Η προσπάθεια επέκτασης των στρατηγικών τουρκικών συμφερόντων της Αγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο, μέσω του ΟΗΕ και αμφιλεγόμενων μνημονίων συνεργασίας με την κυβέρνηση της Τρίπολης εις βάρος της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία στην Αθήνα. Ηδη υπήρχαν ενδείξεις αφενός για την υιοθέτηση της «Γαλάζιας Πατρίδας» και από την επίσημη τουρκική διπλωματία, αφετέρου για τη μετατροπή της κυβέρνησης εθνικής ενότητας της Τρίπολης σε ένα σώμα απολύτως εξαρτώμενο από την Αγκυρα. Οι τουρκικές κινήσεις, ωστόσο, επιχειρούν να δημιουργήσουν τετελεσμένα και περιπλέκουν έτι περαιτέρω την κατάσταση.
Με τον ισχυρισμό της ότι η περιοχή από τον 28ο έως και τον 32ο μεσημβρινό είναι απαραβίαστη τουρκική υφαλοκρηπίδα, η Αγκυρα αποσκοπεί στο να «εξουδετερώσει» την επήρεια τόσο του Καστελλόριζου όσο και της Κύπρου ενόσω η Ελλάδα δεν έχει οριοθετήσει ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία. Από την άλλη, το μνημόνιο με τη Λιβύη για τον «καθορισμό θαλασσίων δικαιοδοσιών» εμπεριέχει κινδύνους για την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας των ερευνών στα τεμάχια που έχει παραχωρήσει η Αθήνα σε διεθνή κοινοπραξία νοτίως της Κρήτης.
Οι εξελίξεις της περασμένης εβδομάδας εκθέτουν σαφέστατα την τουρκική βεντάλια ενεργών πρωτοβουλιών στην Ανατολική Μεσόγειο. Κυρίως, όμως, αναδεικνύουν μια τεσσαρακονταετή αμηχανία των ελληνικών κυβερνήσεων στον τομέα οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών προς όλες τις κατευθύνσεις. Η κατάσταση δεν είναι προβληματική μόνο έναντι της Τουρκίας, αλλά ακόμα και με χώρες της Ε.Ε. Η συμφωνία του 1977 ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Ιταλία για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας δεν έχει επεκταθεί στην επιφάνεια της θάλασσας, με αποτέλεσμα οι δύο χώρες να μην διαθέτουν αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ).
Η Ρώμη αποφεύγει τη μετατροπή της συμφωνίας για την υφαλοκρηπίδα σε συμφωνία για την ΑΟΖ (αποτελεί προβολή του βυθού στη στήλη ύδατος που μεσολαβεί μέχρι την επιφάνεια της θάλασσας), με βασικό επιχείρημα την απουσία αντίστοιχου νομικά δεσμευτικού κειμένου ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Αλβανία. Το 2009, επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή, η Αθήνα έφθασε κοντά στην οριστικοποίηση της συμφωνίας για την ΑΟΖ και τα θαλάσσια σύνορα με τα Τίρανα. Στο τέλος, λόγω συνταγματικών εμποδίων που προφασίστηκε η αλβανική κυβέρνηση, η συμφωνία δεν επικυρώθηκε. Περίπου τα ίδια επιχειρήματα χρησιμοποιούνται από την αλβανική κυβέρνηση μέχρι και σήμερα. Στους διπλωματικούς κύκλους αποτελεί κοινό μυστικό ότι τα Τίρανα δέχονται πιέσεις από την Αγκυρα, ώστε να μην ολοκληρώσουν μια συμφωνία με την Αθήνα.
Η κατάσταση δεν είναι διαφορετική προς τα νότια. Τα πράγματα στη Λιβύη έχουν «παγώσει» οποιαδήποτε προσπάθεια εδώ και χρόνια, αν και τους τελευταίους μήνες γίνεται απολύτως σαφές ότι η Αθήνα πρέπει να αποκτήσει έρεισμα στην κυβέρνηση του Χαλίφα Χαφτάρ, που ελέγχει τη δυτική Λιβύη, τις πετρελαιοπηγές της χώρας και τον λιβυκό εθνικό στρατό, ο οποίος αποτελεί τη μοναδική αξιόμαχη δύναμη στην περιοχή. Οι ίδιες δυσκολίες υπήρχαν και πριν την de facto διάσπαση της λιβυκής επικράτειας, καθώς η Τρίπολη δεν αναγνώριζε ποτέ ότι, για παράδειγμα, η Γαύδος έχει κάποια επήρεια στην οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, ούτε όμως και την πρακτική της μέσης γραμμής.
Η Αθήνα αντιμετωπίζει σοβαρότατες δυσκολίες και στις αργόσυρτες και κατά καιρούς διακοπτόμενες διαπραγματεύσεις που εξελίσσονται από το 2009 με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση ΑΟΖ ανάμεσα στη βορειοαφρικανική ακτή και στα Δωδεκάνησα (στη γραμμή Ρόδου – Καρπάθου – Κάσου). Οι συζητήσεις έχουν αναθερμανθεί επανειλημμένως τα τελευταία χρόνια, πολλές από τις συναντήσεις έγιναν κάτω από τα ραντάρ της δημοσιότητας, ωστόσο, παρά τις θερμές διαβεβαιώσεις, δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη. Προφανώς η Ελλάδα ουδέποτε οριοθέτησε ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς δεν έχει καταθέσει συντεταγμένες στον ΟΗΕ, όπως έχει κάνει η Λευκωσία, με τελευταίο παράδειγμα τον περασμένο Ιούνιο, ως αντίδραση στην εισβολή του πλωτού γεωτρύπανου «Φατίχ» στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα.
Το casus belli
Αν και οι πρόσφατες εξελίξεις αφορούν κατά κύριο λόγο την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, η Ελλάδα δεν έχει κάνει χρήση και του μονομερούς δικαιώματος που της παρέχει το δίκαιο της θάλασσας για επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης (ή χωρικά ύδατα) της από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια. Βασική αιτία αποτελεί το casus belli, δηλαδή η απόφαση της τουρκικής εθνοσυνέλευσης να κηρύξει πόλεμο στην Ελλάδα σε περίπτωση επέκτασης των χωρικών υδάτων σε 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο. Εως και το 2011 είχαν γίνει δεκάδες γύροι διερευνητικών επαφών σε διπλωματικό, τεχνοκρατικό και ενίοτε πολιτικό επίπεδο ανάμεσα σε Αγκυρα και Αθήνα, οι οποίες κατέληξαν σε αδιέξοδο, κυρίως λόγω της προϊούσας (τότε) κατάρρευσης της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου.
Τον Οκτώβριο του 2018, κατά την τελετή παράδοσης – παραλαβής του υπουργείου Εξωτερικών, ο παραιτηθείς Νίκος Κοτζιάς ανήγγειλε επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο και κλείσιμο των κόλπων, ώστε να μετατραπούν σε νερά απόλυτης κυριαρχίας. Τελικά, η κλυδωνιζόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν προχώρησε σε αυτή την κίνηση, ούτε βεβαίως και η νέα μονοκομματική κυβέρνηση της Ν.Δ. Και τούτο διότι εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρότατες αντιδράσεις, καθώς μια μερική επέκταση χωρικών υδάτων θα λειτουργούσε ως έμμεση παραδοχή του τουρκικού επιχειρήματος περί ειδικών συνθηκών στο Αιγαίο. Αντιστρόφως, υπάρχει το επιχείρημα ότι η Ελλάδα αδρανεί όσον αφορά την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της ακόμα και εκεί που μπορεί, δηλαδή στο Ιόνιο.
Τουρκία νότια της Κρήτης
Ισως η πλέον ανησυχητική διάσταση του μνημονίου που υπέγραψαν Αγκυρα και Τρίπολη είναι τα δικαιώματα που αποκτά η Τουρκία στη θαλάσσια περιοχή βόρεια της Λιβύης. Δημιουργούνται προϋποθέσεις ακόμα και για παραχώρηση θαλάσσιων τεμαχίων από την Τρίπολη στην Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων (ΤΡΑΟ), κάτι που πρακτικά θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμα και σε σταθερή ναυτική παρουσία της Αγκυρας στα νότια της Κρήτης. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε ακόμη και να παραχωρήσει στο τουρκικό ναυτικό τη δυνατότητα να κάνει νηοψίες σε περιοχές που βρίσκονται σε ζώνες που η Ελλάδα θεωρεί ως ευρισκόμενες εντός των ορίων δικαιοδοσίας της.
Παρά το γεγονός ότι μια τέτοια κίνηση δεν θα παρήγαγε νομικά αποτελέσματα με βάση το διεθνές δίκαιο, θα αποτελούσε ένα νομιμοφανές έρεισμα για την Αγκυρα, η οποία ούτως ή άλλως ερμηνεύει το δίκαιο της θάλασσας με τρόπο που απλά συνάδει με τα συμφέροντά της.