Η δημοσιογράφος Λιλή Πυράκη ζει τον τελευταίο χρόνο με την οικογένεια της στην Αγγλία και περιγράφει πως βιώνει την δύσκολη περίοδο του κορωνοϊού εκεί.
ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΟΧΗ που το άκουσμα της λέξης κορωνοϊός συνοδεύεται με τρόμο, που οι άνθρωποι έχουν απομονωθεί στα σπίτια τους και που το διαδίκτυο είναι ο μοναδικός τρόπος σύνδεσης με τους αγαπημένους μας. Αυτή την εποχή εγώ έτυχε να βρίσκομαι στην Αγγλία.
Μετακόμισα εδώ τον Οκτώβριο και ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων που αναγκάστηκαν να έρθουν λόγω δουλειάς. Όχι της δικής μου δουλειάς αλλά του συζύγου μου. Είναι γιατρός και δυστυχώς, τελειώνοντας την ειδικότητά του, το εξωτερικό ήταν μονόδρομος. Έτσι τον ακολούθησα βάζοντας τότε, όπως και τώρα, σε απόλυτη προτεραιότητα την οικογένεια μας.
Οι περισσότεροι από εμάς που έχουμε βρεθεί στο εξωτερικό ξέρουμε ότι οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την κρίση, αντιμετωπίζονται με δυσπιστία. Δεν ήταν λίγες οι φορές που βρέθηκα σε συζητήσεις όπου υπήρχε το υπονοούμενο ότι οι Έλληνες φταίμε για την εξέλιξη της οικονομίας και της χώρας μας και ότι μόνο φεύγοντας στο εξωτερικό μπορείς να εξελιχθείς αξιοκρατικά στο επάγγελμα σου. Και δεν σας κρύβω ότι απογοητευόμουν. Όχι γιατί πίστευα ότι έχουν δίκιο αλλά γιατί η ζωή μου ήταν το ζωντανό παράδειγμα ότι τα λεγόμενα τους είχαν βάση. Είναι πολύ ωραία για διακοπές μου έλεγαν. Όχι. Είναι πολύ ωραία για να ζεις σκεφτόμουν αλλά δεν τολμούσα να το πω.
Έμεινα σπίτι γιατί ο κύριος Τσιόδρας, ο άνθρωπος που δικαίως έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη ολόκληρης της Ελλάδας, μου έλεγε κάθε μέρα στις 16:00 ώρα Αγγλίας ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να καταπολεμήσουμε τον αόρατο εχθρό.
Τέλος πάντων, από τη στιγμή που βρέθηκε το πρώτο κρούσμα στην Ευρώπη ένιωσα ότι ο χρόνος άρχισε να κυλά πιο γρήγορα. Κάθε μέρα ακούγαμε και διαβάζαμε για τη μετάδοση του θανατηφόρου ιού χωρίς όμως απαραίτητα να καταλαβαίνουμε ότι είχε ήδη μπει σπίτι μας, ότι είχε μπει στην Ευρώπη και ότι ήταν θέμα χρόνου να «χτυπήσει» του ανθρώπους μας. Από τη στιγμή που έφτασε στην πόρτα μας, ο χρόνος άρχισε να κυλά βασανιστικά αργά.
Η Αγγλία ομολογουμένως άργησε. Άργησε να πάρει μέτρα, άργησε να προειδοποιήσει, άργησε να ανησυχήσει. Τα σούπερ μάρκετ άδειαζαν αλλά το μετρό παρέμενε ασφυκτικά γεμάτο. Οι άνθρωποι έτρεμαν βλέποντας τι είχε συμβεί στην Ιταλία αλλά τα σχολεία δεν έκλειναν. Και ο κατάλογος με τη λάθος διαχείριση όλο και μεγάλωνε.
Στην Ελλάδα από την άλλη, η ηγεσία της χώρας μαζί με ένα επιτελείο ικανών επιστημόνων με εκπρόσωπο τον υπέροχο κύριο Τσιόδρα προνόησαν. Κατέβαλαν καθημερινά υπεράνθρωπες προσπάθειες για να κρατήσουν τους Έλληνες σπίτι τους. Είχαν ψυχραιμία, θέληση, σύνεση, ευγένεια μα πάνω απ᾽όλα είχαν αποφασιστικότητα. Έτσι έκαναν ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να πάρουν όλοι το μήνυμα. Η κατάσταση είναι σοβαρή και ο εχθρός αόρατος.
Βρήκα τον εαυτό μου στην Αγγλία να ακολουθεί τις οδηγίες του Έλληνα πρωθυπουργού. Σταμάτησα το παιδί μου από τον παιδικό, πήγαινα σούπερ μάρκετ μόνο για τα απαραίτητα και όσο λιγότερο γινόταν, έβγαινα για περπάτημα σε περιοχές που δεν κυκλοφορούσε κόσμος για να πάρω μια ανάσα και να γυρίσω πάλι σπίτι. Έμεινα σπίτι γιατί ο κύριος Τσιόδρας, ο άνθρωπος που δικαίως έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη ολόκληρης της Ελλάδας, μου έλεγε κάθε μέρα στις 16:00 ώρα Αγγλίας ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να καταπολεμήσουμε τον αόρατο εχθρό. Εδώ και λίγες μέρες ο Άγγλος πρωθυπουργός αποφάσισε επιτέλους να κλείσει τα πάντα με τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής να δείχνουν ότι ο χρόνος που χάθηκε ήταν, όντως, πολύτιμος. Επέλεξα να μείνω. Όταν μας προειδοποιούσαν ότι γίνονται οι τελευταίες πτήσεις για Ελλάδα, επέλεξα να μείνω. Γιατί αυτήν τη στιγμή οι μετακινήσεις δεν βοηθούν κανέναν. Γιατί έχω ευθύνη απέναντι στην οικογένειά μου, στους φίλους μου, στις ευπαθείς ομάδες, στον λαό της χώρας μου.
Μένω εδώ, μένω σπίτι και ας φοβάμαι περισσότερο. Νιώθω περηφάνια για τους Έλληνες. Δεν επιλέγω να επικεντρωθώ σε αυτούς που δεν συμμορφώνονται, για εμένα είναι η μειοψηφία. Επιλέγω να παραδειγματιστώ από αυτούς που απέδειξαν ότι οι Έλληνες την κρίσιμη στιγμή γίνονται μια γροθιά. Σε όλους αυτούς που με τη στάση τους επιδεικνύουν περίτρανα ότι ο Έλληνας έχει την πολυπόθητη για την εποχή ατομική ευθύνη. Σε όσους δείχνουν έμπρακτα στους γονείς τους την αγάπη τους με το να μην τους βλέπουν, σε όσους προσπαθούν να μη νιώσουν τα παιδιά τους φόβο, για όλους εκείνους που μένουν μόνοι, για όλους εκείνους που μένουν σπίτι.
Ζούμε στην πιο φωτεινή χώρα του κόσμου, με τον πιο λαμπερό ήλιο και τον πιο γαλανό ουρανό. Τα πράγματα είναι ακόμα κρίσιμα και η αισιοδοξία δεν μπορεί παρά μόνον να είναι συγκρατημένη. Όμως σήμερα η Ευρώπη δεν βλέπει την Ελλάδα σαν έναν ωραίο καλοκαιρινό προορισμό αλλά ως μία χώρα που έχει σταθεί παράδειγμα για όλο τον πλανήτη.
Σας ευχαριστώ όλους που σε μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις όλων των εποχών μπορώ μαζί με τον φόβο να νιώθω και περήφανη που είμαι Ελληνίδα. Σας ευχαριστώ γιατί τώρα μπορώ να απαντήσω: στην Ελλάδα είναι πολύ όμορφα για να ζεις!