Τραγικές ελλείψεις σε υλικά- από φάρμακα, βαμβάκι και γάζες μέχρι αντισηπτικό σαπούνι και σεντόνια- μειωμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, κλειστές μονάδες εντατικής θεραπείας και ασθενείς που υφίστανται τις συνέπειες από τη μείωση δαπανών στη δημόσια περίθαλψη: στο στόχαστρο βρίσκεται για ακόμη μια φορά η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, μετά και το δημοσίευμα – καταπέλτη της βρετανικής εφημερίδας Guardian, στο οποίο περιγράφονται οι τριτοκοσμικές συνθήκες που επικρατούν στα ελληνικά δημόσια νοσοκομεία λόγω της οικονομικής κρίσης. Η πραγματική εικόνα όμως που αντικρίζουν οι πολίτες στο ΕΣΥ είναι ακόμη χειρότερη.
Εργαζόμενοι και ασθενείς περιγράφουν τις συνθήκες με τα πιο μελανά χρώματα. Το προσωπικό μειώνεται λόγω συνταξιοδοτήσεων χωρίς να προχωρούν μόνιμες προσλήψεις, ο χρόνος αναμονής για χειρουργεία μπορεί να φτάσει ακόμη και τον ένα χρόνο σε πολλά νοσοκομεία, τα τμήματα επειγόντων περιστατικών βουλιάζουν, δεκάδες μονάδες εντατικής θεραπείες παραμένουν κλειστές παρά το γεγονός πως διανύουμε περίοδο αύξησης των κρουσμάτων γρίπης, μηχανήματα παραμένουν εκτός λειτουργίας επειδή δεν υπάρχουν χρήματα για συντήρηση, καρκινοπαθείς ψάχνουν το που θα κάνουν ακτινοθεραπείες, ασθενοφόρα βρίσκονται ακινητοποιημένα με μόνιμες βλάβες.
Όπως αναφέρουν οι εργαζόμενοι, πολλά νοσοκομεία λειτουργούν με προσωπικό κάτω των ορίων ασφαλείας και ασθενείς που βρίσκονται σε αναμονή για επεμβάσεις ρουτίνας αναγκάζονται να απευθυνθούν στον ιδιωτικό τομέα. Συνολικά στο ΕΣΥ υπολογίζεται πως υπάρχουν 25 χιλ. κενές οργανικές θέσεις νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού και 6 χιλ. οργανικές θέσεις γιατρών. Παρά το γεγονός πως ο αναπλ. υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης έχει εξαγγείλει την πρόσληψη δύο χιλιάδων γιατρών κάθε χρόνο, αρχής γενομένης από το 2017 και έως το 2019, η πλειονότητα αφορά στην τοποθέτηση νοσηλευτών και προσωπικού τεχνικής υποστήριξης με κοινωφελή εργασία και συμβάσεις ενός χρόνου.
Την ίδια ώρα οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις κυριολεκτικά θερίζουν. Στη χώρα μας προσβάλλεται κατά μέσο όρο το 15% των εισαγωγών στα δημόσια νοσοκομεία και η θνησιμότητα είναι πάνω από 30% των προσβληθέντων.
Και όλα αυτά τη στιγμή που το “νυστέρι” στις δαπάνες συνεχίζεται. Σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση του Π. Πολάκη, φέτος το κονδύλι για τη χορήγηση φαρμάκων από το ΕΣΥ είναι κατά 40 εκατ. ευρώ μειωμένο σε σύγκριση με φέτος, ενώ η κρατική χρηματοδότηση για το 2017 θα είναι η ίδια με πέρσι, δηλαδή 1.156 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 350 εκατ. σε σύγκριση με το 2015. Όπως δείχνουν εξάλλου τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για το δεκάμηνο, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς προμηθευτές και επιχειρήσεις του κλάδου, παρά τα 850 εκατ. που έχουν δοθεί από την προηγούμενη δόση για την εξόφληση χρεών, έχουν εκτιναχθεί στα 987,1 εκατ. ευρώ, ξεπερνώντας ήδη το σύνολο των χρεών για το 2015 (931 εκατ.).
Και μπορεί το άρθρο του Guardian αποτελεί κόλαφο, αυτή τη φορά από το εξωτερικό, για την κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων, το υπουργείο Υγείας όμως επιμένει πως όλα κυλούν ομαλά, χαρακτηρίζονται μάλιστα το εν λόγω ρεπορτάζ προϊόν ανεύθυνης καταστροφολογίας, λαϊκισμού και προσπάθειας να δημιουργηθεί κλίμα ανασφάλειας.
Προκαλεί εντύπωση βέβαια το γεγονός το δημοσίευμα σχολίασε επισήμως ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός και όχι, όπως λογικά αναμενόταν, ο αναπλ. υπουργός Παύλος Πολάκης, ο οποίος είναι αρμόδιος για τα νοσοκομεία. Ο τελευταίος αρκέστηκε- όπως άλλωστε συνηθίζει- σε ανάρτηση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, επιτιθέμενος στον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (δηλώσεις του οποίου φιλοξενήθηκαν από την εφημερίδα), αλλά και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης που κάλυψαν την είδηση.
Ο Α. Ξανθός από την πλευρά του προσπάθησε να δικαιολογήσει τα… αδικαιολόγητα, λέγοντας πως το άρθρο του Guardian αναφέρεται σε στοιχεία του 2011 και του 2012 και όχι σε κάποια τεκμηριωμένη μελέτη που παίρνει υπόψη πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Βασιλική Κουρλιμπίνη-capital.gr