Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις στις ζωές των ανθρώπων και την οικονομία, βρέθηκε στο επίκεντρο της συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας ‘Ακη Σκέρτσου, το βράδυ της Τρίτης, στον τηλεοπτικό σταθμό action24. Μαζί με το καθημερινό έργο της κυβέρνησης, τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές, αλλά και την επισήμανση ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης «θέλει να είναι πρωθυπουργός τουλάχιστον οκτώ χρόνων».
Αναλυτικά -και ξεκινώντας σε έναν πιο προσωπικό τόνο- ο υπουργός Επικρατείας παρατήρησε ότι «ζούμε πολύ δύσκολες εποχές που έχουν μια βαριά σκιά πάνω μας και προκαλούν μια ανησυχία σε όλους μας για το αύριο. Ωστόσο, η κυβέρνηση έχει δείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί δύσκολες κρίσεις, έχουμε έναν πρωθυπουργό, ο οποίος είναι πάνω από τα πράγματα και δίνει μάχες και εδώ, στην Ελλάδα, και στην Ευρώπη αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες».
Περιέγραψε δε, τον πρωθυπουργό ως «εργασιομανή», ο οποίος «δουλεύει καθημερινά πολλές ώρες και σε πάρα πολλά επίπεδα, από το υψηλότερο, των επαφών με τους ηγέτες των άλλων χωρών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει στο διεθνές πεδίο, ως και το επίπεδο της καθημερινότητας και της διοίκησης, της καθοδήγησης σε πάρα πολλά θέματα».
Στα τρέχοντα, τώρα, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε ότι το ενεργειακό πρόβλημα είναι «πάρα πολύ δύσκολο, το ζούμε όλοι καθημερινά, όλοι βλέπουμε τους λογαριασμούς μας να ανεβαίνουν, ωστόσο η κυβέρνηση το είδε πολύ νωρίς, έλαβε πρωτοβουλίες από τον Σεπτέμβριο», μια στήριξη που «θα συνεχιστεί όσο κρατά η κρίση». Όμως, τώρα, συμπλήρωσε με έμφαση, «πρέπει να καταλάβουμε ότι πρέπει να βρεθούν και να δοθούν και ευρωπαϊκές λύσεις πλέον, πέραν αυτών που έχουν δοθεί ως τώρα».
Τα τρία ελλείμματα της Ευρώπης
Σύμφωνα με τον ‘Α. Σκέρτσο, η σημερινή πολεμική κρίση αναδεικνύει τρία ευρωπαϊκά ελλείμματα: το διπλωματικό, το αμυντικό και το ενεργειακό έλλειμμα: «αυτά είναι τρία θέματα που έχουν αναδειχθεί από τον πρωθυπουργό, ειδικά ως προς το ενεργειακό έχουμε πει ότι χρειάζεται ένας ευρωπαϊκός μηχανισμός εξομάλυνσης των αυξήσεων που σημειώνονται στους λογαριασμούς μας. Θα πρέπει να δοθεί πρόσθετος χώρος, που δεν θα καταγράφεται στα λογιστικά βιβλία, δεν θα μετριέται στο έλλειμμα και το χρέος».
Και, ευκαιρίας δοθείσης, έστειλε το μήνυμα, «ξέρουμε ότι οι πολίτες δυσκολεύονται, πρέπει όμως να καταλάβουν όλοι ότι έχουμε μια κυβέρνηση που νοιάζεται, κάθε μέρα ασχολούμαστε με το πώς θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε και να αυξήσουμε τις ενισχύσεις που δίνουμε, εντός όμως ενός πλαισίου δημοσιονομικής υπευθυνότητας». Ζήτησε δε, να μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση θα σταθεί δίπλα στους πολίτες, όπως στάθηκε και στην πανδημία. Εν τέλει, «θα κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε ειδικά για τους πιο ευάλωτους, τα χαμηλότερα εισοδήματα, να υπάρξει πρόσθετη στήριξη εντός των ορίων και των δυνατοτήτων που έχουμε. Ισχυρή ανάκαμψη σημαίνει και ένα κράτος πρόνοιας το οποίο νοιάζεται. Χωρίς ισχυρή οικονομία δεν μπορείς να έχεις κράτος πρόνοιας».
Μικρές απώλειες από τους Ρώσους τουρίστες
Ερωτηθείς για τις επιπτώσεις από τον πόλεμο, στον ελληνική τουρισμό, απάντησε ότι είναι πολύ νωρίς για υπολογισμούς σε ό,τι αφορά την επίδραση στο ΑΕΠ, πάντως, διευκρίνισε ότι «οι προκρατήσεις του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου συνεχίζονται στο ίδιο επίπεδο».
Εξάλλου, «λόγω της πανδημίας, τα τελευταία δύο χρόνια, η συνεισφορά Ρώσων τουριστών δεν ήταν τόσο σημαντική στα έσοδά μας, άρα δεν έχουμε να χάσουμε πολλά από το κλείσιμο της ρωσικής και ουκρανικής αγοράς».
Κληθείς να σχολιάσει τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης για την απολιγνιτοποίηση, την κατηγόρησε πως «είτε κάνει ότι δεν καταλαβαίνει είτε απλά προσπαθεί να κρύψει την ένδειά της σε πολιτικές που είναι πιο φιλικές προς το περιβάλλον. Η απολιγνιτοποίηση ήταν δρομολογημένη εδώ και αρκετά χρόνια, επειδή ο λιγνίτης είναι ένα βρώμικο και ακριβό καύσιμο. Ακόμη και αν είχαμε όλες τις μονάδες που αποσύρθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, και επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα είχαμε φθηνότερα τιμολόγια», είπε με το επιχείρημα ότι «η τιμή του λιγνίτη στην τελική τιμή καταναλωτή επηρεάζεται από τη διεθνή αγορά δικαιωμάτων ρύπων (…) άρα, εδώ χρειαζόμαστε μια ακόμη πιο δυναμική και γενναία στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και ταυτόχρονα χρειάζεται και μια επένδυση σε αποθήκευση ενέργειας».
Στα θέματα του Εθνικού Συστήματος Υγείας ο υπουργός Επικρατείας διαβεβαίωσε: «εμείς έχουμε εξασφαλίσει σημαντικούς πόρους και από το Ταμείο Ανάκαμψης και από το ΕΣΠΑ για την επένδυση στο εθνικό, δημόσιο, σύστημα υγείας», ενώ ένας από τους στόχους είναι η αναδιοργάνωση και της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας υγείας. «Δεν υπάρχει οργανωμένη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και για αυτό είχαμε πρόβλημα σε κάποιες περιοχές της χώρας στο 2ο και το 3ο κύμα πανδημίας», σημείωσε ακόμη. ‘Αλλοι στόχοι είναι η ψηφιοποίηση, ο νοσοκομειακός χάρτης – «είδαμε νοσοκομεία που δεν μπορούν να παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες υγείας που είναι απαραίτητες ειδικά σε μια πανδημική κρίση» -, η πρόληψη, θέμα για το οποίο επεσήμανε ότι υπάρχει πρόγραμμα που είναι ενταγμένο στο Ταμείο Ανάκαμψης για χρηματοδότηση των προληπτικών εξετάσεων σε συγκεκριμένες χρόνιες παθήσεις.
Και, αφού διευκρίνισε ότι η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και η πρόληψη είναι στόχοι αυτής της τετραετίας, ο υπουργός αναφέρθηκε γενικότερα σε «ένα πλούσιο μεταρρυθμιστικό έργο που είναι μπροστά μας. Τον επόμενο χρόνο μέχρι και την άνοιξη, το καλοκαίρι του 2023 με συγκεκριμένους στόχους που είναι και δεσμεύσεις της χώρας μας. Είναι πράγματα που θα γίνουν γιατί τα πιστεύουμε».
Ο πρωθυπουργός δεν είναι τακτικιστής
Ενώ στο, μόνιμο, ερώτημα περί πρόωρων εκλογών, ο ‘Α. Σκέρτσος απάντησε πως «ο πρωθυπουργός έχει αποδείξει ότι δεν είναι τακτικιστής, έχει ένα σχέδιο το οποίο το πιστεύει και θέλει να το εφαρμόσει. Θέλει να είναι πρωθυπουργός τουλάχιστον οκτώ χρόνων γιατί ξέρει ότι η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει στο κράτος, την οικονομία, το κράτος πρόνοιας, την εκπαίδευση, την υγεία -και αυτές είναι αλλαγές που χρειάζονται χρόνο, επένδυση σε δυνάμεις, συνέπεια, συστηματικότητα. ‘Αρα, δεν είναι ένας πρωθυπουργός που παίζει με τον εκλογικό κύκλο, έχει πει επανειλημμένα ότι οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους και σε αυτό πρέπει να μείνουμε», ήταν το συμπέρασμά του επ’ αυτού.
Στη συνέχεια της συνέντευξης ο υπουργός Επικρατείας εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι «θα είμαστε σίγουρα καλύτερα και από το 2019, (καθώς) μέσα στο 2021 ανακτήσαμε το χαμένο έδαφος της πανδημίας, βρισκόμαστε στα μεγέθη του 2019 και φέτος προβλέπεται περαιτέρω μεγέθυνση της οικονομίας. Θα είμαστε καλύτερα και σε θέσεις εργασίας και σε πλούτο που παράγεται στη χώρα και μοιράζεται ξανά στους πολίτες». Όμως, σε κάθε περίπτωση πρέπει να δούμε πώς θα πάει αυτή η κατάσταση (σ.σ. του πολέμου) που ελπίζουμε ότι θα εξομαλυνθεί το συντομότερο δυνατόν».
Επιπλέον, «ακόμη και σε καιρό ιστορικών κρίσεων η κυβέρνηση έχει καταφέρει να υλοποιήσει το 90% των προεκλογικών δεσμεύσεων, π.χ. έχουν υλοποιηθεί σχεδόν όλες οι οικονομικές δεσμεύσεις για μείωση φόρων κ.ο.κ., έχουν υλοποιηθεί οι δεσμεύσεις για το ψηφιακό κράτος. Στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μένει μόνο ένας νόμος για τη διοίκηση της ανώτατης εκπαίδευσης», ήταν μια ακόμη επισήμανση του υπουργού Επικρατείας. Ενώ, μιλώντας για το επιτελικό κράτος διευκρίνισε πως «δεν είναι το αφεντικό των υπουργών, έχουμε υπουργούς που κάνουν εξαιρετικά τη δουλειά τους. Προφανώς ο πρωθυπουργός διευθύνει και διοικεί το Υπουργικό Συμβούλιο, δίνει αρμοδιότητες, το επιτελικό κράτος έχει την αρμοδιότητα να συντονίζει σύνθετες υποθέσεις που απαιτούν διυπουργικό συντονισμό». Ένα τέτοιο θέμα που απαιτούσε συντονισμό ήταν το Ταμείο Ανάκαμψης και τα πρώτα 3,6 δισ. θα έλθουν ως τον Απρίλιο, «είναι η δεύτερη χώρα που παίρνει αυτήν την έγκριση», τόνισε.
Στο πρόβλημα της γραφειοκρατίας έκανε γνωστό ότι η κυβέρνηση φτιάχνει ένα νέο κώδικα διαδικασιών για όλο το Δημόσιο, που εκπονείται από το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Έτσι, «δεν θα υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία για ερμηνεία κατά το δοκούν από κάθε υπηρεσιακό παράγοντα».
Η συνέντευξη έκλεισε με ένα σχόλιο για την τραγική συγκυρία που ζει ο πλανήτης και δη η Ευρώπη: «κάθε φορά στεκόμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, έχουμε οδηγό μας αξίες όπως είναι η πίστη στην ελευθερία, στη δικαιοσύνη, στο να συντρέχουμε τον πιο αδύναμο, όπως συμβαίνει αυτήν τη στιγμή με τους Ουκρανούς πολίτες», σημείωσε κλείνοντας ο υπουργός Επικρατείας.