολογία της κατάθεσης την είχε στα χέρια του μόνον ο πρώτος συνδικαιούχος, Α. Κ..
Μετά τρείς ημέρες και, συγκεκριμένα, την 13η Ιουλίου 2003, πρόσωπο με στοιχεία D. H. A., με νέο μήνυμα του telefax, διαμαρτυρήθηκε εντονότατα για την καθυστέρηση υλοποίησης της εντολής του, και ζήτησε, επίμονα και άμεσα, την ανάληψη, ποσού Αυστραλιανών Δολαρίων Η.Π.Α (AUD) 750.000, από τον επίδικο λογαριασμό και την μεταφορά του ποσού αυτού, αφού, προηγουμένως, γινόταν μετατροπή τους σε δολάρια Η.Π.Α (USD), στην προαναφερόμενη ξένη Τράπεζα.
Ζήτησε, επίσης, με το ανωτέρω fax του, να μην ενημερωθεί για την ανάληψη αυτή ο πρώτος συνδικαιούχος του λογαριασμού αυτού Α. Κ., καθόσον δεν του είχε εμπιστοσύνη.
Την 14η Ιουλίου 2003, επόμενη ημέρα του άνω δεύτερου μηνύματος, αφού διενεργήθηκε έλεγχος ταυτοπροσωπίας των αναφερόμενων στοιχείων του αποστολέως των άνω επιστολών telefax, με τα καταχωρημένα στους Η/Υ και στα εμπορικά βιβλία της τραπέζης, στοιχεία ταυτότητος του δεύτερου συνδικαιούχου του λογαριασμού και διαπιστώθηκε απόλυτη ταυτότητα ονοματεπωνύμου, πατρώνυμου, αριθμού λογαριασμού και αριθμού διαβατηρίου, ανελήφθη από τον άνω προθεσμιακό λογαριασμό, ποσό 750.000 AUD, το οποίο μετετράπη σε 491.474,99 δολάρια Η.Π.Α και απεστάλη, δια μηνύματος SWIFT, μέσω της ανταποκρίτριας τράπεζας AMERICAN EXPRESS BANK LTD, από το Κατάστημα Νέας Αγοράς Ρόδου, με έμβασμα, στην Τράπεζα των Η.Π.Α με την επωνυμία «Wells Fargo Bank Minnesota ΝΑ» (MINNEAPOLIS), σε πίστωση του λογαριασμού με δικαιούχο τον D. H. A..
Την ίδια ημέρα το κατάστημα Ρόδου της τράπεζας απέστειλε επιστολή στον D. H. A., με την οποία τον ενημέρωνε ότι του εμβάσθηκαν τα χρήματα, σύμφωνα με τις οδηγίες του.
Την 13η Νοεμβρίου 2003, ήτοι 4 μήνες μετά την μεταφορά του ως άνω χρηματικού ποσού, το κατάστημα Ρόδου της τράπεζας έλαβε νέο μήνυμα telefax με αποστολέα τον D. Μ. A., αντί του γνωστού με βάση τα καταγεγραμμένα στην Τράπεζα στοιχεία D. Η. A., ήτοι υφίστατο διαφορά ως προς το πατρώνυμο.
Ο αποστολέας στο μήνυμα του ανέφερε ότι ουδέποτε έστειλε μήνυμα telefax από την Μεγάλη Βρετανία εκείνη τη χρονιά, με το οποίο να ζητάει να γίνει ανάληψη και μεταφορά του προαναφερόμενου ποσού και, ταυτοχρόνως, να μην ενημερωθεί για την κίνηση του επίδικου κοινού προθεσμιακού λογαριασμού ο πρώτος συνδικαιούχος Α. Κ., και ζητούσε να του σταλεί η κίνηση του λογαριασμού του.
Την 5η Δεκεμβρίου 2003, ο D. Μ. A. δικηγόρος, με επιστολή του προς την Διεύθυνση Καταστημάτων Αιγαίου, επανέλαβε όσα ανέφερε στην προηγούμενη επιστολή του προς το κατάστημα Ρόδου της τράπεζας και επισύναψε επικυρωμένες φωτοτυπίες του διαβατηρίου του και του διαβατηρίου του πρώτου συνδικαιούχου Α. Κ., έγγραφα από τα οποία προέκυψε ότι ο αριθμός διαβατηρίου του D. M. A. ήταν ίδιος με το αναγραφόμενο στο αρχικό μήνυμα telefax την 8η Ιουλίου 2003 που είχε σταλεί στο κατάστημα Ρόδου από τον εμφανισθέντα ως D. H. A..
Την ίδια ημέρα, 5 Δεκεμβρίου 2003, ο πρώτος συνδικαιούχος, Α. Κ., με επιστολή του προς το κατάστημα Ρόδου, ζήτησε ανανέωση του επίδικου κοινού λογαριασμού, με συνδικαιούχο, όμως και δεύτερο όνομα τον, A. D. M..
Ο Α. Κ. ανέφερε ότι δικαιούχοι του κοινού λογαριασμού είναι ο ίδιος και ο A. D. M. , όπως αναφέρει στην ως άνω με ίδια ημερομηνία επιστολή του (και όχι A. D. H., όπως αναγραφόταν μέχρι τότε στις παλαιότερες ομολογίες προθεσμιακής καταθέσεως που είχε λάβει), ότι το ποσό προθεσμιακής καταθέσεως, στο όνομα των ως άνω δικαιούχων, ανέρχεται σε AUD 2.586.205,43 για το χρονικό διάστημα από 30 Ιουλίου 2003 μέχρι τέλος Νοεμβρίου 2003 και ζήτησε την έκδοση νέας ομολογίας, που θα αποστελλόταν στην ως άνω διεύθυνση του στην Αυστραλία.
Την 12η Φεβρουαρίου 2004 η τράπεζα ζήτησε εγγράφως από την τράπεζα των Η.Π.Α με την επωνυμία «Wells Fargo Bank» να της γνωρίσει κάθε πληροφορία αναφορικά με το πρόσωπο που εμφανίστηκε ως δικαιούχος του ανωτέρω εμβάσματος και, εξαιτίας του γεγονότος ότι εγέρθηκαν αμφιβολίες για την γνησιότητα της σχετικής εντολής, να σταματήσει κάθε διαδικασία πληρωμής του, σε περίπτωση, που δεν έχει ακόμη εισπραχθεί.
Στις 16 Φεβρουαρίου 2004 η τράπεζα των Η.Π.Α απάντησε πως έλαβε την πληρωμή για 491.424,99 δολάρια Η.Π.Α, για να πιστωθεί συγκεκριμένος λογαριασμός δικαιούχου, τονίζοντας ότι το όνομα του δικαιούχου και ο αριθμός λογαριασμού δεν αντιστοιχούν.
Τόνισε επίσης ότι ο λογαριασμός είχε ήδη κλείσει. Από το απαντητικό μήνυμα προκύπτει ότι η τράπεζα των ΗΠΑ πίστωσε μεν τον αριθμό λογαριασμού στον οποίον εστάλη το έμβασμα, χωρίς όμως να επιβεβαιώσει ότι το όνομα του δικαιούχου του λογαριασμού αντιστοιχεί με το όνομα του δικαιούχου του εμβάσματος.
Στις 5 Μαρτίου 2004 η Alpha Bank απέστειλε νέο μήνυμα προς την τράπεζα των ΗΠΑ με το οποίο ζητούσε, όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες, σχετικά με το λογαριασμό που πιστώθηκε, το όνομα του ή των δικαιούχων, τη διεύθυνση, τον αριθμό διαβατηρίου και ταυτότητας.
Η τράπεζα των ΗΠΑ απάντησε ότι δεν μπορεί να γνωρίσει το όνομα και τη διεύθυνση του πελάτη της.
Σύμφωνα με όσα κατέθεσε ο κ. Μαυρομάτης, οι συνδικαιούχοι του λογαριασμού, άσκησαν αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, και η υπόθεση συζητήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την 4η Φεβρουαρίου 2009 επί της οποίας εκδόθηκε απόφαση, με την οποία έγινε μερικώς δεκτή η αγωγή, κατά της αποφάσεως ασκήθηκε έφεση, η συζήτηση της οποίας είχε προσδιορισθεί ενώπιον του Εφετείου Αθηνών για την 10/2/2011, οπότε και συζητήθηκε κι απορρίφθηκε.
Εκτίμησε δε ότι ο δράστης ή οι δράστες είχαν βοήθεια εκ των έσω ή υπέκλεψαν με κάποιο ηλεκτρονικό ή μη τρόπο τα στοιχεία των καταθετών και του λογαριασμού, ο οποίος ετηρείτο και στη συνέχεια και προχώρησαν με συνεργούς προφανώς και στις ΗΠΑ στην υλοποίηση της απάτης εις βάρος της Τραπέζης.
τελικά έχουμε πάρα πολλά παρόμοια παρατράγουδα