Θέτοντας το ερώτημα «Ανάπτυξη: πως και για ποιούς» ο Βουλευτής Ηλίας Καματερός μίλησε σήμερα στη Βουλή για την αναπτυξιακή πορεία της Δωδεκανήσου από την περίοδο της τουρκοκρατίας έως σήμερα και πως η άνιση κατανομή του πλούτου στα νησιά επηρεάζει την κοινωνική ανάπτυξή τους.
Η ομιλία του αφορούσε στην εκδήλωση προς τιμή της Δωδεκανήσου που διοργάνωσε η Επιτροπή Περιφερειών της Βουλής με θέμα: «Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα: Ιστορική επισκόπηση. Αναπτυξιακές δυνατότητες και προοπτικές».
Ο Ηλίας Καματερός ξεκινώντας την ομιλία του σημείωσε ότι μια τέτοια συνάντηση, όπως αυτή στη Βουλή, δε θα μπορούσε να γίνει εύκολα σε ένα από τα Δωδεκάνησα εξαιτίας των προβλημάτων συγκοινωνίας.
Αναφέρθηκε μάλιστα στην ιστορική εξέλιξη των νησιών τονίζοντας ότι ο πλούτος τους διανέμονταν σε όφελος των λίγων ενώ οι πολλοί έκαναν αγώνα επιβίωσης ή ξενιτεύονταν.
Με συγκινητικές αναφορές στην περίοδο του καπνού και της ντοματοκαλλιέργειας στην Κω επισήμανε ότι και στην εποχή της τουριστικής ανάπτυξης, με εξαίρεση τη δεκαετία του ’80 που ενισχύθηκαν οι μικρομεσαίες τουριστικές επιχειρήσεις, παρότι ο πλούτος μεγαλώνει οι κάτοικοι δεν ωφελούνται.
Τόνισε μάλιστα ότι η διαχείριση του τουριστικού προϊόντος και τα οφέλη του περνούν στον έλεγχο των tour operators ενώ οι τοπικές κοινωνίες επωμίζονται το κόστος των υποδομών.
«Ανάπτυξη χωρίς τους νησιώτες δε γίνεται» τόνισε χαρακτηριστικά και αναφέρθηκε στα κύρια προβλήματα που συνιστούν την έννοια της νησιωτικότητας και απαιτούν λύσεις, όπως είναι η συγκοινωνία, υγεία, παιδεία και διοίκηση.
Επιπλέον επισήμανε ότι δεν έχει γίνει κατανοητή η έννοια της νησιωτικότητας τονίζοντας ότι χρειάζεται αγώνας για αυτό και κάλεσε όλους να συμμετάσχουν στην προσπάθεια, διερωτώμενος «αν δε το κάνουμε εμείς, ποιοι θα το κάνουν»;
ΑΝΑΠΤΥΞΗ: Πως και για ποιους
Σχεδόν 70 χρόνια από την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στον εθνικό κορμό.
Μπορούμε και πρέπει να αποτιμήσουμε με ειλικρίνεια το παρελθόν.
Αυτή τη μακρά διαδρομή οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των νησιών μας.
Παράλληλα όμως, και αυτό έχει ίσως μεγαλύτερη αξία, να στοχαστούμε το μέλλον. Τις δυσκολίες προσαρμογής αλλά και τις μεγάλες ευκαιρίες.
Στην εποχή του παγκόσμιου ανταγωνισμού και των μεγάλων αλλαγών.
Η ανάπτυξη των Δωδεκανήσων, ιστορικά, βασίστηκε στη γεωγραφική θέση τους.
Ανάμεσα σε Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Σε ανατολή και δύση.
Στο ανθρώπινο δυναμικό τους. Στις πλούσιες πλουτοπαραγωγικές πηγές. Στην περιβαλλοντική πολυμορφία των νησιών μας.
Κάθε νησί έχει τη δική του ιστορία ανάπτυξης.
Η Κως τη γεωργία, η Κάλυμνος τη σπογγαλιεία, η Ρόδος μια πιο μεικτή οικονομία.
Θα αναφερθούμε στις τελευταίες επτά δεκαετίες. Από την ενσωμάτωση έως σήμερα.
Μια πορεία με σκαμπανεβάσματα.
Με πληθυσμιακή αφαίμαξη, σχεδόν όλων των νησιών, τις τρείς πρώτες δεκαετίες.
Γέμισε η Αυστραλία, ο Καναδάς και οι Ηνωμένες Πολιτείες από Δωδεκανήσιους.
Στα πιο πολλά νησιά, είναι πολύ μεγαλύτεροι οι ομογενειακοί πληθυσμοί από τους κατοίκους που κατάφεραν να ριζώσουν στον τόπο τους.
Η ανάπτυξη της χώρας μας, μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον καταστροφικό εμφύλιο, περιείχε πολλές και μεγάλες ανισότητες.
Ειδικά στα Δωδεκάνησα, οι ανισότητες εκφράστηκαν σε πολλά επίπεδα.
Γιατί η ανάπτυξη δεν ήταν ουδέτερη. Δεν αφορούσε όλους. Δεν ήταν ίδια για όλους.
Το αθηνοκεντρικό κράτος, από τη μια, συγκέντρωνε τους πόρους και τις πιο παραγωγικές δυνάμεις της χώρας.
Η περιφέρεια από την άλλη, ίσως με κάποιες εξαιρέσεις, αλλά ειδικά οι νησιωτικές περιοχές έμειναν στο περιθώριο.
Στο εσωτερικό της Δωδεκανήσου αναπτύχθηκαν επιπλέον ανισότητες.
Η Ρόδος να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον επενδύσεων και η πλειοψηφία των άλλων νησιών να μένει στο περιθώριο.
Έτσι αναπτύχθηκε και διανησιωτικό ρεύμα μετανάστευσης, προς τη Ρόδο.
Δεν είναι τυχαίο που στο μεγαλύτερο νησί του νομού μας ανθούν οι κοινότητες των Κώων, των Καλυμνίων, Συμιακών, Νισυρίων και όλων των νησιών.
Ένα τρίτο επίπεδο ενδονησιωτικής ανισότητας εμφανίστηκε επιπλέον στα μεγάλα νησιά του Νομού.
Κυρίως στη Ρόδο και δευτερευόντως στην Κω.
Αναπτύχθηκαν υποδομές και υλοποιήθηκαν επενδύσεις κατά κύριο λόγο στην πρωτεύουσα κάθε νησιού και μεταγενέστερα, σταδιακά, στο υπόλοιπο νησί.
Η σύγχρονη οικονομική ανάπτυξη της Δωδεκανήσου ταυτίστηκε με τον τουρισμό.
Στηρίχθηκε στις μεσαίες και μικρές τουριστικές επιχειρήσεις, κυρίως οικογενειακού χαρακτήρα.
Επενδύσεις δισεκατομμυρίων υλοποιήθηκαν τα τελευταία 40 χρόνια. Έστω σε διαφορετικό ύψος για κάθε νησί.
Από την οικονομία της επιβίωσης, του αγροτικού τομέα, περάσαμε στην οικονομία των υπηρεσιών και για μεγάλο διάστημα στην οικονομία του πλούτου.
Το ειδικό φορολογικό καθεστώς. Οι αναπτυξιακοί νόμοι. Οι επενδύσεις των μεταναστών μας και το ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη, εκείνης της εποχής, βοήθησαν σε αυτό.
Επιπλέον δημιουργήθηκε μια παράλληλη οικονομία εξωξενοδοχειακών επαγγελμάτων, στην εστίαση, στη διασκέδαση, στις κάθε είδους υπηρεσίες.
Για πολλά χρόνια δημιουργούνταν συνεχώς νέες θέσεις εργασίας.
Έτσι τα νησιά έγιναν πόλος προσέλκυσης εργαζομένων από όλη τη χώρα.
Το τουριστικό εισόδημα διαχύθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και υπήρξε γενική βελτίωση του επιπέδου ζωής.
Όλα αυτά μέχρι το πέρασμα στον 21ο αιώνα.
Τότε άρχισαν να αλλάζουν τα πράγματα, με τη σταδιακή εξάπλωση του all inclusive, στα νησιά που ακολούθησαν το μοντέλο του μαζικού τουρισμού, σε Ρόδο και Κω.
Αυτό φυσικά είχε επιπτώσεις και στα άλλα νησιά.
Η ταχύτατη τουριστική ανάπτυξη αλλοίωσε σε σημαντικό βαθμό τις παραδοσιακές παραγωγικές δραστηριότητες.
Επηρέασε αναπόφευκτα τον παραδοσιακό τρόπο ζωής. Τις αξίες και τη συνοχή των τοπικών κοινωνιών.
Έστω με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό μέγεθος από νησί σε νησί.
Σε μεγάλο βαθμό οδήγησε στη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού.
Συμπίεσε παραδοσιακές οικονομικές δραστηριότητες, όπως την κτηνοτροφία, τη μελισσοκομία αλλά και τη γεωργία, αφαιρώντας τους ζωτικό χώρο.
Ακόμα και ο δευτερογενής τομέας, της μεταποίησης, που αναπτύχθηκε στις πρώτες δεκαετίες του τουρισμού, υποχώρησε σταδιακά υπό το βάρος του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Και το χειρότερο από όλα; Γίνεται τώρα ότι και στο παρελθόν.
Τον πλούτο του τόπου τον ωφελούνται οι λίγοι.
Είτε αφορούσε πριν τα καπνά και τη ντοματοκαλλιέργεια, είτε τώρα τον τουρισμό.
Από την εποχή των χονδρεμπόρων της αγροτικής παραγωγής περάσαμε στην εποχή των tour operators.
Είναι κοινώς παραδεκτό ότι η τουριστική ανάπτυξη της Δωδεκανήσου βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην εύνοια της φύσης και της τύχης.
Οι κοσμοπολίτες Δωδεκανήσιοι διείδαν νωρίς τα οφέλη του τουρισμού και επένδυσαν σε αυτόν. Σε κεφάλαιο και σε γνώση. Επιχειρηματίες και εργαζόμενοι.
Παρόλα αυτά η Πολιτεία δεν έδωσε την αναγκαία προσοχή.
Ο τουρισμός, για πολλά χρόνια, συμπιέστηκε, από άποψη ενδιαφέροντος, μεταξύ πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα.
Η έλλειψη εθνικού σχεδιασμού είχε ως αποτέλεσμα την απουσία κάθε χωροταξικού σχεδίου.
Δίχως χωροταξία δεν υπάρχει τοπικός σχεδιασμός. Δεν υπάρχουν κανόνες. Υποβαθμίζονται οι φυσικοί πόροι και οι παραγωγικές δραστηριότητες.
Τελικά υποβαθμίζεται το ίδιο το τουριστικό προϊόν.
Είναι τραγικό να βρισκόμαστε στο 2016 και τα νησιά μας να μην έχουν καν Γενικό Πολεμικό Σχέδιο, ούτε κτηματολόγιο (πλην Ρόδου, Κω και τμήματος της Λέρου).
Έτσι όλα γίνονται αχταρμάς και κανένας δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει και που.
Ξενοδοχεία, χώροι διασκέδασης, κτηνοτροφικές ζώνες και σταβλικές εγκαταστάσεις, γεωργική και οικιστική γη, γίνανε ένα.
Έτσι οδηγηθήκαμε στην άναρχη ανάπτυξη.
Χάθηκε η ισορροπία και η μία δραστηριότητα επηρεάζει και σε πολλές περιπτώσεις πλήττει την άλλη.
Τα νησιά μας όμως, όπως και η χώρα μας γενικότερα, έχουν ανάγκη από όλα για να ζήσουν.
Δίχως πρωτογενή τομέα καταστρέφεται η φύση και αλλοιώνεται ο κοινωνικός ιστός.
Δε μπορεί να στηριχθεί η μεταποίηση αναγκαίων προϊόντων που δίνουν όνομα και χαρακτήρα στο τουριστικό προϊόν της χώρας.
Χάνεται η ισορροπία και πάνω από όλα η δυνατότητα διαφοροποίησης της οικονομικής ανάπτυξης.
Οι εξελίξεις της τελευταίας εικοσαετίας στον τουρισμό μετέφεραν το βάρος από τις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις στις μεγαλύτερες.
Είναι μια πορεία που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα και δεν έχει να κάνει μόνο με τον τουρισμό.
Αποκτά όμως καθοριστική σημασία κυρίως για τις περιοχές και τις κοινωνίες που εξαρτώνται από τον μαζικό τουρισμό.
Στην Ευρώπη η συγκεντροποίηση των τουριστικών γραφείων έβγαλε από την αγορά πολλούς tour operators και συγκέντρωσε τον έλεγχο διακίνησης του οργανωμένου τουρισμού σε λίγα χέρια.
Η εξάρτηση μεγάλωσε παρότι αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των τουριστών.
Σε όλο αυτό το διάστημα το μέσο μέγεθος των ξενοδοχειακών μονάδων επίσης αυξήθηκε σημαντικά.
Εκεί κατευθύνθηκε και το μεγάλο μέρος των χρηματοδοτήσεων.
Τόσο του δημόσιου τομέα, μέσω των αναπτυξιακών νόμων, όσο και των τραπεζών.
Παράλληλα οι δημόσιες υποδομές όπου υπήρχαν επιβαρύνθηκαν και όπου δεν υπήρχαν έπρεπε να δημιουργηθούν.
Το αποτύπωμα του μαζικού τουρισμού επιβάρυνε το φυσικό περιβάλλον με επιπτώσεις στη γη, στον αέρα και στο νερό.
Ειδικά στα νησιά, που από τη φύση τους είναι περιβαλλοντικά ευαίσθητα, αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Ενέργεια, νερό και απορρίμματα αποκτούν νέα σημασία και απαιτούν άλλου τύπου διαχείριση.
Στην ίδια κατάσταση, οι μικρές και μεσαίες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις καρκινοβατούν. Πολλές έχουν κλείσει.
Στην εξωξενοδοχειακή αγορά αντίστοιχα προβλήματα.
Παρά την αύξηση του αριθμού των επισκεπτών έχουμε μείωση του εισοδήματος που μοιράζεται στις τοπικές κοινωνίες.
Συρρίκνωση εισοδημάτων, σε συνδυασμό με την εποχικότητα του ελληνικού τουρισμού, μειώνουν δραματικά το όφελος για τους κατοίκους.
Παρόλα αυτά, τα τελευταία χρόνια, παρουσιάζεται και αντίστροφη τάση, πιο αισιόδοξη.
Αυξάνονται οι επισκέπτες που οργανώνουν ατομικά τις διακοπές τους, έξω από το καθιερωμένο δίκτυο των tour operators.
Τάση που οφείλεται στην αύξηση χρηστών του διαδικτύου και στην εξάπλωση των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους.
Παρ’ όλο που κι εδώ άρχισαν να αναπτύσσονται οι διαδικτυακοί πράκτορες.
Αυτές οι αλλαγές δημιουργούν ζωτικό χώρο επιβίωσης και στις μικρότερες τουριστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται έξω από το παραδοσιακό σύστημα διακίνησης.
Βεβαίως παραμένει αναλλοίωτο το γεγονός συγκέντρωσης του παραγόμενου τουριστικού εισοδήματος σε λίγα χέρια.
Πρώτα από όλα οφείλουμε να δούμε την οικονομία κάθε νησιού ξεχωριστά και της Δωδεκανήσου συνολικά.
Στο πλαίσιο της περιφερειακής ανάπτυξης και της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Είναι ευθύνη της κυβέρνησης, της Τοπικής και Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, των ίδιων των κατοίκων.
Μείζον ζήτημα είναι η γεωπολιτική θέση της Δωδεκανήσου.
Είμαστε η πρώτη και τελευταία πόρτα, από και προς την Ευρώπη.
Οι δρόμοι της Ασίας ξεκινούν απέναντί μας.
Η γειτνίαση με την Τουρκία δημιουργεί μεγάλες ευκαιρίες. Ανοίγει αγορές.
Αυτές τις δυνατότητες πρέπει να αξιοποιήσουμε σε όφελος της χώρας μας αλλά και κάθε νησιού ξεχωριστά.
Ουσιαστικά μιλάμε για δύο ενότητες. Βόρεια και Νότια Δωδεκάνησα.
Με μητροπολιτικά κέντρα ανάπτυξης, την Κω και τη Ρόδο αντίστοιχα.
Γύρω από αυτά παρατάσσονται και τα άλλα νησιά.
Εξαρτώμενα αλλά και το καθένα με τη δική του δυναμική αυτόνομης ανάπτυξης.
Από την Πάτμο με το θρησκευτικό τουρισμό έως τη Σύμη με το θαλάσσιο.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι άνθρωποι κάθε τόπου είναι ο πλούτος του. Αφορούν το φυσικό περιβάλλον, τις παραδοσιακές οικονομικές δραστηριότητες, την ιστορία και τον πολιτισμό του.
Η προστασία και ανάδειξή τους προϋποθέτει σχέδιο.
Ξεκαθάρισμα των όρων και των ορίων, για τις επενδύσεις και τις δημόσιες υποδομές.
Οριοθέτηση του μεγέθους της οικονομικής ανάπτυξης.
Πρέπει να δούμε τη φέρουσα ικανότητα κάθε νησιού.
Για παράδειγμα, σε Ρόδο και Κω πρέπει να δοθεί βάρος στην ποιοτική αναβάθμισή τους.
Να μη διαταραχθεί η περιβαλλοντική ισορροπία ή να σταματήσει όπου έχει ήδη συμβεί.
Η πολυμορφία που δίνουν στο Αιγαίο, αλλά και γενικότερα στη χώρα μας, τα χαρακτηριστικά κάθε νησιού, αποτελεί το μεγάλο μας πλούτο.
Εκεί πρέπει να στοχεύσουμε, στη μοναδική ταυτότητα κάθε νησιού.
Και δε βοηθούν σε αυτό γενικές, οριζόντιες διατάξεις για όλα τα νησιά.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα στον πρωτογενή τομέα και στον τουρισμό, στα μεγάλα και στα μικρότερα νησιά.
Να δημιουργήσουμε συνέργειες μεταξύ των παραγωγικών κλάδων και μεταξύ των νησιών.
Όπως συνέβαινε και στην αρχαιότητα. Τότε που η ιστορία κατέγραψε την Κω ως παραγωγικό και εξαγωγικό νησί γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων.
Τότε που, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο,
«Ους η Κως έθρεψε ουδ΄ Αίγυπτος δύναται θρέψαι».
Για να το πετύχουμε χρειάζονται συνδυασμένες δράσεις.
Δράσεις που στοχεύουν στην αειφόρο ανάπτυξη. Στην αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη.
Δράσεις που στοχεύουν στην ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών.
Δράσεις που δημιουργούν επωνυμία.
Πρώτος στόχος η σύνδεση του πρωτογενή με τον τριτογενή τομέα.
Για να γίνουν πιο αποτελεσματικές τέτοιες προσπάθειες πέφτει μεγάλο βάρος στην αναδιοργάνωση του πρωτογενή τομέα. Εκεί υστερούμε.
Ποιοτικά προϊόντα, τυποποίηση και πιστοποίηση αποτελούν προϋπόθεση επιτυχίας.
Για να έχουμε αποτέλεσμα απαιτούνται νέες λογικές.
Η συνεργασία είναι εκ των ων ουκ άνευ όρος επιβίωσης.
Διαφορετικά οι μικροί παραγωγοί θα χαθούν στον ανταγωνισμό της παγκόσμιας αγοράς.
Τα νησιά μας, η χώρα μας ολόκληρη, θα χάσουν μεγάλο μέρος των πλεονεκτημάτων τους.
Εδώ έρχεται να δώσει λύσεις η κοινωνική επιχειρηματικότητα, στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας.
Η κυβέρνηση άνοιξε το διάλογο για την κοινωνική οικονομία και στηρίζει τέτοιες πρωτοβουλίες.
Για να έχει όμως αποτέλεσμα πρέπει να ενεργοποιηθεί ο ανθρώπινος παράγοντας. Πρέπει να το πιστέψουν πρώτοι από όλους αυτοί που τους αφορά άμεσα.
Η συνεργασία δεν αφορά μόνο τον πρωτογενή τομέα αλλά το σύνολο της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Όταν βλέπουμε τις μεγάλες επιχειρήσεις να μεγαλώνουν συνεχώς.
Όταν συγχωνεύσεις, εξαγορές και επεκτάσεις διαμορφώνουν την αγορά.
Δε μπορεί οι συμπατριώτες μας μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες να μείνουν στον αέρα και να χαθούν.
Υπάρχουν όλες οι δυνατότητες, να δώσουν τη μάχη της επιβίωσης αλλά και της ανάπτυξης.
Δίκτυα επιχειρήσεων, clusters, αστικοί, προμηθευτικοί συνεταιρισμοί, και διάφορες άλλες μορφές συνεργασίας μπορούν να αλλάξουν το τοπίο.
Το κοινό όφελος, η συνεργασία και η αλληλεγγύη στηρίζουν την κοινωνική συνοχή.
Επιχειρήσεις με καινοτομία, σύγχρονες υπηρεσίες και ποιοτικά τοπικά προϊόντα, μπορούν να επανατοποθετήσουν τα νησιά μας στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, με καλύτερους όρους.
Πέρα από αυτά.
Σημαντική παράμετρος σε κάθε σχεδιασμό είναι ο νέος ρόλος του Κράτους και της Αυτοδιοίκησης, σύμφωνα με τις αρχές της νησιωτικότητας.
Είναι το ικανό, οικονομικό και αποτελεσματικό δίκτυο συγκοινωνιών και μεταφορών.
Αποτελεί σημαντικό ντεζαβαντάζ για το κόστος ζωής στα νησιά και την πρόσβαση των επισκεπτών μας, ειδικά στα μικρά νησιά.
Το μεταφορικό ισοδύναμο, δίκτυο ενδονησιωτικής συγκοινωνίας με συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και ενίσχυση των αερομεταφορών αποτελούν τις προϋποθέσεις επιτυχίας.
Η οικονομική δε μπορεί να είναι ξέχωρα από την κοινωνική ανάπτυξη.
Πρέπει να πάνε μαζί και να αλληλοτροφοδοτούνται.
Γι αυτό, στο πλαίσιο της νησιωτικότητας, απαιτούνται ειδικά μέτρα για την υγειονομική και εκπαιδευτική θωράκιση των νησιωτικών κοινωνιών.
Όσο υπάρχει έστω κι ένας κάτοικος πάνω σε ένα νησί η Πολιτεία και η οργανωμένη κοινωνία, σε όλες τις μορφές της, έχει ευθύνη απέναντί του.
Προσωπικά, παρά τις δυσκολίες της χώρας μας και το ευρύτερο ασταθές περιβάλλον, δηλώνω αισιόδοξος για το μέλλον των νησιών μας και των νησιωτών συμπατριωτών μου.