Το τελευταίο χρονικό διάστημα η τοπική κοινωνία παρακολουθεί με έντονη ανησυχία την ολοκλήρωση της περίφραξης του Αρχαίου Σταδίου, η οποία πηγάζει από την πιθανότητα περιορισμού της ελεύθερης πρόσβασης και της επιβολής εισιτηρίου για την είσοδο στο χώρο.
Αντιπροσωπεία της ΚΟΒ Πόλης του ΚΚΕ επισκέφθηκε την Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου για να συζητήσει και να ενημερωθεί για το παραπάνω θέμα, αλλά και για τα προβλήματα που τυχόν αντιμετωπίζει η Υπηρεσία.
Έγινε ενημέρωση για τις εργασίες που εκτελούνται στο χώρο του Αρχαίου Σταδίου, οι οποίες αφορούν τη χωροθέτηση των εισόδων με κατασκευή περίφραξης (με κιγκλιδώματα ή αναβαθμίδες), τη δημιουργία πεζοδρομίου στις οδούς Διαγοριδών και Ακροπόλεως και τέλος την αναστήλωση του Ναού του Απόλλωνα. Επιβεβαιώθηκε πως στα σχέδια του έργου προβλέπεται η κατασκευή-δημιουργία υποδομής για έκδοση εισιτήριων καθώς και η δυνατότητα να κλείνει ο χώρος κατά τις νυχτερινές ώρες.
Επίσης τονίστηκε η μεγάλη υποστελέχωση στην υπηρεσία της Αρχαιολογίας με αποτέλεσμα το προσωπικό να μην επαρκεί για τις ανάγκες που υπάρχουν (έρευνα, επόπτευση, συντήρηση, φύλαξη χώρων κ.ά).
Ο σχεδιασμός της εμπορευματικής εκμετάλλευσης του τεράστιου πολιτιστικού πλούτου που διαθέτει η χώρα μας και εξελίσσεται διαχρονικά είναι σαφής. Σ’ αυτόν εντάσσουν διαδοχικά οι κυβερνήσεις όλο και περισσότερους αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία, κ.α. Άλλωστε ο πρόσφατος νόμος του υπουργείου Πολιτισμού σύμφωνα με τον οποίο θα μετατραπούν τα μεγάλα κρατικά μουσεία σε ΝΠΔΔ σε αυτό αποσκοπεί. Δε θα μπορούσαν να ξεφύγουν οι αρχαιολογικοί χώροι της Ρόδου από αυτόν τον σχεδιασμό, όταν μάλιστα η υπουργός Πολιτισμού συνεχώς διακηρύσσει πως «η μη αξιοποίηση του Πολιτισμού μας ως δημοσίου κεφαλαίου» οφείλεται σε παρωχημένες αντιλήψεις, οι οποίες συνιστούν «…εγκληματική αμέλεια, που στερεί τη χώρα από πολύτιμους πόρους…». Βέβαια η πολιτική της κυβέρνησης συντονίζεται πλήρως με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε. η οποία θεωρεί ως καλύτερη διαχείριση της «Πολιτιστικής
κληρονομιάς» τη μείωση των δημόσιων προϋπολογισμών και τη μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή της εμπορευματοποίησής της.
Είναι εξοργιστικό να μιλάνε για χαμένους «πολύτιμους πόρους» την ίδια στιγμή που χαρίζουν εκατομμύρια στους επιχειρηματικούς ομίλους, που τόσο η νυν , αλλά και οι προηγούμενες κυβερνήσεις έχουν νομοθετήσεις δεκάδες φοροαπαλλαγές για εφοπλιστές, ξενοδόχους κτλ.
Όμως, οι αρχαιολογικοί χώροι και γενικότερα η πολιτιστική κληρονομιά έχουν ως αποστολή την προώθηση και τη διεύρυνση της ιστορικής γνώσης, το ανέβασμα του πολιτιστικού επιπέδου του λαού. Η ευρύτερη έκταση του Αρχαίου Σταδίου αποτελεί έναν ελεύθερο χώρο περιπάτου, με προσφορά αισθητικής απόλαυσης, φυσικής ψυχικής εκτόνωσης, ενίσχυσης του ανοσοποιητικού μέσω άθλησης και καταφύγιο κοινωνικής συναναστροφής για τον κάθε δημότη. Είναι χαρακτηριστική η μεγάλη προσέλευση του κόσμου στο Αρχαίο Στάδιο αυτήν την περίοδο με δεδομένο ότι οι ελεύθεροι χώρου που απέμειναν είναι λιγοστοί. Αυτό που είναι επιβεβλημένο δεν είναι το κλείσιμο του χώρου και η πρόσβαση με εισιτήριο, αλλά η συντήρηση, η καθαριότητα και η προστασία του με μόνιμη φύλαξη, ώστε να αντιμετωπιστούν θέματα παραβατικότητας ή καταστροφής των μνημείων.
Το πρόβλημα της επιβολής εισιτηρίου και της εμπορικής εκμετάλλευσης του χώρου στο Αρχαίο Στάδιο, πηγάζουν από το ότι κριτήριο επιτυχίας στην πολιτική διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς θεωρείται η συνεισφορά της στην κερδοφορία άλλων τομέων της οικονομίας, όπως στη δική μας περίπτωση στο Τουρισμό.
Απέναντι σε αυτήν την πολιτική της «αξιοποίησης» της πολιτιστικής κληρονομιάς προς όφελος των λίγων είναι η πολιτική που θεωρεί πως οι αρχαιολογικοί χώροι, τα μουσεία και τα μνημεία αποτελούν λαϊκή ιδιοκτησία, με ανυπολόγιστη αξία για την κατανόηση της εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας και στην οποία πρέπει να έχει ανεμπόδιστη πρόσβαση όλος ο λαός, χωρίς καμιά εμπορευματοποίηση των χρήσεών τους, με ευθύνη και χρηματοδότηση του κράτους.
Ρόδος 3/3/2021