Συνεντεύξεις

Γιώργος Καββαθάς: «Το λειτουργικό κόστος για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, είναι εξωπραγματικό»

«Η εκτόξευση του κόστους ζωής στα σημερινά ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα δεν έχει επιπτώσεις μόνο στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους αλλά έχει αντίστοιχες και περισσότερες επιπτώσεις στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και των ελεύθερων επαγγελματιών». Αυτό υπογραμμίζει μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του στην ‘δ’ ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) κ. Γιώργος Καββαθάς.
Στο μεγάλο θέμα των τραπεζικών χρεώσεων που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις, ο ίδιος αναφέρει πως ‘Μόνο από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές εκτιμάται ότι χάνεται από την αγορά ένα ποσό που ξεπερνά τα 10 εκατομμύρια ευρώ κάθε ημέρα’ (!) ενώ, οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης για το θέμα, αφενός καθυστέρησαν πολύ, αφετέρου οι πολιτικές που ακολουθούνται, έναντι των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για το μέλλον.
• Στο μεγάλο θέμα των τραπεζικών χρεώσεων που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις, εκτιμάτε ότι υπάρχει η απαιτούμενη πολιτική βούληση από την πλευρά της πολιτείας;
Το πρόβλημα του κόστους χρήματος για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως και οι προμήθειες που επιβάλλονται επί διάφορων συναλλαγών και υπηρεσιών, αποτελεί ένα χρονίζον πρόβλημα που είναι σε γνώση της κυβέρνησης, τουλάχιστον εκ μέρους μας. Έχουμε τονίσει κατ’ επανάληψη ότι η ραγδαία επέκταση για παράδειγμα των ηλεκτρονικών συναλλαγών συνεπάγεται μια όλο και μεγαλύτερη αφαίρεση χρημάτων τόσο από τα κέρδη των επιχειρήσεων όσο και κυρίως από την πραγματική οικονομία. Μόνο από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές εκτιμάται ότι χάνεται από την αγορά ένα ποσό που ξεπερνά τα 10 εκατομμύρια ευρώ κάθε ημέρα. Σε αυτά τα χαμένα χρήματα προστίθενται όλες οι άλλες προμήθειες συναλλαγών, μεταφοράς χρημάτων, διατήρησης λογαριασμών, έκδοσης και ανανέωσης καρτών κ.λπ. Οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης έχουν καθυστερήσει κατά τη γνώμη μας και αφορούν μέρος μόνο των πραγματικών επιβαρύνσεων. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι μια αρχή, μια πρώτη ανακούφιση που έστω και τώρα ενδεχομένως να προκαλέσει και κάποιον εξορθολογισμό και στις χρεώσεις και στα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων. Δεν είμαι σε θέση να απαντήσω εάν όντως υπάρχει πλέον η πολιτική βούληση ή όχι. Οι μέχρι σήμερα, ωστόσο, ενέργειες δείχνουν μια ατολμία της κυβέρνησης να παρέμβει αποτελεσματικά ώστε να ανταποκριθούν οι τράπεζες στις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας επιτελώντας το ρόλο τους.

• Μόλις πρόσφατα, υπεγράφη μνημόνιο συνεργασίας ανάμεσα στο Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) και τον Σύνδεσμο Εταιρειών Βραχυχρόνιας Ακινήτων (Stama Greece) με στόχο την συνεργασία σε θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Μιλήστε μας γι αυτό.
Η βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων αποτελεί μια σχετικά νέα οικονομική δραστηριότητα στη χώρα μας που συνδέεται άμεσα με τον τουρισμό. Πρόκειται για μια δραστηριότητα, που είτε αποκτά εταιρική μορφή είτε αποτελεί μοντέλο αξιοποίησης μεμονωμένης ακίνητης περιουσίας από φυσικά πρόσωπα, είναι άμεσα συνδεδεμένο με πολλές από τις ομοσπονδίες και τα σωματεία μέλη της ΓΣΕΒΕΕ. Είτε αφορά στα τεχνικά επαγγέλματα που απασχολούνται στην ανακαίνιση ακινήτων, είτε στην εστίαση που εξυπηρετεί τον τουρισμό, είτε σε μικρά καταστήματα τοπικών αγορών που αναπτύσσονται, είναι σαφές ότι υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να εξεταστούν προκειμένου να γνωρίζουμε όλοι ποια είναι η συνεισφορά αυτής της δραστηριότητας στην ευρύτερη οικονομία αλλά και ποιες είναι ενδεχομένως οι δυσχέρειες που προκαλούνται. Αυτά τα ζητήματα σε γενικές γραμμές δύναται να ερευνήσει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ μέσω του εν λόγω μνημονίου συνεργασίας.
• Το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας, παραμένει η ακρίβεια. Πόσο επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις και κυρίως οι μικρές και μεσαίες, και τι περιθώρια έχουν να αντεπεξέλθουν σε τόσα βάρη;
Οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, διαπιστώνουμε σε καθημερινή βάση ότι το σύνολο των βαρών που πρέπει να καλύψουμε αυξάνεται, ενώ ταυτόχρονα η αγοραστική δύναμη των πολιτών μειώνεται επηρεάζοντας αρνητικά τα επιχειρηματικά έσοδα. Το λειτουργικό κόστος είναι εξωπραγματικό, κυρίως λόγω του μεγάλου κόστους ενέργειας και καυσίμων. Είναι χαρακτηριστικό πως με βάση την τελευταία έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Ιούλιος 2024) το κόστος λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια κατά σχεδόν 40%. Επιπλέον, το διοικητικό βάρος πολλαπλασιάζεται κάθε φορά που ακούγεται στη δημόσια σφαίρα η φράση ψηφιακή μετάβαση. Το μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος επίσης αυξάνονται, χωρίς όμως να επιδρούν σημαντικά οι αυξήσεις στην αγοραστική δύναμη λόγω της φορολογίας που δεν γίνεται φιλικότερη ούτε για τις επιχειρήσεις ούτε για τους χαμηλόμισθους. Αντίθετα έχουμε ακόμα και ακραίες μεταβολές αύξησης των φορολογικών επιβαρύνσεων, όπως έγινε με τον παραλογισμό του τεκμαρτού προσδιορισμού φορολογητέου εισοδήματος στις ατομικές επιχειρήσεις. Τα ενοίκια επίσης επαγγελματικής στέγης αυξάνονται υπερβολικά όπως και γενικότερα το κόστος ακινήτων και στέγασης. Οι πρώτες ύλες επίσης που χρησιμοποιούν πολλές επιχειρήσεις ανατιμώνται διαρκώς σε σημείο που υποχρεώνουν σε συνεχείς ανατιμήσεις και βέβαια όπως ήδη ανέφερα εξακολουθεί μεγάλο μέρος του παραγόμενου πλούτου να αφαιρείται χωρίς αντίκρισμα από το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σε όλα τα παραπάνω όμως πρέπει επιτέλους να συνεκτιμηθεί ότι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν ζουν στο κενό, οι επιχειρηματίες δηλαδή δεν έχουν μόνο το κόστος της επιχείρησής τους αλλά ταυτόχρονα οφείλουν να ανταποκρίνονται και στις οικονομικές οικογενειακές τους υποχρεώσεις.
Η εκτόξευση του κόστους ζωής στα σημερινά ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα δεν έχει επιπτώσεις μόνο στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους αλλά έχει αντίστοιχες και περισσότερες επιπτώσεις στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και των ελεύθερων επαγγελματιών. Στο ενεργειακό κόστος για παράδειγμα των επιχειρήσεων οφείλουμε να συνεκτιμήσουμε και το ενεργειακό οικιακό κόστος του επιχειρηματία. Ο δημόσιος διάλογος όπως αναπτύσσεται σήμερα, συχνά παραβλέπει ότι και οι επιχειρηματίες έχουν να αντιμετωπίσουν το κόστος διαβίωσης, δεν συγκαταλέγονται επομένως μεταξύ εκείνης της μειοψηφίας που διαβιεί άνετα και χωρίς ιδιαίτερο οικονομικό τουλάχιστον προβληματισμό. Το παράδοξο στη χώρα μας είναι ότι ενώ η οικονομία κινείται και αναπτύσσεται χάρη στην επιχειρηματική δραστηριότητα αντιμετωπιζόμαστε διαχρονικά ως γενεσιουργός αιτία των παθογενειών και της ανεπάρκειας της εθνικής οικονομίας και των ελλειμμάτων. Και αναφέρομαι στην μικρή και πολύ μικρή επιχειρηματικότητα, η οποία εκτός του ό,τι συστηματικά στοχοποιείται, θεωρείται από κάποιους «πεφωτισμένους» και ως διαρθρωτικό πρόβλημα της οικονομίας μας, όταν η συμβολή της στην απασχόληση και την κοινωνική συνοχή είναι καταλυτική. Καταληκτικά, να σημειώσω πως ειδικά στα τελευταία δυο χρόνια και παρά την εκτόξευση των δημοσίων εσόδων, δεν έχουν υπάρξει ουσιαστικές και αποτελεσματικές παρεμβάσεις μείωσης του κόστους ζωής και βελτίωσης του οικονομικού κλίματος. Δυστυχώς, οι πολιτικές που ακολουθούνται, έναντι των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, δεν μας αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για το μέλλον.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου