Να μην γίνει κατηγορία εις βάρος ενός κατοίκου Στουτγάρδης Γερμανίας κι ενός κατοίκου Χαϊδαρίου Αττικής για την πράξη της απάτης από κοινού τελεσθείσας, από την οποία η προξενηθείσα ζημιά υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ αποφάσισε με Βούλευμα, που εξέδωσε, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Με το ίδιο Βούλευμα έπαυσε η δίωξη για έκδοση ακάλυπτης επιταγής κατ’ εξακολούθηση εις βάρος του δεύτερου, πράξη που φέρεται να τελέστηκε στην Ρόδο στις 11 Μαΐου 2011 και 9 Μαρτίου 2011.
Οι δύο κατηγορούμενοι καταμηνύθηκαν από δύο Ροδίτες, μέλη ΕΠΕ, που λειτουργούσαν γνωστό κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος στην πόλη της Ρόδου.
Η εταιρεία από το έτος 2006 δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της εκμετάλλευσης εστιατορίων, καφέ μπαρ, μπαρ και νυκτερινών κέντρων διασκέδασης.
Εκμεταλλευόταν, καφετέρια – εστιατόριο, η οποία είχε εκμισθωθεί σ’ αυτήν από ανώνυμη ξενοδοχειακή εταιρεία.
Η επιχείρηση μεταβιβάστηκε τον Αύγουστο του 2010 στους μηνυόμενους και συγκεκριμένα η άδεια λειτουργίας της και συγκεκριμένα πάγια.
Η μηνύτρια εταιρεία υποστηρίζει ότι ανέλαβε με την υπογραφή σχετικού συμφωνητικού την υποχρέωση να προβεί από κοινού με την εκμισθώτρια εταιρεία στην οριστική λύση της σύμβασης μίσθωσης.
Το συνολικό τίμημα για την προαναφερθείσα μεταβίβαση συμφωνήθηκε, όπως ισχυρίζεται η μηνύτρια ΕΠΕ, στο ποσό των 840.000 ευρώ.
Η μηνύτρια εταιρεία, αφού αναφέρεται στη μεταξύ τους συμφωνία για την καταβολή του ως άνω τιμήματος, διατείνεται ότι επιδεικνύεται αδιαφορία εκ μέρους των μηνυομένων για την εκπλήρωση των οικονομικών υποχρεώσεών τους και ότι οι επιταγές που εξέδωσαν προς εξόφληση του χρέους, σφραγίστηκαν.
Αναφέρεται επίσης στην έκδοση διαταγών πληρωμής και διατείνεται ότι από κοινού ενεργούντες, με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος έβλαψαν την περιουσία της, πείθοντας τόσο το νόμιμο εκπρόσωπό της όσο και την εταίρο της στη μεταβίβαση της επιχείρησης με την εν γνώσει τους παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών.
Η μηνύτρια ισχυρίζεται ότι οι εκπρόσωποί της πείσθηκαν συγκεκριμένα να συναινέσουν και να υπογράψουν τη σύμβαση μεταβίβασης της επιχείρησης λαμβάνοντας μεταχρονολογημένες επιταγές του δευτέρου των μηνυομένων οι οποίες όμως, όπως αποδείχθηκε, δεν είχαν αντίκρυσμα.
Οι δύο κατηγορούμενοι αρνήθηκαν την κατηγορία ως εντελώς αβάσιμη τονίζοντας ότι η μηνύτρια εταιρεία και οι εκπρόσωποι της επιχειρούν να ποινικοποιήσουν μια καθαρά αστική διαφορά.
Τόνισαν μεταξύ άλλων ότι το συνολικό τίμημα της αγοραπωλησίας της εταιρείας ορίσθηκε στο υπέρογκο ποσό των 840.000 ευρώ, ενώ τόνισαν ότι οι επιταγές εκδόθηκαν κατ’ απαίτηση της μηνύτριας επειδή ο ένας εκ των κατηγορουμένων διέθετε μεγάλη ακίνητη περιουσία ώστε να αισθάνεται εξασφαλισμένη.
Σημείωσαν ότι 12 εγγυητικές μεταχρονολογημένες επιταγές που εκδόθηκαν θα «εκάλυπταν» εγγυητικά την 4 δόσεις του τιμήματος της αγοραπωλησίας και ήσαν «δίγραμμες» μη δυνάμενες να οπισθογραφηθούν και να μεταβιβασθούν περαιτέρω σύμφωνα με ρητό όρο ιδιωτικού πωλητηρίου συμφωνητικού.
Μέχρι όμως να συντελεσθεί η έκδοση των 12 εγγυητικών ισόποσων μεταχρονολογημένων επιταγών ένας εκ των κατηγορουμένων υποχρεώθηκε για πρόσθετη εξασφάλιση της μηνύτριας να εκδώσει επιπλέον και δύο ακόμη ισόποσες «εγγυητικές» δίγραμμες αλλά και πάλι μεταχρονολογημένες προσωπικές επιταγές του συνολικής αξίας 240.000 ευρώ σε διαταγή της μηνύτριας οι οποίες επρόκειτο να αντικατασταθούν στο μέλλον με τα σώματα των 12 ισόποσων μεταχρονολογημένων «εγγυητικών» επιταγών ονομαστικής αξίας 20.000 ευρώ η κάθε μία.
Τόνισαν ότι η γενική οικονομική κρίση και ύφεση επηρέασε τη λειτουργία και τα αναμενόμενα έσοδα της εταιρείας με αποτέλεσμα να υπάρχει δυσχέρεια στην εμπρόθεσμη και κανονική εξόφληση των δόσεων του πιστωθέντος τιμήματος εκ μέρους της ΕΠΕ με αποτέλεσμα να υπάρξει πρόσκαιρη ταμιακή αδυναμία πληρωμής δόσης ύψους 100.000 ευρώ της 31/8/2011 για την οποία ένας εκ των κατηγορουμένων είχε εκδώσει και παραδώσει στη μηνύτρια ισόποση εγγυητική μεταχρονολογημένη δίγραμμη επιταγή του.
Την επιταγή αυτή, όπως επεσήμαναν οι κατηγορούμενοι, εντελώς παράνομα και κατά παράβαση ρητού όρου ιδιωτικού συμφωνητικού την εμφάνισε η μηνύτρια ενωρίτερα προς πληρωμή (μαζί με τις υπόλοιπες 3 δίγραμμες μεταχρονολογημένες εγγυητικές επιταγές του) στις 11/5/2011 δηλαδή 3 και πλέον μήνες ενωρίτερα από την αναγραφόμενη σ’ αυτήν ημερομηνία πληρωμής.
Τελικά η μηνύτρια συμφώνησε να εξοφληθεί η δόση αυτή τμηματικά ανάλογα με τις ημερήσιες εισπράξεις που θα είχε το κατάστημα. Με βάση την νεότερη αυτή συμφωνία η εταιρεία κατέβαλε στη μηνύτρια τμηματικά το συνολικό ποσό των 88.650 ευρώ έναντι της οφειλής της των 123.350 ευρώ από τη Διαταγή Πληρωμής.
Μάλιστα η μηνύτρια χρησιμοποιώντας ως τίτλο εκτέλεσης τη διαταγή πληρωμής κατέσχεσε και επίσπευσε σε βάρος του ενός κατηγορούμενου πλειστηριασμό 5 τεράστιας αξίας ακινήτων του για ένα υπόλοιπο οφειλής της εταιρείας ύψους 34.700 ευρώ!!!
Επίσης στην πορεία επέδωσε σε έναν κατηγορούμενο κι άλλη διαταγή πληρωμής για ποσό 374.500 ευρώ.
Στην πορεία κατέσχεσε αναγκαστικά για ποσό 123.350 ευρώ το σύνολο της ακίνητης περιουσίας ενός εκ των κατηγορουμένων η αξία της οποίας υπερβαίνει τα 2 εκατ. ευρώ.
Τόνισαν επίσης ότι έχουν κερδίσει σε πρώτο βαθμό τις αστικές δίκες με την μηνύτρια.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρίστανται οι δικηγόροι κ.κ. Μ. Κουτσούκος και Ελλη Βελιάδη.