Χρηματική αποζημίωση ύψους 655.585,54 ευρώ διεκδικεί από 5 κατοίκους των Αθηνών, δύο κατοίκους Ρόδου και από μια ανώνυμη ξενοδοχειακή εταιρεία, με αγωγή που υπέβαλε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, γνωστός επιχειρηματίας του νησιού.
Σύμφωνα με την αγωγή, οι 7 εναγόμενοι, μέτοχοι της ανώνυμης ξενοδοχειακής εταιρείας, κάτοχοι συνολικά 7840 μετοχών που αντιπροσωπεύουν το 63,74% του μετοχικού της κεφαλαίου, είχαν αναλάβει την υποχρέωση να του πωλήσουν τα μερίδιά τους, με ιδιωτικό συμφωνητικό, που υπεγράφη τον Αύγουστο του 2008 και τροποποιήθηκε 5 φορές μέχρι τον Ιούλιο του 2010.
Συνολικό τίμημα της πώλησης των μετοχών τους συμφωνήθηκε, όπως υποστηρίζεται, το ποσό των 3.800.000 ευρώ, κατανεμόμενο στον καθένα από τους μετόχους ανάλογα με τις μετοχές που έχει ο καθένας και το ποσοστό του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν.
Στους πρώτους πέντε κατόχους συνολικά 4.100 μετοχών, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό 33,33% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, το τίμημα που αναλογεί ανέρχεται στο ποσό των 1.987.240 ευρώ, στον έκτο, κάτοχο 1870 μετοχών, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό 15,20% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, σε 906.380 ευρώ και στον έβδομο, κάτοχο 1870 μετοχών, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό 15,20% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, σε 906.380 ευρώ.
Υποστηρίζεται ακόμη ότι η ξενοδοχειακή εταιρεία κατά τον χρόνο της σύνταξης και υπογραφής του προσυμφώνου είχε χρέη (Τράπεζα Κύπρου, ΙΚΑ, Δ.Ο.Υ. κλπ) η εξόφληση των οποίων ήταν προϋπόθεση για την αγοραπωλησία των μετοχών. Οι εναγόμενοι φέρεται να δήλωσαν στον ενάγοντα ότι τα ποσά που θα κατέβαλλε σ’ αυτούς, ως «αρραβώνα», θα τα κατέθεταν στους λογαριασμούς της εταιρείας για την εξόφληση των χρεών της.
Εναντι του συνολικού τιμήματος των 3.800.000 ευρώ, ισχυρίζεται ότι κατέβαλε στους εναγόμενους το ποσό των 100.000 ευρώ, που αποδόθηκε στον καθένα ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας, ως «αρραβώνα», ήτοι εάν ματαιωθεί η υπογραφή του οριστικού συμβολαίου με υπαιτιότητα του αγοραστή αυτός χάνει τον «αρραβώνα», εάν όμως η ματαίωση της υπογραφής του οριστικού συμβολαίου οφείλεται σε υπαιτιότητα των πωλητών, αυτοί υποχρεούνται να επιστρέψουν τον ληφθέντα «αρραβώνα» στο διπλάσιο.
Ως «αρραβώνας» με την πιο πάνω έννοια συμφωνήθηκαν και όλα τα ποσά που κατέβαλε στους εναγόμενους μέχρι και την οριστική ματαίωση της υπογραφής του οριστικού συμβολαίου με υπαιτιότητα τους.
Υποστηρίζει ότι το υπόλοιπο ποσό του τιμήματος συμφωνήθηκε να καταβληθεί τμηματικά και ότι το οριστικό συμβόλαιο της αγοραπωλησίας των μετοχών συμφωνήθηκε να υπογραφεί μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2008, οπότε θα μεταβιβάζονταν οι πωλούμενες μετοχές σε αυτόν.
Ισχυρίζεται ακόμη ότι οι εναγόμενοι ανέλαβαν με το ίδιο προσύμφωνο την υποχρέωση να συγκαλέσουν γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας τους, η οποία να εγκρίνει όλους τους μέχρι τότε ισολογισμούς της,να καταθέσουν το σχετικό πρακτικό στη Νομαρχία Δωδεκανήσου μαζί με τους ισολογισμούς και να προσκομίσουν βεβαίωση της Νομαρχίας Δωδεκανήσου (Δ/ση Εμπορίου) για τη νομιμότητα της εταιρείας, για τις μέχρι τότε μεταβολές του καταστατικού κλπ.
Ο ουσιώδης αυτός όρος συμφωνήθηκε, όπως υποστηρίζει ο ενάγων, διότι κατά την ημέρα υπογραφής του προσυμφώνου η εταιρεία δεν είχε καταθέσει νόμιμα τους ισολογισμούς στη Δ/ση Εμπορίου και το καταστατικό της δεν είχε, όπως προβλεπόταν από το νόμο, τροποποιηθεί ώστε το κεφάλαιο να εκφρασθεί σε ευρώ και εξακολουθούσε να είναι ακόμη σε δραχμές με κίνδυνο να ανακληθεί η άδεια ίδρυσής της.
Με την εκπλήρωση αυτού του όρου συμφωνήθηκε, όπως υποστηρίζει ο ενάγων, να καταβάλει στους εναγόμενους-πωλητές το ποσό των 200.000 ευρώ, στον καθένα ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής του στο κεφάλαιο της εταιρείας, ως συμπληρωματικό αρραβώνα.
Οι εναγόμενοι, όπως εκτίθεται στην αγωγή, καθυστερούσαν να προβούν στη νομιμοποίηση της εταιρείας τους και να εκπληρώσουν τον συμφωνηθέντα ουσιώδη όρο που αποτελούσε και απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση της αγοραπωλησίας των μετοχών.
Η Τράπεζα Κύπρου είχε προβεί σε αναγκαστική κατάσχεση του μοναδικού ακινήτου της εταιρείας και συγκεκριμένα του ξενοδοχείου και είχε ορίσει αναγκαστικό πλειστηριασμό, οπότε για την αποτροπή του καταστροφικού αυτού γεγονότος συμφωνήθηκε τροποποίηση του προσυμφώνου.
Ο ενάγων διατείνεται ότι συμφωνήθηκε να καταβάλει στην Τράπεζα Κύπρου και στο λογαριασμό της εταιρείας το ποσό των 60.000 ευρώ και ζήτησε την αναστολή του πλειστηριασμού.
Η εταιρεία με απόφαση του διοικητικού της συμβουλίου φέρεται να του έδωσε την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα και να του ανέθεσε να προβεί σε ρυθμίσεις εκκρεμών χρεών της προς την Τράπεζα Κύπρου, το Δημόσιο (Δ.Ο.Υ.) και το ΙΚΑ.
Κατά τον νομικό και οικονομικό έλεγχό της, φέρεται να διαπιστώθηκε ότι είχε πολλά χρέη τόσο στη Δ.Ο.Υ. όσο και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς (ΙΚΑ κλπ) και στην Τράπεζα Κύπρου, η εξόφληση των οποίων αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύνταξη και υπογραφή του οριστικού συμβολαίου.
Ακολούθησαν κι άλλες τροποποιήσεις του προσυμφώνου και οι εναγόμενοι φέρονται να βεβαίωσαν ότι ο ενάγων είχε καταβάλει στην ξενοδοχειακή εταιρεία για λογαριασμό των μετόχων το συνολικό ποσό των 327.792,77 ευρώ.
Οι εναγόμενοι φέρονται ωστόσο να μην νομιμοποίησαν την εταιρεία τους με αποτέλεσμα η υπογραφή του οριστικού συμβολαίου να καταστεί οριστικά αδύνατη με αποκλειστική υπαιτιότητά τους.
Ο ενάγων ζητά έτσι να εκπληρώσουν τη συμβατική τους υποχρέωση και να καταβάλουν 655.585,54 ευρώ.
Την υπόθεση χειρίζεται η δικηγόρος κ. Κατερίνα Βολονάκη.