Η συμβολή του τουρισμού σε ότι θετικό έχει να επιδείξει η ελληνική οικονομία όπως στην αύξηση του ΑΕΠ στην ενίσχυση της απασχόλησης και στις επενδύσεις προκύπτει ανάγλυφα από την έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα που δόθηκε στη δημοσιότητα. Η έκθεση «βλέπει» νέες επενδύσεις σε ξενοδοχειακές μονάδες ενώ στέκεται με ένα προβληματισμό για το πως θα κινηθεί η ταξιδιωτική κίνηση το 2019 η οποία όπως εκτιμά «θα σταθεροποιηθεί περίπου στα επίπεδα του προηγούμενου έτους». Αξιοσημείωτη ωστόσο είναι η επισήμανση του κ. Στουρνάρα για την ορθή διαχείριση των τουριστικών προορισμών. Στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένες επισημάνσεις της έκθεσης του διοικητή που αφορούν τον τουρισμό και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον
-Την πενταετία 2012-2017 ο εισερχόμενος τουρισμός στην Ελλάδα έχει γνωρίσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, με τις αφίξεις μη κατοίκων να έχουν αυξηθεί κατά 75%, ενώ οι ταξιδιωτικές εισπράξεις (σε σταθερές τιμές και εξαιρουμένων των εισπράξεων από την κρουαζιέρα) και οι διανυκτερεύσεις αυξήθηκαν κατά 47% και 43% αντίστοιχα. H ύπαρξη αεροπορικών εταιριών χαμηλού κόστους, καινοτομίες όπως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις κατοικιών, η μεγέθυνση των πληθυσμών της μεσαίας τάξης σε αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα, η διεθνής ανάπτυξη της κρουαζιέρας και η νέα γενιά των millennials, που έχει ως κορυφαία προτεραιότητα ψυχαγωγίας τις νέες εμπειρίες, είναι κάποιοι από τους λόγους που εξηγούν τα εκατομμύρια επιπρόσθετων επισκεπτών τα τελευταία χρόνια. Όμως, η ορθή διαχείριση των αυξημένων τουριστικών ροών στην Ελλάδα είναι καθοριστικής σημασίας και αποτελεί πρόκληση, προκειμένου η υπερβάλλουσα ζήτηση να μετατοπιστεί από προορισμούς όπου η φέρουσα ικανότητα φιλοξενίας εξαντλείται. Μεταξύ των λύσεων που προτείνονται σε εκπονηθείσες μελέτες είναι η ανάπτυξη νέων προορισμών, επισκέψεις με μεγαλύτερη κατά κεφαλήν δαπάνη, καλύτερη κατανομή των τουριστών ανά προορισμό και ανά έτος και θέσπιση ορίων σε δραστηριότητες όπως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις κατοικιών. Σε αυτή την κατεύθυνση μπορεί να συμβάλουν και άλλες μορφές τουριστικής εξειδίκευσης, όπως για παράδειγμα αυτή του τουρισμού συναντήσεων ή Συνεδριακού Τουρισμού, η ανάπτυξη των οποίων διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα.
-Το 2018 αποτέλεσε σημαντική χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, καθώς η ταξιδιωτική κίνηση ξεπέρασε για πρώτη φορά τα 30 εκατ. ταξιδιώτες και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις τα 16 δισεκ. ευρώ. Για το 2019 εκτιμάται ότι η ταξιδιωτική κίνηση θα σταθεροποιηθεί περίπου στα επίπεδα του προηγούμενου έτους, αν και παράγοντες όπως η ανάκαμψη των ανταγωνιστριών χωρών (δηλαδή της Τουρκίας, της Αιγύπτου και της Τυνησίας) εντός του 2019, το Brexit (η εντεινόμενη αβεβαιότητα και ο κίνδυνος μιας μη συντεταγμένης υποχώρησης από την ΕΕ μιας από τις σημαντικότερες αγορές εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα) και η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής για την τυχόν επίδρασή τους στον εισερχόμενο τουρισμό.
-Αύξηση της απασχόλησης: Σε άλλο σημείο η έκθεση του Διοικητή αναφέρει: Επίσης, η καλή τουριστική χρονιά συνέβαλε στην αύξηση της απασχόλησης, στην ενίσχυση των αποτελεσμάτων των επιχειρήσεων, κυρίως στις υπηρεσίες και το εμπόριο, καθώς και στην ενδυνάμωση του διαθέσιμου εισοδήματος και της κατανάλωσης των νοικοκυριών. Ωστόσο, η επενδυτική δαπάνη της οικονομίας παρέμεινε σε επίπεδα χαμηλότερα των αναγκαίων για την επίτευξη διατηρήσιμων και υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, παρά το γεγονός ότι κρίσιμες κατηγορίες επενδύσεων όπως αυτές του μηχανολογικού εξοπλισμού και των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών ενισχύθηκαν με υψηλούς ρυθμούς.
-Η ελληνική αγορά ακινήτων έχει εισέλθει σε μια μεταβατική περίοδο σταθεροποίησης και τοπικά ανάκαμψης. Ο τουρισμός και οι χρήσεις που σχετίζονται με αυτόν προσέλκυσαν την πλειοψηφία των επενδυτικών κεφαλαίων, δίνοντας ώθηση σε τοπικές αγορές και συμπαρασύροντας τη ζήτηση για κατοικίες και καταστήματα σε συγκεκριμένες θέσεις. Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ενδεκάμηνο του 2018 οι νέες οικοδομικές άδειες για επαγγελματικά ακίνητα αυξήθηκαν κατά 5,9% σε όρους αριθμού αδειών και κατά 19,8% σε όρους όγκου σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017, παρουσιάζοντας ωστόσο ετήσια επιβράδυνση και στις δύο περιπτώσεις. Τη μεγαλύτερη συμβολή στην αύξηση των νέων κατασκευών είχε ο τομέας των ξενοδοχείων, όπου ο αριθμός νέων οικοδομικών αδειών αυξήθηκε κατά 57,5% σε σχέση με το αντίστοιχο ενδεκάμηνο του 2017. Αντίθετα, μείωση καταγράφηκε στον αριθμό νέων οικοδομικών αδειών τόσο για τα γραφεία (-5,4%) όσο και για τα εμπορικά καταστήματα (-11,5%) κατά την ίδια περίοδο. Σε αντίθεση με τη μικτή εικόνα της ευρύτερης αγοράς γραφείων και καταστημάτων, τα αμιγώς επενδυτικά ακίνητα της αγοράς επαγγελματικών ακινήτων υψηλών προδιαγραφών και οι χρήσεις που σχετίζονται με τον τουρισμό συγκεντρώνουν συνεχώς αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον. 2 Η ραγδαία ενίσχυση της ζήτησης στον τομέα των ξενοδοχείων αποτυπώνεται στους ρυθμούς αύξησης του αριθμού και του όγκου νέων κατασκευών για τη διετία 2017-2018. Η κινητικότητα στον τομέα των επενδύσεων σε ακίνητα, η οποία αποτυπώνεται και στην εξέλιξη του ύψους και του ρυθμού μεταβολής των επενδύσεων από το εξωτερικό, σχετίζεται κυρίως με την εξαιρετική πορεία του τουρισμού των τελευταίων ετών και τη σταδιακή ανταπόκριση στην αυξανόμενη ζήτηση για καταλύματα μεσαίας και υψηλής κατηγορίας. Η συστηματική αύξηση των τουριστικών αφίξεων των τελευταίων τουλάχιστον πέντε ετών έχει προσελκύσει αξιοσημείωτο επενδυτικό ενδιαφέρον, το οποίο εστιάζει στην αγορά και ανάπτυξη καταλυμάτων υψηλών προδιαγραφών, απευθυνόμενων πλέον σε τουρισμό υψηλότερου επιπέδου σε σχέση με το παρελθόν. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, την περίοδο 2012-2018 ο αριθμός των διαθέσιμων πολυτελών κλινών της χώρας αυξήθηκε κατά 52,8%, ενώ πλέον η μέση πληρότητα των ξενοδοχείων υπερβαίνει το 50% τόσο πανελλαδικά όσο και στην Αττική, η οποία ακόμη και στα χρόνια πριν από την κρίση κατέγραφε αρκετά χαμηλότερα ποσοστά πληρότητας. Ο ρυθμός αύξησης των διαθέσιμων κλινών αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω την περίοδο 2018- 2020, δεδομένης της τρέχουσας και της σχεδιαζόμενης κατασκευαστικής δραστηριότητας στον ξενοδοχειακό τομέα. Στο κέντρο μόνο της Αθήνας έχει ξεκινήσει ή πρόκειται να ξεκινήσει άμεσα η ανάπτυξη τουλάχιστον δέκα μονάδων, οι οποίες έχουν προκύψει είτε από αλλαγή χρήσης παλαιότερων ακινήτων, κυρίως γραφείων, είτε από ανακαίνιση και επαναλειτουργία μονάδων οι οποίες είχαν παραμείνει για αρκετά χρόνια κενές και αναξιοποίητες. Αντίστοιχο ενδιαφέρον φαίνεται να προσελκύει ο άξονας της λεωφόρου Συγγρού και το παραλιακό μέτωπο της Αττικής.