Μιλώντας σε στελέχη των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στην μεθοριακή πόλη Χατάι, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επανέλαβε ότι για την τύχη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών θα αποφασίσει η τουρκική δικαιοσύνη.
Εξαπέλυσε εκ νέου τα πυρά του κατά της Αθήνας αλλά και των Ευρωπαίων, για τις πιέσεις που ασκούν, λέγοντας ότι δεν έκαναν το ίδιο για τους οκτώ “τρομοκράτες” (όπως τους αποκάλεσε). που επιχείρησαν να τον σκοτώσουν, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενά του.
«Ξέρετε, κάποιοι προσπάθησαν να με σκοτώσουν και διέφυγαν στην Ελλάδα με ελικόπτερο”, δήλωσε. Αφού ανέφερε ότι μετά από δύο χρόνια δεν έχουν εκδοθεί στην Άγκυρα, συνέχισε: “Και τώρα ψάχνουν να τους προστατεύσουν. Πριν από λίγες ημέρες πιάσαμε δύο Ελληνες που παραβίασαν τα σύνορα. Ξεσηκώθηκε όλη η Δύση. Μας είπαν «είστε μεγάλο κράτος, δώστε τους σε εμάς.» Λυπάμαι, είμαστε κράτος δικαίου. Η δικαιοσύνη θα αποφασίσει. Σταματήστε. Για αυτούς τους τρομοκράτες δεν κάνατε τίποτα. Για αυτούς δεν είπατε τίποτα στον Τσίπρα».
Η Ελλάδα έχει πρωθυπουργό και όχι Σουλτάνο
Για νέα προκλητική επίθεση του Τούρκου προέδρου κάνει λόγο σε αιχμηρή ανακοίνωση που εξέδωσε το γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, η οποία έχει ως εξής:
“Ο Τούρκος Πρόεδρος αν είχε να πει κάτι σε σχέση με την υπόθεση των 8 είχε την ευκαιρία να το πει τόσο κατ´ ίδιαν στον Έλληνα Πρωθυπουργό ή και δημόσια κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα. Σήμερα επιλέγει να συνεχίσει έναν ακατανόητα ολισθηρό δρόμο προκλητικών επιθέσεων, συμψηφίζοντας δυο εντελώς ανόμοιες υποθέσεις. Του ξεκαθαρίζουμε λοιπόν ότι η Ελλάδα είναι κράτος Δικαίου και έχει Πρωθυπουργό που σέβεται και γνωρίζει τις διαδικασίες τις ελληνικής δικαιοσύνης και όχι Σουλτάνο ώστε να μπορεί να υπόσχεται για τις αποφάσεις της. Αν επιθυμεί να είναι επικεφαλής ενός ευνομούμενου κράτους, οφείλει να δώσει εξηγήσεις για το λόγο που η Τουρκία κρατά ακόμη φυλακισμένους δυο Έλληνες στρατιωτικούς που δεν έκαναν τίποτα παραπάνω από το περάσουν ορισμένα μέτρα στο Τουρκικό έδαφος, την ώρα που ερευνούσαν για παράνομες διελεύσεις. Την ίδια στιγμή μάλιστα που γνωρίζει καλά, ότι αντίστοιχα περιστατικά στο παρελθόν και οι δυο πλευρές τα αντιμετώπιζαν στο πλαίσιο της συνεννόησης και της καλής θέλησης δυο γειτονικών χωρών, μελών μάλιστα της ίδιας στρατιωτικής συμμαχίας.