Το βαρύ αποτύπωμα της πανδημίας στην ψυχική υγεία των Δωδεκανησίων αποτυπώνεται στα στοιχεία που δημοσιεύει σήμερα η «δημοκρατική» για τη σταθερή αύξηση στη χρήση αντικαταθλιπτικών/αγχολυτικών σκευασμάτων.
Το κόστος στην ψυχική υγεία των πολιτών στα δύο χρόνια από την εμφάνιση του κορωνοϊού είναι μεγάλο, καθώς ήρθαν αντιμέτωποι με στρες, κατάθλιψη, κρίσεις πανικού και αγχώδεις διαταραχές ως συνέπεια της πανδημίας, ενώ σε πολλές περιπτώσεις κλονίστηκε περαιτέρω η ήδη βεβαρημένη ψυχική τους υγεία.
Στην ήδη εντυπωσιακή αύξηση του 2020 έναντι του 2019 που σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου καταγράφηκε αύξηση κατά 25% στα συνταγογραφούμενα σκευάσματα και κατά 40% στα μη συνταγογραφούμενα, προστίθεται και η αύξηση κατά επιπλέον 15% στη διάρκεια του 2021 έναντι του 2020 στα συνταγογραφούμενα φάρμακα και κατά 40% στα μη συνταγογραφούμενα, καταδεικνύοντας τις δραματικές αλλαγές στην καθημερινότητά μας!
Η τάση που καταγράφεται στα Δωδεκάνησα, ακολουθεί τη γενική τάση σε όλη την Ελλάδα όπως αποτυπώνεται και σε σχετικές έρευνες. Εξάλλου, η πρόσφατη έρευνα «Η Covid-19 στην Ελλάδα: Ψυχολογικό Αποτύπωμα» του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής δείχνει πως σχεδόν το σύνολο των Ελλήνων αισθάνθηκαν σημαντική αλλαγή στην καθημερινότητά τους. Όπως αποτυπώνεται στην έρευνα, πέντε στα δέκα άτομα στην Ελλάδα αισθάνθηκαν «Πάρα πολύ» μεγάλη αλλαγή και τέσσερα στα δέκα άτομα αισθάνθηκαν «Μεγάλη» αλλαγή στην καθημερινότητά τους λόγω της πανδημίας COVID-19 και των επιπτώσεων της, όπως οι καραντίνες και οι περιορισμοί στις κοινωνικές και επαγγελματικές τους υποχρεώσεις.
Όπως δήλωσε στη «δημοκρατική» ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου και μέλος του Δ.Σ. του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου κ. Νίκος Φουτούλης, οι επιπτώσεις της πανδημίας και του εγκλεισμού οδήγησαν σε μια «δεύτερη πανδημία» που αφορά στα προβλήματα της ψυχικής υγείας των πολιτών όπως αποτυπώνεται όχι μόνο στα Δωδεκάνησα, αλλά σε όλη την Ελλάδα.
«Τα προβλήματα που προκάλεσε η πανδημία στην ψυχική υγεία θα παραμείνουν και μετά την περίοδο του κορωνοϊού κι εκεί θα πρέπει η πολιτεία να εστιάσει. Η αύξηση που καταγράφεται στη χρήση αντικαταθλιπτικών και αγχολυτικών σκευασμάτων στα τελευταία δύο χρόνια δείχνει το μέγεθος του προβλήματος και πόσο σημαντικά κλονίστηκε η ψυχική υγεία των ανθρώπων ενισχύοντας παράλληλα σε πολλές περιπτώσεις, τα ψυχικά νοσήματα που προϋπήρχαν», λέει ο κ. Ν. Φουτούλης επισημαίνοντας πως στα επίσημα στοιχεία δεν συνυπολογίζονται οι αγορές των σκευασμάτων μέσω του διαδικτύου, που ανεβάζουν ακόμα περισσότερο τα ποσοστά.
Μάλιστα, ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου ανέφερε πως πέρα από τα συνταγογραφούμενα σκευάσματα και τις προμήθειες μέσω διαδικτύου από νόμιμα και μη νόμιμα φαρμακεία, παρατηρήθηκε και το φαινόμενο χάπια να… αλλάζουν χέρια καθώς αρκετοί ήταν εκείνοι που αντί να συμβουλευτούν γιατρό, «δανείστηκαν» αντικαταθλιπτικά, αγχολυτικά ή ηρεμιστικά χάπια από συγγενείς και φίλους χωρίς επιστημονική εκτίμηση της κατάστασης της ψυχικής τους υγείας.
Περαιτέρω, επειδή, όπως είπε, ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, τόσο για την αυξομείωση της δοσολογίας των φαρμάκων από τους ίδιους τους θεραπευόμενους, όσο και από την αλόγιστη προμήθεια και χρήση τους μέσω του διαδικτύου. «Θα πρέπει οι πολίτες να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικοί και να απευθύνονται στους γιατρούς προκειμένου να τους δώσει τη σωστή θεραπευτική αγωγή. Δεν είναι δυνατόν να δανείζεται κανείς φάρμακα από τον συγγενή, τον φίλο του ή ακόμα χειρότερα να προμηθεύεται διάφορα φυτικά σκευάσματα αμφιβόλου ποιότητας από το διαδίκτυο, φαινόμενο το οποίο είναι επίσης σε έξαρση. Το δέλεαρ της πολύ χαμηλής τιμής συνήθως κρύβει παγίδες γι’ αυτό και οι καταναλωτές πρέπει να ερευνήσουν αν απευθύνονται σε νομίμως λειτουργούντα διαδικτυακά καταστήματα ή φαρμακεία», λέει ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου επαναλαμβάνοντας ότι η φαρμακευτική αγωγή είναι απαραίτητο να ακολουθείται μόνο κατόπιν σύστασης γιατρών και ψυχιάτρων.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο συνδυασμός της νόσου, των κοινωνικών συνεπειών της και των τεράστιων οικονομικών επιπτώσεων που έχει επιφέρει, θα αποτελέσει ισχυρό πλήγμα στην ψυχική υγεία, με μακροχρόνιες συνέπειες, μια πραγματικότητα που καθιστά αναγκαία τη δυνατότητα πρόσβασης όλων -ενηλίκων και ανηλίκων- σε φορείς ψυχολογικής υποστήριξης.
Το πλέον ανησυχητικό είναι ότι ακριβώς λόγω των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων που έχει επιφέρει η πανδημία, να μην είναι εφικτή η επίσκεψη στον ειδικό ιατρό ή να περνά σε δεύτερη μοίρα, γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι δομές στις οποίες ο πολίτης μπορεί να έχει δωρεάν πρόσβαση από τη στιγμή που οι δομές της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας είναι σχεδόν ανύπαρκτες στην Ελλάδα.