Οταν διορίστηκε υφυπουργός στο γερμανικό υπουργείο Οικονομίας και Ενέργειας με τομέα αρμοδιότητας τον τουρισμό το 2018, ο Τόμας Μπαράις σίγουρα δεν φανταζόταν ότι το χαρτοφυλάκιο θα αποδεικνυόταν τόσο μεγάλη πρόκληση. Στην εποχή της COVID-19, ωστόσο, η θέση του επικεφαλής για θέματα τουρισμού, σε μία χώρα που υποδέχεται ετησίως σχεδόν 40 εκατομμύρια ξένους τουρίστες και οι πολίτες της οποίας πέρυσι έκαναν περισσότερα από 70 εκατομμύρια ταξίδια για διακοπές, συνεπάγεται πολλούς πονοκεφάλους.
Σε φυσιολογικούς καιρούς, ένα σημαντικό μέρος αυτών των ταξιδιών γίνεται με προορισμό την Ελλάδα (πάνω από 4 εκατομμύρια Γερμανοί τουρίστες επισκέφθηκαν πέρυσι τη χώρα μας). Η προσέλκυση όσων περισσότερων γίνεται εξ αυτών ξανά στη χώρα μας, φέτος είναι μία από τις βασικές προτεραιότητες της τουριστικής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Ο κ. Μπαράις, στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ», μιλάει ιδιαίτερα εγκωμιαστικά για τις ελληνικές επιδόσεις στην πολυεπίπεδη μάχη κατά του ιού. «Η Ελλάδα κάνει σπουδαία δουλειά» στη λήψη μέτρων προστασίας για την τουριστική περίοδο, λέει, ενώ επίσης αναφέρει πως «είναι μία από τις χώρες που έχουν πρωταγωνιστήσει στην Ε.Ε. στην προσπάθεια να ανοίξουμε εκ νέου τα σύνορα με κοινά κριτήρια και πρωτόκολλα».
«Θέλουμε να καταστήσουμε εφικτές τις μετακινήσεις εντός της Ε.Ε. για το καλοκαίρι, ειδικά σε γνωστούς προορισμούς όπως η Ελλάδα», λέει ο Γερμανός υφυπουργός και έμπειρο στέλεχος της Χριστιανοδημοκρατικής Eνωσης. «Οι διακοπές φέτος θα είναι διαφορετικές από άλλες χρονιές – θα υπάρχουν περισσότεροι κανόνες με τους οποίους θα πρέπει να συμμορφωθούμε. Αλλά πιστεύω ότι θα είναι εφικτές οι διακοπές στην Ελλάδα, έχει αντιμετωπίσει πολύ αποτελεσματικά τον ιό, είναι μία ασφαλής χώρα, σαν τη Γερμανία. Επικοινωνώ συχνά στο τηλέφωνο με τον Eλληνα υπουργό Τουρισμού, Χάρη Θεοχάρη, και προσπαθούμε να καταλήξουμε σε κοινά στάνταρ διμερώς ώστε οι ταξιδιώτες να μπορέσουν να μετακινούνται με ασφάλεια μεταξύ των δύο χωρών».
Στις 18 Μαΐου, δύο ημέρες πριν ο κ. Μπαράις συμμετάσχει στην πιο πρόσφατη τηλεδιάσκεψη των υπουργών Τουρισμού της Ε.Ε., ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Χάικο Μάας διοργάνωσε τηλεδιάσκεψη με τους ομολόγους του στις δέκα χώρες της Eνωσης που αποτελούν τους πιο δημοφιλείς θερινούς τουριστικούς προορισμούς (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Κροατία, Αυστρία, Σλοβενία, Βουλγαρία, Μάλτα και Κύπρος). Οι 11 υπουργοί ανανέωσαν μάλιστα το ραντεβού τους – πιθανότατα για την ερχόμενη εβδομάδα. Τι επιδιώκει το Βερολίνο από τις επαφές αυτές;
«Ο στόχος μας είναι να παρακολουθούμε στενά τα επιδημιολογικά δεδομένα και, αν εντοπίζουμε κάποια νέα εστία κρουσμάτων εντός της Ε.Ε., σε άλλες χώρες της ζώνης Σένγκεν ή στο Ηνωμένο Βασίλειο, να υπάρχουν κοινά κριτήρια για την εκ νέου επιβολή περιορισμών στις μετακινήσεις. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, έχουμε έναν κανόνα: αν σε μία περιοχή καταγραφούν περισσότερα από 50 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού, τότε οι τοπικές αρχές επιβάλλουν ξανά περιορισμούς. Θέλουμε να ισχύσει ένας αντίστοιχος μηχανισμός σε ολόκληρη την Ευρώπη». Υπάρχουν ακόμα και σήμερα μέρη στη Γερμανία, όπως η πολιτεία του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας στο βορειοανατολικά της χώρας, λέει, όπου ισχύουν τέτοιοι περιορισμοί – για παράδειγμα απαγορεύονται οι ημερήσιες επισκέψεις ταξιδιωτών.
Ο Τόμας Μπαράις διστάζει να προβεί σε προβλέψεις για το πόσοι Γερμανοί τουρίστες θα επισκεφθούν φέτος στην Ελλάδα ή για το πόσο θα μειωθεί συνολικά ο αριθμός όσων θα επιλέξουν να κάνουν διακοπές στο εξωτερικό. «Είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε με οποιαδήποτε ακρίβεια. Oλα θα εξαρτηθούν από τον βαθμό στον οποίο θα καταφέρουμε να κρατήσουμε χαμηλά τα νέα κρούσματα και να εφαρμόσουμε τα αναγκαία μέτρα ασφαλείας στις μετακινήσεις και στην ταξιδιωτική βιομηχανία γενικότερα».
Αναδεικνύει ωστόσο έναν κρίσιμο αρνητικό παράγοντα: «Η γενιά των ηλικιωμένων μας, άνθρωποι άνω των 60 ή 70 ετών, φοβούνται να ταξιδέψουν – θέλουν απλώς να μείνουν σπίτι. Οι γονείς μου, για παράδειγμα, που είναι 70 και 74 ετών αντίστοιχα, βλέπουν έτσι τα πράγματα». Αυτό είναι σημαντικό, γιατί οι πιο ηλικιωμένοι Γερμανοί «αποτελούν μεγάλο μέρος» του συνολικού αριθμού όσων κάνουν διακοπές στο εξωτερικό: «Για βραχυπρόθεσμα ταξίδια, άνω του 25% όσων ταξιδεύουν στο εξωτερικό είναι ηλικίας 65 ετών και άνω. Είναι άνθρωποι που έχουν χρόνο, χρήματα και –υπό φυσιολογικές συνθήκες– ταξιδεύουν πολύ. Αλλά μάλλον φέτος δεν θα το κάνουν».
Πέρα από το ζήτημα του μεγαλύτερου κινδύνου που αποτελεί η έκθεση στον ιό για ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, προσθέτει, «υπάρχει μεγάλη ανησυχία για τα αεροπορικά ταξίδια». «Οι ειδικοί εκτιμούν ότι το ταξίδι με αεροπλάνο δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο, καθώς τα συστήματα φιλτραρίσματος του αέρα που διαθέτουν τα αεροσκάφη δυσχεραίνουν σημαντικά τη δυνατότητα του ιού να διαδοθεί. Παρ’ όλα αυτά, πολύς κόσμος θα προτιμήσει να ταξιδέψει με αυτοκίνητο».
Θετικός για τα τεστ
Eνα ζήτημα που έχει συζητηθεί πολύ στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων για το άνοιγμα των συνόρων εντός Ε.Ε./Σένγκεν είναι αυτό των τεστ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές, δεν εισηγήθηκε την υποχρεωτική διενέργεια διαγνωστικών τεστ για όσους θέλουν να ταξιδέψουν, καθώς ένα αρνητικό αποτέλεσμα δεν αποτελεί εγγύηση ότι ο ταξιδιώτης δεν θα νοσήσει αφού φτάσει στον προορισμό του. Παράλληλα, για σειρά λόγων, δεν συνέστησε τη διενέργεια τεστ αντισωμάτων και τη λογική των υγειονομικών διαβατηρίων. Η Αθήνα πρότεινε αρχικά την ιδέα των υποχρεωτικών διαγνωστικών τεστ τρεις μέρες ή λιγότερο από την ημερομηνία του ταξιδιού, αλλά εγκατέλειψε τελικά την ιδέα.
Ερωτώμενος για το μέτρο της διενέργειας διαγνωστικών τεστ πριν από την αναχώρηση, ο κ. Μπαράις λέει «θα ήταν καλή ιδέα». Ειδικά «εκείνα τα τεστ τα οποία μπορούν να δώσουν αποτελέσματα σε 10-15 λεπτά», αν ήταν διαθέσιμα και στα δύο σημεία μεταξύ των οποίων ταξιδεύει ένας Ευρωπαίος πολίτης –στη Γερμανία αλλά και στην Ελλάδα– «θα μπορούσαν να καταστήσουν τις μετακινήσεις πιο ασφαλείς». «Πρέπει να αναλογιστούμε μήπως το κάνουμε αυτό σε ολόκληρη την Ευρώπη, στα αεροδρόμια», προσθέτει. «Κανείς άλλωστε δεν θέλει ένα δεύτερο κύμα της επιδημίας, και η εικόνα ενός θερέτρου σε μία περιοχή, στο οποίο προσβλήθηκαν από τον ιό 100 άτομα, θα είναι εξαιρετικά επιβλαβής για την τουριστική αγορά της περιοχής αυτής· θα γίνει συνώνυμη του κορωνοϊού».
Ωστόσο, σημειώνει, «υπάρχουν δύο ζητήματα με τη διενέργεια των τεστ. Το ένα είναι το κόστος. Αν ένα τεστ κάνει 60-80 ευρώ, το κόστος για μία οικογένεια με δύο παιδιά θα μπορούσε να υπερβεί τα 300 ευρώ. Είναι πολλά λεφτά – ίσως περισσότερα από το κόστος του εισιτηρίου για την πτήση.
Δεύτερον, ενδεχομένως θα υπάρξουν κάποιοι που θα αρνηθούν να κάνουν τεστ – και πρέπει να δούμε τι θα κάνουμε με αυτούς».
Το ορόσημο και οι εξαιρέσεις
Η Γερμανία αποφάσισε παγκόσμια ταξιδιωτική απαγόρευση για τουριστικές μετακινήσεις στις 17 Μαρτίου. Ηταν η πρώτη φορά που επέβαλε τέτοια μέτρα για μη εμπόλεμες χώρες. Στις 15 Ιουνίου, σκοπεύει να άρει αυτούς τους περιορισμούς σε ό,τι αφορά την Ευρώπη – αλλά με προσοχή.
Οπως εξηγεί ο κ. Μπαράις, «θέλουμε από την ημερομηνία αυτή να καταργήσουμε τους περιορισμούς για τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., τις υπόλοιπες χώρες που ανήκουν στη Ζώνη Σένγκεν και το Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά για κάποιες περιοχές της Ευρώπης, όπου ο ιός δεν έχει τεθεί ακόμα υπό έλεγχο, ή όπου δεν υπάρχουν κοινά πρωτόκολλα ασφαλείας –σε αεροδρόμια, σιδηροδρομικούς σταθμούς, ξενοδοχεία, εστιατόρια κ.ά.–, ίσως παραταθούν. Πρέπει να συντονιστούμε πολύ στενά στο θέμα αυτό εντός της Ε.Ε.».
Ο Γερμανός αξιωματούχος αναφέρει την Ιταλία ως μια χώρα με την οποία ενδεχομένως να μην αποδειχθεί εφικτό το άνοιγμα των συνόρων στις 15/6: «Πρέπει να παρακολουθούμε τους αριθμούς και να αποφασίσουμε βάσει αυτών πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για το άνοιγμα».
Πηγή: kathimerini.gr