Γράφει ο
Νεκτάριος Καλογήρου
«Γι’ αυτό αν σβήσεις από μέσα σου το ιστορικό σου παρελθόν, τους γονείς σου, τα αδέρφια σου, τους συγγενείς σου, τη γειτονιά σου, τους παιδικούς σου φίλους, τους συγχωριανούς σου, το σπίτι σου, τον κάμπο που είδες, τη θάλασσα και τον ουρανό με τ’ αστέρια π’ αντίκρισες και με τόσα άλλα που γέμισες τη ζωή σου, τότε νιώθεις ξεκομμένος, μετέωρος, μόνος. Χωρίς ρίζες το όνειρο αυτό, που το λένε ζωή, φτωχαίνει». Π. Χαμουζάς «Φάνες».
Εξαιρετικά μεγάλης ιστορικής σημασίας αποτελεί η επίσημη δημοσίευση του πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης για το χρόνο προέλευσης και το περιεχόμενο της επιγραφής της επιτύμβιας πλάκας που είχε βρεθεί στην αρχαία νεκρόπολη της περιοχής Κορακόνερου της πόλεως Ρόδου. Στην πράξη, αναγνωρίζεται η αυθεντικότητα του ευρήματος και κυρίως θεμελιώνεται ιστορικά το γεγονός ότι η ιστορία των χωριών Φάνες και Σάλακος ξεκινά από τα τέλη του 2ου αιώνα προ Χριστού (100 π.Χ).
Πρόκειται για μια μεγάλη επιτυχία, καθώς η μαρμάρινη πλάκα, με τα ονόματα των δύο χωριών, διευρύνει το ιστορικό υπόβαθρο που συνοδεύει τις «γειτονιές» του νησιού και τροφοδοτεί το διεθνές ενδιαφέρον για μελέτες αποκάλυψης ολόκληρης της εικόνας που εμφάνιζε η Ρόδος κατά την αρχαιότητα.
Η επιτυχία ανήκει εξίσου τόσο στα στελέχη των Εφορειών Αρχαιολογίας της Δωδεκανήσου, όσο και στους δρ. Απόστολο Κυριατσούλη και καθηγητή – συγγραφέα Παναγιώτη Χαμουζά που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στο να αναδείξουν την ιστορία του τόπου που τους γέννησε.
Η επιστημονική δημοσίευση έγινε μόλις πριν από λίγες ημέρες και υπογράφεται από τον δρ. Vincent Gabrielsen του πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης. Οι 32 της σελίδες στηρίζονται κατά κύριο λόγο στην έρευνα του αρχαιολόγου Νίκου Χριστοδουλίδη, που πέτυχε την πλήρη τεκμηρίωση όλων όσων είχε συμπεριλάβει στα συμπεράσματά του. Μάλιστα, στο τέλος του Μάη, ο δρ. Απόστολος Κυριατσούλης θα επισκεφθεί τον κ. Χριστοδουλίδη για να ενημερωθεί σχετικά με τις λεπτομέρειες της δημοσίευσης και να του θέσει το αίτημα δημιουργίας αντίγραφου της επιτύμβιας πλάκας ώστε να τοποθετηθεί ως μέρος ενός κεντρικού μνημείου που θα στηθεί στις Φάνες. «Είναι ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα» δήλωσε από τη Γερμανία όπου βρίσκεται, προς τη «δημοκρατική» ο δρ. Απόστολος Κυριατσούλης.
Η επιτύμβια πλάκα
Το μαρμάρινο εύρημα αποκαλύφθηκε στην αρχαία νεκρόπολη της περιοχής Κορακόνερου της πόλεως Ρόδου. Σε αυτήν σώζεται επιγραφή από πέντε στίχους, για τους οποίους ο επίτιμος Εφορος Αρχαιοτήτων δρ. Ιωάννης Παπαχριστοδούλου γράφει* «στο κείμενο των πέντε στίχων περιλαμβάνονται τιμές που είχαν αποδοθεί στο άγνωστο σε μας πρόσωπο.. που ήταν υπό την προστασία μιας θεότητας. Τα κοινά αυτά συνδέονται με τρεις θέσεις της Ρόδου, από τις οποίες η μία διαβάζεται μόνο αποσπασματικά… Οι δύο άλλες ταυτίζονται, νομίζω, καθαρά με δύο γνωστά ονόματα, που μάλιστα συνδέονται με δύο σημερινά χωριά, πρώην κοινότητες: Σάλακος και Φάνες. Αυτό αποτελεί μια έκπληξη, γιατί ως σήμερα δεν υπήρχε αναμφισβήτητη μαρτυρία από φιλολογικές πηγές ή επιγραφές ότι τα τοπωνύμια αυτά ανάγονταν στην αρχαιότητα…. Αυτή είναι μία από τις αρχαιότερες μαρτυρίες που έχουν για τα ονόματα των περισσότερων χωριών της Ρόδου. Με το νέο αρχαιολογικό εύρημα η ύπαρξη των δύο τόπων, Σάλακος και Φάνες, με το ίδιο όνομα, μετατοπίζεται στο τέλος του 2ου, αρχές του 1ου αιώνα π. Χ».
Ευρήματα από τις Φάνες
στα μουσεία του Λούβρου
και του Βρετανικού
Είναι ιδιαίτερη έκπληξη για όσους έχουν επισκεφθεί τα μουσεία του Λούβρου και του Βρετανικού, η στιγμή που στέκονται μπροστά σε εκθέματα που βρέθηκαν στις Φάνες. Το αρχαιότερο από τα εκθέματα ανάγεται στον 14ο αιώνα π. Χ. «Γυάλινος κρατηρίσκος».
Ο δρ. Παύλος Τριανταφυλλίδης, κατά τη θητεία του στην ΚΒ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου γράφει* «οι αρχαιολογικές μας γνώσεις για την περιφέρεια των Φανών, που βρίσκεται εντός των ορίων της αρχαίας Καμιρίδος, είναι αρκετά περιορισμένες λόγω έλλειψης συστηματικών επιφανειακών και ανασκαφικών ερευνών. Ένα μεγάλο μέρος, ωστόσο, των 273 αρχαιολογικών ευρημάτων, προερχόμενων από τις Φάνες, βρίσκεται σήμερα στα μουσεία του Λούβρου και του Βρετανικού, όταν η Ρόδος την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας είχε γίνει αντικείμενο εκτεταμένων αρχαιολογικών δραστηριοτήτων, κυρίως θησαυροθηρικού χαρακτήρα.Η έλλειψη οργανωμένης προστασίας των αρχαιοτήτων από την οθωμανική κυβέρνηση, έδωσε τη δυνατότητα σε ξένες αρχαιολογικές ανασκαφικές αποστολές να εξάγουν από τη Ρόδο στα μουσεία του εξωτερικού σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα με πολιτικά κι οικονομικά ανταλλάγματα. Στο παραπάνω πολιτικό πλαίσιο η Ρόδος προσέλκυσε το ενδιαφέρον των ξένων αρχαιόφιλων, αλλά και των συλλεκτών και των αρχαιοκαπήλων».
Από τη δική της πλευρά η αρχαιολόγος Φωτεινή Ζερβάκη, που ανήκει επίσης στην ΚΒ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου, έχει κάνει εκτενή έρευνα για το πλήθος των σημείων της περιοχής Φανών, που φανέρωσαν σπουδαίας σημασίας ευρήματα. Τοπωνύμια όπως τα Κρύα Νερά, Μάρμαρα, Αβδελάες, Μαλλά, Αης Γιώργης, Λάγγονας έχουν δώσει κτερίσματα και σκεύη εξαιρετικής ομορφιάς.
Η ίδια γράφει* «Η περιοχή των Φανών είναι ουσιαστικά άγνωστη ανασκαφικά, εφόσον εξακολουθεί να παραμένει σε μεγάλο βαθμό αγροτική. Αντίθετα με την κατάσταση που επικρατεί σε άλλες περιοχές στο νησί, δεν παρατηρήθηκε εδώ το φαινόμενο της άκρατης τουριστικής οικοδόμησης το οποίο δίνει μεν τη δυνατότητα εμπλουτισμού του αρχαιολογικού αρχείου, προκαλεί όμως συνήθως την καταστροφή των αρχαίων μαρτυριών».
*Απόσπασμα από το βιβλίο «Φάνες, Επιγραφές και αρχαιολογικά ευρήματα», έκδοσης του Συλλόγου για τη Μελέτη και τη Διάδοση της Ελληνικής Ιστορίας e.V. Weilheim της Βαυαρίας. Ιδρυτής του συλλόγου και υπεύθυνος των εκδόσεών του είναι ο δρ. Απόστολος Κυριατσούλης.
Οι εντυπώσεις του
Καρόλου Νιούτον
Ο νομικός και συγγραφέας Μανώλης Παπαϊωάννου, στο βιβλίο του «Ρόδος και νεώτερα κείμενα», που είχε εκδοθεί το 1966, κάνει εκτενή αναφορά στον Αγγλο περιηγητή και αρχαιολόγο Κάρολο Νιούτον (Charles Newton) που με τη σειρά του είχε δημοσιεύσει δύο τόμους «Ταξίδια και ανακαλύψεις στην Ανατολή». Στους δύο τόμους, περιλαμβάνονται επιστολές και εντυπώσεις του Νιούτον από την παραμονή του στη Ρόδο. Είναι το έτος 1853 και ο Αγγλος αρχαιολόγος γράφει: «…φτάνοντας στις Φάνες, το επόμενο χωριό στο δρόμο της επιστροφής μου, βρήκα μια ακόμη μικρή συλλογή αντικειμένων που είχαν ανακαλυφθεί σε τάφους. Μεταξύ αυτών ήταν και δύο κούπες με λαβές και μικρό βάθος, της καλύτερης περιόδου της Αγγειοπλαστικής τέχνης (550 – 500 πχ). Ερευνώντας τον τόπο προέλευσης αυτών των αντικειμένων οδηγήθηκα από έναν χωρικό σε μια τοποθεσία κοντά στις Φάνες, όπου είδα μια μεγάλη έκταση, στρωμένη με κομμάτια χρωματισμένων αγγείων και μορφών από τερακότα. Προφανώς, αυτά τα υπολείμματα είχα εκσκαφθεί κατά το όργωμα. Τα αγγεία που αγόρασα στις Φάνες, είχαν βρεθεί, σύμφωνα με τον οδηγό μου, σ’ έναν κτιστό τάφο σ’ αυτό το σημείο. Πέτυχα να αποκτήσω τη δεύτερη αυτή συλλογή αρχαιοτήτων έναντι ενός μικρού ποσού. Και αφού τη συσκεύασα σε δυο μεγάλα κοφίνια, που φόρτωσα σ’ ένα μουλάρι, ξεκίνησα πολύ πρωί για τη Ρόδο».
Υπενθυμίζεται ότι ο Μανώλης Παπαϊωάννου είχε γεννηθεί το 1917 στον Αγιο Ισίδωρο, σπούδασε νομικά και από τη μεταπολίτευση κι έπειτα δημοσίευσε σειρά βιβλίων για την ιστορία της Ρόδου.
Η ιστορική προέλευση
του ονόματος
Ιστορική προσέγγιση του ονόματος Φάνες, έχει επιχειρήσει ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Παναγιώτης Χαμουζάς. Στο βιβλίο του «Το χωριό μας, Φάνες, γη πατρική» γράφει για το πλήθος των αναφορών Φαναί, Φάνα, Φαναιός, Φάνας που απαντώνται σε πλήθος αρχαίων κειμένων.
Μεταξύ των άλλων, ο κ. Χαμουζάς συμπεραίνει «… και πιθανολογώντας, γιατί έτσι μας “συμφέρει” η αυταπάτη, ότι έχουμε βρει τις προγονικές μας ρίζες, φανταζόμαστε ότι λειτουργούν δύο τινά: α) ή θεωρούμαστε οι Φανενοί απόγονοι των Δωριέων της πόλης Φάνα της Αιτωλίας που διώχθηκαν από τους Αχαιούς κι άραξαν κάποτε στην παραλία των Φανών, και β) και το πιθανότερο, ο πρώτος οικιστής (ιδρυτής) του χωριού Φάναι – Φάνες, ονομαζόταν Φάνας. Αλλωστε το Φάνας, ως όνομα ήταν συνηθισμένο (υπήρχε Φάνας πολεμιστής, και άλλος Φάνας ολυμπιονίκης. Και δυο πόλεις της Φωκίδας με το όνομα Φανοτίς και Φανοτεύς και ένα πλήθος 52 κύριων ονομάτων, σύνθετων με το συνδετικό Φάνης)».