Χατζής Ν. Χατζηευθυμίου
Επικεφαλής της Δημοτικής Παράταξης
Ροδιακή Δημιουργία (ΡΟ.ΔΗ.)
Παρακολούθησα με προβληματισμό ως προς τη σκοπιμότητα και το αποτέλεσμα που μπορεί να έχει η σύσκεψη που έλαβε χώρα στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου στην οποία συμμετείχαν οι φορείς της Ρόδου, με θέμα την υφαρπαγή της ακίνητης περιουσίας της Δωδεκανήσου και τον τρόπο αντίδρασης .
Είναι γνωστό ότι οι κυβερνήσεις της χώρας διαχρονικά δεκαετίες τώρα, προσπαθούν να δημιουργήσουν προβλήματα στον τόπο μας με κάθε τρόπο.
Ειδικό Δασμολόγιο Δωδεκανήσου, μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ, Τέλος Αεροδρομίων και τόσα άλλα, και τώρα εν κρυπτώ και παραβύστω η Ακίνητη Περιουσία των Δωδεκανησίων.
Αν κάνουμε μια αναδρομή στην κατάργηση των όποιων προνομίων είχε η Δωδεκάνησος, θα διαπιστώσουμε δύο πράγματα:
Την διαχρονική προσπάθεια Κυβερνήσεων και στελεχών των Υπουργείων στην απαξίωση της Δωδεκανήσου με την αποστέρηση του όποιου ευνοϊκού μέτρου ίσχυε και την αδιαφορία των τοπικών παραγόντων για να μην πω τη συνδρομή τους στην επίτευξη των στόχων των κονδυλοφόρων των Υπουργείων. Στη συνέχεια χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για την αποστέρηση των πόρων της ιδιαίτερης πατρίδας μας.
Εμείς οι Δωδεκανήσιοι, όπως και όλοι οι Έλληνες, είμαστε ένας λαός της υπερβολής και της τελευταίας στιγμής.
Όταν δημιουργείται ένα ζήτημα, όσο σοβαρό και να είναι, με τις όποιες επιπτώσεις μπορεί να έχει στη ζωή μας, το υποβαθμίζουμε παρασυρόμενοι από άλλα ήσσονος σημασίας ζητήματα. Όταν διαπιστώσουμε τις αρνητικές διαστάσεις που θα έχει η όποια απόφαση έχει δρομολογηθεί από τους «φίλους» της Δωδεκανήσου, τρέχουμε φωνασκούντες, όταν πλέον έχουμε χάσει το συγκριτικό πλεονέκτημα που είχαμε.
Έτσι και με την Ακίνητη Περιουσία των Δωδεκανησίων. Την ονομάζω ακίνητη περιουσία των Δωδεκανησίων ακριβώς διότι ανήκε σε Δωδεκανήσιους, οι οποίοι για εθνικούς λόγους οι περισσότεροι απώλεσαν την περιουσία τους η οποία περιήλθε στο Τουρκικό Δημόσιο, κληρονομήθηκε από το Ιταλικό Δημόσιο και στη συνέχεια με την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου περιήλθε στην κατοχή του Ελληνικού Δημοσίου.
Δηλαδή ήρθε το Ελληνικό Δημόσιο και τιμώρησε τους Δωδεκανήσιους εκείνους που σε πείσμα των κατακτητών, προτίμησαν να χάσουν την περιουσία τους αλλά να παραμείνουν Έλληνες.
Και μόνον εξ αυτού του λόγου οι Κυβερνήσεις και οι Υπουργοί που χειρίσθηκαν το ζήτημα αυτό θα έπρεπε τουλάχιστον να ντρέπονται, Αλλά τι ψάχνουμε τώρα για ντροπή; Εδώ δεν ντρέπονται για την υποδούλωση της πατρίδας μας εν καιρώ ειρήνης θα ντραπούν για λίγα χωράφια.
Όμως δεν πρέπει να ισοπεδώνουμε τα πάντα. Θα πρέπει να ξεφύγουμε από αυτό που λέγεται τα τελευταία χρόνια ότι δηλαδή όλοι οι ασχολούμενοι με την πολιτική είναι ίδιοι. Θα διαφωνήσω διότι αφενός μεν δεν είναι ορθό και αφετέρου αυτό εξυπηρετεί εκείνους που διαχειρίζονται τις τύχες του έθνους θέλοντας με τον τρόπο αυτό να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους αλλά και να πείσουν τους αφελείς ότι τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει σ’ αυτόν τον τόπο, στηρίζοντας με τον τρόπο αυτό την παραμονή τους στην εξουσία.
Το πρόβλημα της Ακίνητης Περιουσίας της Δωδεκανήσου και η προσπάθεια υφαρπαγής της δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενο.
Όπως και παραπάνω ανέφερα, το Ελληνικό Δημόσιο από την περίοδο της Ενσωμάτωσης της Δωδεκανήσου δεχόμενο να αναγνωρισθεί ως διάδοχος του Ιταλικού Δημοσίου στην ιδιοκτησία των ακινήτων των Δωδεκανησίων, έδειξε την πρόθεσή του.
Στη συνέχεια όλες οι Κυβερνήσεις αρνήθηκαν να εξετάσουν το ζήτημα αυτό με μοναδική εξαίρεση την ψήφιση του Ν. 719, ο οποίος καταστρατηγήθηκε και δημιουργήθησαν πλείστα όσα προβλήματα γνωστά σε όλους, χωρίς και να αποκαθιστούν το δίκαιον.
Μεταξύ εκείνων που προσπάθησαν να μειώσουν το όφελος της Δωδεκανήσου από την εκποίηση των ακινήτων της, ήταν και ο τότε Υπουργός Οικονομικών κ. Δρυς ο οποίος με απόφασή του μείωσε το ποσοστό το οποίο ελάμβανε η Νομαρχία Δωδεκανήσου για την εκτέλεση έργων από 75% σε 50%.
Είναι γνωστό ότι από το 1947 μέχρι και το 1997 όλα τα έσοδα από τη διαχείριση των ακινήτων του δημοσίου στη Δωδεκάνησο διατίθεντο για την εκτέλεση έργων στο Νομό. Το 1997 έγινε η πρώτη προσπάθεια στέρησης των εσόδων αυτών από την Δωδ/σο με τον Νόμο 2469/97. Τότε έγινε προσπάθεια να μειωθούν τα έσοδα της πρώην Νομαρχίας Δωδεκανήσου από τη διαχείριση των ακινήτων στο Νομό μας από 75% σε 50%
Το 1999 ως βοηθός νομάρχης Δωδεκανήσου με επικεφαλής τον κ. Σάββα Καραγιάννη μετά από πολλές ατελέσφορες προσπάθειες για τη μη στέρηση των εσόδων αυτών από την ΚΕΔ, αναγκάσθηκα να προσφύγω στα Δικαστήρια.
Τότε η Ν.Α κατέθεσε προσφυγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου, του Υπουργού Οικονομικών και της ΚΕΔ διεκδικώντας τα απολεσθέντα έσοδα ύψους 1.500.000.000 δρχ. αλλά και τη μη εφαρμογή του μέτρου της μείωσης των εσόδων της πρώην Νομαρχίας Δωδεκανήσου.
Αποτέλεσμα της προσφυγής κατά του Ελληνικού Δημοσίου και του Υπουργού Οικονομικών ήταν να συνεχίσει μέχρι το 2011 η Νομαρχία Δωδεκανήσου και στη συνέχεια η Περιφέρεια Ν. Αιγαίου, να εισπράττει το 75% των εσόδων από τη διαχείριση των ακινήτων στη Δωδεκάνησο.
Πέραν της μηνύσεως που κατετέθη και τη διατήρηση των εσόδων υπέρ της Δωδεκανήσου, το νομαρχιακό συμβούλιο με ομόφωνη απόφασή του ενέκρινε σχέδιο Νόμου συνοδευόμενο με αιτιολογική έκθεση τα οποία συνέταξε άνευ αμοιβής ο Δικηγορικός Σύλλογος Ρόδου με Πρόεδρο τότε τον κ. Ευθύμιο Μπόνη.
Το σχέδιο Νόμου με την αιτιολογική έκθεση αλλά και με όλο το ιστορικό της δημιουργίας αυτής της Ακίνητης Περιουσίας της Δωδεκανήσου απετέλεσαν έναν φάκελο με ολοκληρωμένη πρόταση για την επίλυση του ζητήματος αυτού.
Ο φάκελος αυτός απεστάλη στα Υπουργεία Οικονομικών, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, προς την ΚΕΔ στον κ. Πρωθυπουργό στους Αρχηγούς όλων των κομμάτων που συμμετείχαν στη Βουλή εκείνης της περιόδου, στις Νομαρχιακές Επιτροπές των κομμάτων στα Δωδεκάνησα, σε όλους τους Βουλευτές όλων των κομμάτων εκείνης της περιόδου καθώς και στους πολιτευτές των.
Αποτέλεσμα, κανείς δεν έσκυψε ούτε λεπτό από ότι αντιλαμβάνομαι στην ανάγνωση των στοιχείων του φακέλου, με αποτέλεσμα μόλις οι «φίλοι» της Δωδεκανήσου στην Αθήνα βρήκαν ευκαιρία, έκαναν εκείνο το οποίο μεθόδευαν από χρόνια.
Μετά την απόφαση του 2011 η Δωδεκάνησος αποστερήθηκε των εσόδων από τη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας της και μάλιστα την περίοδο που είχε αρχίσει να εμφανίζεται η οικονομική κρίση, η οποία εξαθλίωσε την κοινωνία, με αποτέλεσμα να υπάρξει περαιτέρω μείωση των εσόδων της Τ.Α. άρα και μείωση των δυνατοτήτων της στην εκτέλεση έργων υποδομής και ανάπτυξης της Δωδεκανήσου.
Ο προβληματισμός μου ως προς τη σκοπιμότητα και το αποτέλεσμα που μπορεί να έχει η προχθεσινή σύσκεψη, έγκειται στο γεγονός ότι η παρέλευση πέντε ετών χωρίς καμία αντίδραση από την πλευρά της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των εκπροσώπων μας στη Βουλή και των κομμάτων, δημιούργησε τετελεσμένο γεγονός το οποίο θεωρώ ότι, αν όχι αδύνατον, είναι πολύ δύσκολο να ανατραπεί.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να γίνει μια συντονισμένη προσπάθεια.
Αυτή όμως η προσπάθεια θα στηριχθεί από όλους;
Θα στηριχθεί πέραν των άμεσα ενδιαφερομένων (Τ.Α.) πρώτιστα από τους Κυβερνητικούς Βουλευτές; Θα στηριχθεί με έργα ή με δηλώσεις άνευ ουσίας και αντικειμένου;
Θα στηριχθεί και από τους Βουλευτές των υπολοίπων κομμάτων με παρεμβάσεις ουσίας και όχι παρεμβάσεις με στόχο την αντιπολίτευση στην Κυβέρνηση;
Θα στηριχθεί με ενέργειες των Νομαρχιακών Επιτροπών προς τις Κεντρικές Διοικήσεις των Κομμάτων τους;
Θα στηριχθεί από τους πολιτευτές της Δωδεκανήσου στο σύνολό τους και ιδιαίτερα από εκείνους που η Δωδεκάνησος δεν έχει εκπρόσωπό της στη Βουλή;
Μετά από όλα αυτά μια πρόταση:
Για να πάψουμε να ενεργούμε αποσπασματικά και άκαιρα, μήπως είναι καιρός να δημιουργηθεί αλλά κυρίως να ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΕΙ εκείνο το ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΑΚΟ ΛΟΜΠΥ που το θυμόμαστε όταν βρεθούμε σε αδιέξοδα και το ξεχνάμε την επομένη;
Χατζής Ν. Χατζηευθυμίου
Επικεφαλής της Δημοτικής Παράταξης
Ροδιακή Δημιουργία (ΡΟ.ΔΗ.)