Ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Δωδεκανήσου θα εξεταστεί αύριο αίτημα για την συγχώνευση τριών ποινών του δράστη της ειδεχθούς δολοφονίας της 61χρονης Ευαγγελίας (Αντζελας) Ιεροβασίλη του Γεωργίου, το απόγευμα της 19ης Ιουνίου 2012, στο σπίτι της, στο Γεννάδι.
Σε πρώτο βαθμό είχαν κριθεί ένοχοι ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οπλοφορίας και οπλοχρησίας ο γιος της Νικόλαος Μπατζακάκης του Ιωάννη, 26 ετών και απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία από πρόθεση, η πρώην σύντροφός του.
Το πρωτόδικο λαϊκό δικαστήριο επέβαλε ισόβια για τον φόνο και 18 μήνες για την παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία στον πρώτο και ποινή κάθειρξης 17 ετών στην δεύτερη.
Στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο και οι δύο κρίθηκαν ένοχοι, όπως ακριβώς κατηγορούνται. Η ποινή κάθειρξης της δεύτερης μειώθηκε ωστόσο κατά 5 έτη.
Το κατάστημα κράτησης στο οποίο «φιλοξενείται» υπέβαλε στο Εφετείο Δωδεκανήσου αίτημα για τη συγχώνευση της ως άνω ποινής ισόβιας κάθειρξής του με ακόμη δύο (μια του Πειραιά) που αφορούν σε πλημμελήματα.
Θυμίζουμε ότι ο Νικόλαος Μπατζακάκης απολογούμενος ομολόγησε τον φόνο επιχειρώντας ωστόσο να πείσει, ότι δεν είχε κίνητρο και ότι εκνευρίστηκε από την συμπεριφορά της μητέρας του και θολωμένος από την χρήση ναρκωτικών διέπραξε το έγκλημα.
Ισχυρίστηκε ουσιαστικά ότι δεν είχε συναίσθηση των πράξεών του, ενώ μάλιστα τόνισε ότι δεν την χτύπησε πισώπλατα.
Η πρώην σύντροφός του υποστήριξε ότι ήταν παρούσα στο έγκλημα αλλά δεν τον προέτρεψε και δεν τον συνέδραμε. Ισχυρίστηκε ότι φοβήθηκε να παρέμβει αλλά και να τον καταδώσει στις Αρχές κι ότι διέκοψε στην πορεία τη σχέση τους.
Η θανούσα μητέρα του προσπαθούσε, μάταια, να τον βοηθήσει να απεξαρτηθεί, με συνέπεια να υπάρχει ένταση στις σχέσεις τους.
Επιπλέον, είχε να αντιμετωπίσει από τον κατηγορούμενο τη συνεχή αναζήτηση χρημάτων, καθόσον γνώριζε ότι η μητέρα του είχε αποκτήσει, κατά τη διάρκεια της ζωής της, σημαντική ακίνητη περιουσία αλλά και μετρητά, με αποτέλεσμα οι καβγάδες να είναι συνεχείς, δεδομένου ότι αυτή αρνείτο να τον συνδράμει οικονομικά, και οι σχέσεις τους γι’ αυτό είχαν κλονιστεί.
Μάλιστα, την Πέμπτη 14 Ιουνίου 2012 ο κατηγορούμενος την επισκέφτηκε στο Γεννάδι, ζητώντας της επιτακτικά χρήματα, πράγμα που του αρνήθηκε, με συνέπεια να ακολουθήσει έντονος καβγάς μεταξύ τους και οι ήδη τεταμένες σχέσεις τους να οξυνθούν ακόμη περισσότερο.
Παρούσα ήταν αλλά δεν τον πτόησε και μια υπερήλικας και πάσχουσα από Αλτσχάιμερ, της οποίας τη φροντίδα είχε αναλάβει η μητέρα του, και η οποία συμβίωνε μαζί της, καθόσον αυτή, ακόμη και αυτόπτης μάρτυρας της πράξης του να ήταν, δεν θα μπορούσε, λόγω της υγείας της, να καταθέσει οτιδήποτε για το συμβάν.
Μια στιγμή που η μητέρα του, έχοντας γυρίσει την πλάτη της προς αυτόν, έβγαλε στον πάγκο της κουζίνας το δοχείο με τη ζάχαρη, τον καφέ, το σέικερ και το κουταλάκι, κι ενώ ετοιμαζόταν να βγάλει το μπουκάλι με το νερό από το ψυγείο, αυτός εντελώς ψυχρά αλλά και ψύχραιμα, την έπληξε επανειλημμένως στην πλάτη και δη άρχισε να την καρφώνει με το μαχαίρι σε διάφορα σημεία. Το μένος του ήταν ανεξέλεγκτο. Παρά ταύτα η μητέρα του, έχοντας ακόμη τις αισθήσεις της, σφάδαζε και βογγούσε από τον υπερβολικό πόνο.
Συνολικά δε της προκάλεσε δεκατέσσερα τραύματα.
Η μητέρα του ξεψύχησε εντός ολίγων λεπτών μπροστά στα μάτια τους, ενώ κείτονταν μέσα σε λίμνη αίματος. Κατά την ένταση δε των πληγμάτων, ο πρώτος κατηγορούμενος αυτοτραυματίστηκε στον αριστερό του μηρό. Ακολούθως, μετακίνησαν το πτώμα στα αριστερά της κουζίνας, και, κατ’ εφαρμογή του σχεδίου, άρχισαν να ανοίγουν τα ντουλάπια και τα συρτάρια των υπνοδωματίων και να πετούν δεξιά κι αριστερά ό,τι υπήρχε εντός αυτών, ώστε να δοθεί, σε εκείνους που θα εύρισκαν το πτώμα, η εντύπωση ότι επρόκειτο για ληστεία.
Η ζωή τους από εκεί και πέρα φάνηκε να συνεχίζεται κανονικά. Ο πρώτος στις αρχές Αυγούστου 2012, ενώ νοσηλευόταν στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο περιθαλπόμενος από την μετέπειτα σύζυγο του πατέρα του, σε μια έκρηξη ειλικρίνειας, προφανώς λόγω της βαρύτατης κατάστασης της υγείας του και της σκέψης ότι ίσως δεν καταφέρει να αναρρώσει, ένιωσε την ανάγκη να της εκμυστηρευτεί τα όσα είχαν συμβεί.