«Είναι λυπηρό, η τόσο σπουδαία ανασκαφή της Κυμισάλας να μην έχει την παραμικρή χρηματοδότηση και να γίνεται για άλλη μια χρονιά από εθελοντές. Είναι λυπηρό να μην υπάρχει οικονομική ενίσχυση και να προσπαθούν όπως μπορούν καθηγητές, φοιτητές, αρχαιολόγοι, εθελοντές-εργάτες για να κρατηθεί μια τόσο σημαντική αρχαιολογική ανασκαφή ενεργή. Είναι επίσης λυπηρό να έρχονται ξένοι αρχαιολόγοι, να μιλάνε με τόσο θαυμασμό για την ανασκαφή που ακούν σε διαλέξεις διαφόρων μουσείων του εξωτερικού και να απορούν με την κατάσταση…».
Αυτό, είναι το παράπονο του Γιώργου Θυρή από το Μονόλιθο. Ένα σπουδαίο αρχαιολογικό εύρημα, μια σπουδαία ανασκαφή, κινδυνεύει να χαθεί. Εδώ και χρόνια, με κόπο χρηματοδοτείται. Τα κονδύλια, όλο και κάθε χρόνο μειώνονται, με αποτέλεσμα, η ανασκαφή φέτος να διαρκέσει μόνο δύο εβδομάδες (!) παρ’ όλη την φιλότιμη προσπάθεια των κατοίκων του Μονόλιθου και των γύρω ορεινών χωριών, οι οποίοι προσπαθούν φιλοξενώντας τους αρχαιολόγους, προσφέροντας εθελοντική εργασία στον χώρο της ανασκαφής και με όποιο άλλο τρόπο μπορούν, να κρατήσουν ζωντανή αυτή την σπουδαία προσπάθεια και να αναδειχθούν τα «κρυμμένα μυστικά» της περιοχής τους. Να μην ξαναθαφτούν, κάτω από την αδιαφορία και την σκόνη του χρόνου.
«Κρυμμένο» σε μια πανέμορφη, άγριας ομορφιάς κατάφυτη περιοχή, βρίσκεται το βασίλειο της Αρχαίας Κυμισάλας, που υπαγόταν διοικητικά στην άλλοτε κραταιά Κάμιρο. Αυτά τα «κρυμμένα μυστικά» κάτω από τα πεύκα, προσέλκυσαν ήδη, από τον 15ο αιώνα, περιηγητές του νησιού και αρχαιοδίφες. «Από τον 19ο αι. και µετά το πλήθος των περιηγητών αυξήθηκε και µαζί µε αυτούς το χώρο επισκέφτηκαν και πολλοί αρχαιογνώστες, αρχαιολόγοι, αλλά και αρχαιοκάπηλοι. O Ludwig Ross το 18435 και το 1844, Άγγλος αντιπρόξενος στη Μυτιλήνη και αρχαιοδίφης Charles Newton, το 18537 ο Victor Guerin το 1854, ο ζωγράφος Albert Berg το 1862, συγκαταλέγονται ανάµεσα στους σηµαντικότερους επισκέπτες, οι οποίοι περιέγραψαν στα βιβλία τους τις αρχαιότητες της περιοχής. Οι εκτεταµένες αρχαιότητες της περιοχής προσείλκυσαν το ενδιαφέρον των Ιταλών αρχαιολόγων και η πρώτη συστηµατική αρχαιολογική έρευνα έγινε σχεδόν αµέσως µετά την Ιταλική κατοχή των ∆ωδεκανήσων. Tο 1913 η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών µε τους αρχαιολόγους L. Pernier και G.G. Porro πραγµατοποίησε επιφανειακή έρευνα στην περιοχή όπως και σε όλη τη δυτική παραλία του νησιού, συµπεριλαµβανοµένης και της Κυµισάλας στην οποία ακολούθησε το 1915 επιφανειακή έρευνα και µερική ανασκαφή στο ναό της ακρόπολης του Aγίου Φωκά και τη νεκρόπολη από τον από τον Amendeo Maiuri, έφορο Αρχαιοτήτων ∆ωδεκανήσου από το 1916 µέχρι το 192420 και αποτύπωσε πλέον, µε αξιοπιστία, τις αρχαιότητες της περιοχής .Μετά την έρευνα του Maiuri πραγµατοποιήθηκε µια ακόµη σηµαντική αρχαιολογική περιοδεία στην ύπαιθρο της Ρόδου από τους R. Hope Simpson και J.F. Lazenby, το 1970, οι οποίοι επισκέφτηκαν τα Βασιλικά, τη νεκρόπολη της Κυµισάλας, τον Άγιο Φωκά και τη Γλυφάδα, ενώ επιφανειακή έρευνα στην περιοχή διενήργησε το 1982 και ο Άγγλος αρχαιολόγος Mee.», διαβάζουμε σε μια πρόσφατη δημοσίευση του Μανόλη Ι. Στεφανάκη, Επίκουρου Καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας και Νοµισµατικής στο Τµήµα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστήµιου Αιγαίου και της Βασιλικής Πατσιαδά, Δρ. Αρχαιολόγου της ΚΒ’ ΕΠΚΑ.
«H ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου της Κυμισάλας, θα διασφαλίσει τη φυσιογνωμία της περιοχής και θα οδηγήσει σε μια αειφορική και βιώσιμη ανάπτυξη την ημιορεινή περιοχή του Ακραμίτη, καθώς, από την φύση του ο χώρος δεν ενδείκνυται για επισκέψεις μαζικού τουρισμού. Αντίθετα θα αποτελέσει πόλο έλξης ειδικής κατηγορίας επισκεπτών, με ιδιαίτερη έμφαση στον πολιτιστικό-αρχαιολογικό, τον οικολογικό και τον εκπαιδευτικό τουρισμό, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην ήπια και αειφορική οικονομική ανάπτυξη της τουριστικά υποανάπτυκτης και αναξιοποίητης ευρύτερης περιοχής του Αταβύρου.» είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στην «δημοκρατική» ο κ. Μανόλης Στεφανάκης,
Και συνεχίζει για τις προσπάθειες που έχει κατά καιρούς κάνει με επαφές με τους φορείς και ημερίδες ενημέρωσης : «Εδώ και αρκετό καιρό έχω στηρίξει και διαχύσει την ιδέα της ίδρυσης ενός αρχαιολογικού– οικολογικού πάρκου που θα διαφυλάττει την αρχαιολογική/πολιτιστική κληρονομία και την βιολογική ποικιλότητα της Κυμισάλας, συνδυάζοντάς τες μέσα από μια περιπατητική διαδρομή, ένα περιβαλλοντικό μονοπάτι που θα ξεκινά από τα Μαρμαρούνια, θα περνά από την ακρόπολη, θα κατηφορίζει στη νεκρόπολη και από κει θα καταλήγει στον οικισμό των Βασιλικών. Έτσι θα αναδειχτεί το τρίπτυχο πόλη-ακρόπολη-νεκρόπολη- μέσα από μια διαδρομή μοναδικού φυσικού κάλλους και οικολογικού ενδιαφέροντος. Να μην ξεχνάμε ότι η Κυμισάλα βρίσκεται στο κέντρο της προστατευόμενης περιοχής Νatura 2000 Ατάβυρος-Ακραμίτης-Αρμενιστής και αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα της περιοχής, σε συνδυασμό με την ανάδειξη των αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων, οφείλει να αξιοποιηθεί, να αναδειχτεί μέσα από ένα καινοτόμο αρχαιολογικό-οικολογικό πάρκο και να αποδοθεί στην τοπική κοινωνία. Μιλάμε για μια σημαντικού βαθμού ποιοτική αναβάθμιση του τμήματος αυτού της ροδιακής περιφέρειας, με την ανάδειξη των ιδιαίτερων πολιτισμικών, φυσικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών του τόπου και την δημιουργία υποδομών για μιαν ήπια και αειφορική τουριστική ανάπτυξη στην περιοχή, που θα την προφυλάξει από την αδηφάγο μανία του μαζικού τουρισμού.»
Ακούει κάποιος, από όσους διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, την διασύνδεση πολιτισμού-τουρισμού, την προσέλκυση ποιοτικού τουρισμού και πιπιλίζουν, χρόνια τώρα την καραμέλα της επιμήκυνσης της σεζόν και των εναλλακτικών μορφών τουρισμού; Προτίθενται να ευαισθητοποιηθούν και να κάνουν κάτι για τόσο σημαντικό για τον πολιτισμό αλλά και την ανάπτυξη του νησιού ή καλά είμαστε με τα πανηγύρια, που υποθέτω θα πάρουν σβάρνα τώρα το καλοκαιράκι φωτογραφιζόμενοι και αποστέλλοντας βαρύγδουπα δελτία τύπου για την συμμετοχή τους…