Λίγο μετά το 2011 και την έκρηξη της Αραβικής Ανοιξης που οδήγησε τις πρώτες χιλιάδες Τυνήσιων στη Γαλλία, η Ε.Ε. αποφάσισε να «φρεσκάρει» ιδέες του 2008 για την καλύτερη επιτήρηση των ευρωπαϊκών συνόρων. Σε αυτό θα συνέβαλλε το Ευρωπαϊκό Σύστημα Παρακολούθησης Εξωτερικών Συνόρων (EUROSUR), που περιλαμβάνει ένα σύστημα ελέγχου εισόδου – εξόδου (EES), τη δημιουργία ενός συστήματος καταγραφής επιβατών (RTP), αλλά και ενός αρχείου καταγραφής επιβατών (Passenger Name Records) που θα έδινε, για παράδειγμα, στις ελληνικές αρχές τη δυνατότητα να εντοπίσουν τον δράστη των Βρυξελλών Χαλίντ ελ Μπακράουι πριν πάρει, τον Ιούλιο του 2015, το αεροπλάνο από το Τρεβίζο της Ιταλίας με προορισμό την Αθήνα. Οχι γιατί θα έβρισκαν το όνομά του – ταξίδευε με πλαστή βελγική ταυτότητα – αλλά ακριβώς επειδή θα έβλεπαν, Ελληνες και Ιταλοί, ότι ταξίδευε με πλαστά χαρτιά. Πέντε χρόνια μετά και πολύ περισσότερους νεκρούς, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ακόμα συζητούν το θέμα, ενώ οι υφιστάμενοι μηχανισμοί, όπως το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν, δυσλειτουργεί, καθώς, όπως παραδέχονται Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, μόνο η Γαλλία το τροφοδοτεί κανονικά.
Η Ε.Ε. είχε υπολογίσει ότι το σύστημα παρακολούθησης εξωτερικών συνόρων θα κόστιζε 874 εκατ. ευρώ, αλλά μια μελέτη του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ, το 2012, υπολόγισε ότι το κόστος κατασκευής και διασύνδεσης του συστήματος με τα εθνικά συστήματα 24 χωρών μπορεί να ξεπερνούσε και τα 2 δισ. ευρώ.Το σύστημα προβλέπει την αξιοποίηση σύγχρονων τεχνολογιών, όπως των Drones, για τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ενωσης.
Καρδιά του μηχανισμού που σχεδίαζε τότε η Ε.Ε., και θέλει ακόμα να θέσει σε εφαρμογή, είναι το σύστημα PNR, το σύστημα καταγραφής επιβατών. Δεν πρόκειται για ευρωπαϊκή εφεύρεση. Υιοθετήθηκε στις ΗΠΑ μετά την 11η Σεπτεμβρίου για να αποφύγει η αεροπορική βιομηχανία τις μεγάλες καθυστερήσεις εξαιτίας των εντατικών ελέγχων. Στην Ευρώπη, εφαρμόσθηκε πιλοτικά στους επιβάτες που πετούν συχνά και που με την υποβολή των βιομετρικών τους στοιχείων δεν ήταν υποχρεωμένοι να υποστούν τον λεγόμενο «δευτεροβάθμιο» ή δειγματοληπτικό έλεγχο. Για τους ταξιδιώτες από τρίτες χώρες η αξιοποίησή του έδειξε ότι ο χρόνος ελέγχου περιορίζεται από 1-2 λεπτά στα 30 δευτερόλεπτα.
Το σύστημα προβλέπει ότι οι «ταξιδιώτες καλής πίστης» θα δηλώνουν τα βιομετρικά τους στοιχεία στις προξενικές αρχές της Ε.Ε., εκεί όπου παίρνουν τη βίζα και έναντι εκχώρησης των προσωπικών τους δεδομένων θα υφίστανται μικρότερης έκτασης έλεγχο στα αυτόματα μηχανήματα. Ο χρόνος που «περισσεύει» θα χρησιμοποιείται για τους «κακής πίστης ταξιδιώτες», δηλαδή αυτούς που δεν δίνουν τα στοιχεία τους.
Ταυτόχρονα, το σύστημα ελέγχου εισόδου/εξόδου θα τσεκάρει όλους όσοι έχουν παραβιάσει τους όρους παραμονής τους (χρόνο, τόπο κ.λπ.). Λίγο πριν από την επίθεση στις Βρυξέλλες, η Ε.Ε. υπολόγιζε ότι το σύστημα καταγραφής επιβατών θα είναι πλήρως λειτουργικό το 2020.
Στο σύστημα καταγραφής επιβατών PNR τα στοιχεία θα διατηρούνται, σύμφωνα με τη θέληση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για μία πενταετία. Μέσα σε ένα μήνα τα στοιχεία θα γίνονται ανώνυμα, αλλά, αν παραστεί ανάγκη, θα μπορούν εκ των υστέρων να «αποκτούν» ονοματεπώνυμο. Στη συνέχεια, θα αποστέλλονται σε ένα κεντρικό ηλεκτρονικό αρχείο από το οποίο θα μπορούν να ανακληθούν από κάθε κράτος-μέλος.
Η Ανω Βουλή της Γερμανίας θεώρησε ότι αρκεί το σύστημα πληροφοριών του Σένγκεν (Schengen Information System, SIS). Υπήρχαν αντιρρήσεις για να χρησιμοποιούνται οι καταγραφές των επιβατών για πτήσεις μέσα στις χώρες της Ε.Ε. – όπως και εκείνη του Μπακράουι. Οι ευρωπαϊκές αστυνομίες μπορούν να χρησιμοποιούν σήμερα σε επιλεγμένες δειγματοληπτικά πτήσεις από χώρες εκτός της Ε.Ε. το Advance Passenger Information (API) το οποίο όμως περιλαμβάνει νούμερο και αριθμό διαβατηρίου και ώρα αναχώρησης και άφιξης. Σε απάντηση που έδωσε στη γερμανική Βουλή τον Οκτώβριο του 2014, ο υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας Τόμας ντε Μεζιέρ παραδέχθηκε ωστόσο ότι το SIS είναι ακατάλληλο για το «κυνήγι των τζιχαντιστών».
Ούτως ή άλλως, καλά πληροφορημένες αστυνομικές πηγές κοντά στην Ε.Ε. ανέφεραν ότι ελάχιστες χώρες καταχωρίζουν συστηματικά στοιχεία στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS), με τη Γαλλία να κάνει τις περισσότερες. Ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών το ομολόγησε: «Οι καταγραφές γίνονται καθυστερημένα». Ο καθηγητής Πέτερ Νόιμαν σημειώνει ότι «από τις 5.000-6.000 Ευρωπαίους μαχητές, μόνο 2.000 υπάρχουν στις διασυνδεδεμένες τράπεζες πληροφοριών για τους μαχητές σε τρίτες χώρες…». Ο Νόιμαν λέει ότι το 25% – 50% έχει επιστρέψει στην Ευρώπη «όταν τα χρόνια της Αλ Κάιντα είχαν επιστρέψει 200 μαχητές».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη στη Europol. «Εκεί στέλνει η κάθε κυβέρνηση τους υπαλλήλους που θέλει να βολέψει και όλα στέλνονται στις καταχωρίσεις κατόπιν εορτής…».
Χιλιάδες Alert για υπόπτους
Το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν είναι επιχειρησιακά ενεργό από το 1995. Τα στοιχεία στο σύστημα διατηρούνται για μία δεκαετία, παρά το γεγονός ότι θα πρέπει να επανεξετάζονται από τα κράτη που τα εισάγουν ανά τριετία. Οι συνοριακοί φρουροί και οι αστυνομικοί εξετάζουν όσους μπαίνουν στον χώρο Σένγκεν με βάση τα στοιχεία που είναι αναρτημένα στο σύστημα πληροφοριών. Στην τράπεζα περιλαμβάνονται ονόματα και ψευδώνυμα, φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά, τόπος και χρόνος γέννησης. Ενα Αlert στο σύστημα καθορίζει ποιοι έλεγχοι πρέπει να γίνουν στο συγκεκριμένο πρόσωπο.
Η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που βρίσκονται στο σύστημα είναι υπήκοοι τρίτων χωρών. Αναζητήσεις στο σύστημα Σένγκεν προκαλούν ένα «χτύπημα» όταν οι λεπτομέρειες που εισάγει ένας υπάλληλος ταιριάζουν με τις λεπτομέρειες που περιγράφονται στο Alert. To 2010 υπήρχαν 91.000 παρόμοια «χτυπήματα» από 35,7 εκατομμύρια αρχεία. Στα χρόνια από το 1997 ώς το 2010, πάνω από 25.300 πολίτες τρίτων χωρών εμποδίσθηκαν να μπουν στην «επικράτεια» του Σένγκεν λόγω του συστήματος Σένγκεν.
Τον Μάιο του 2011 άρχισε να λειτουργεί το σύστημα Σένγκεν-2, που περιλαμβάνει βιομετρικά στοιχεία και δακτυλικά αποτυπώματα, αλλά η αναβάθμιση του συστήματος την ώρα που περνάει τη μεγαλύτερη δοκιμασία του παραμένει ακόμα στα «σκαριά».
Καθημερινή