Δεν δημοσιοποιήθηκε, μέχρι που έγιναν την Παρασκευή καταγγελίες από τον τουρκικό τύπο, ένα απίθανο επεισόδιο μεταξύ λιμενικών και τριών Τούρκων επιβατών σε πολυεστερικό σκάφος, με αμερικανική σημαία, κοντά στα Ιμια.
Το θέμα για το οποίο δεν υπάρχει επίσημη ενημέρωση από το Λιμενικό Σώμα αναμένεται να προσλάβει πάντως διαστάσεις αφού καταγγελίες των Τούρκων κατηγορούμενων έφτασαν μέχρι το γραφείο του Εισαγγελέα Εφετών Δωδεκανήσου μετά από αναφορά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους κ. Κ. Ασλάνη.
Από ελληνικής πλευράς έγινε χρήση πραγματικών πυρών στην θαλάσσια περιοχή βορειοανατολικά της Κω. Το περιστατικό έλαβε χώρα, όπως αναφέρουν δημοσιεύματα των τουρκικών εφημερίδων, Hürriyet και Star, την περασμένη Πέμπτη. Σύμφωνα με το τουρκικό δημοσίευμα, το τουρκικό πλοίο έγινε κυριολεκτικά… “ελβετικό τυρί” από τα ελληνικά πυρά, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να αναγκαστούν να παραδοθούν στην ελληνική ακτοφυλακή.
Πώς φέρεται να έχει όμως η υπόθεση που αναμένεται να προκαλέσει μεγάλο θόρυβο εξαιτίας των διπλωματικών διαστάσεων που έχει προσλάβει; Την 04.00 ώρα της 27ης Μαΐου 2014 απεστάλη στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Κω από το Λιμεναρχείο Καλύμνου σήμα για τη σύλληψη δραστών ποινικών αδικημάτων στη θαλάσσια περιοχή νότια των νήσων Ιμίων.
Σύμφωνα με το σήμα την 26η Μαΐου 2014 το ΠΛΣ 1012 σε προγραμματισμένη περιπολία, στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή των νήσων Ψερίμου, Καλόλιμνου και Ιμίων, εντόπισε ταχύπλοο πολυεστερικό σκάφος, χρώματος λευκού- με κατεύθυνση από τις τουρκικές ακτές προς τις ανατολικές ακτές της Καλύμνου. Κατά τη διάρκεια της προσέγγισης του σκάφους πραγματοποίησε αιφνίδια αλλαγή πορείας με πορεία εμβολισμού του σκάφους του Λιμενικού. Ακολούθησε καταδίωξη, ενώ έπεσαν και πυρά για εκφοβισμό.
Οι 4 επιβάτες ονόματι Cangul Tor του Μahmut 26 ετών, Dogan Coskun του Yasar, 27 ετών, Murat Bicak του Cevat 40 ετών και Kaan Camuzcuoglu του Suleyman, 33 ετών συνελήφθησαν για απόπειρα παράνομης εισόδου στη χώρα, για απόπειρα πρόκλησης ναυαγίου και για απόπειρα ανθρωποκτονίας.
Σε κατάθεση του λιμενοφύλακας, που επέβαινε στο σκάφος του Λιμενικού υποστηρίζει ότι το σκάφος στο οποίο επέβαιναν οι Τούρκοι είχε ήδη πλησιάσει περί το μισό μίλι από το ακρωτήριο «χρυσό σπήλιο» και ότι όταν το πλησίασαν έκοψε ταχύτητα, έκανε αναστροφή και κινήθηκε επιθετικά, αναπτύσσοντας μεγάλη ταχύτητα με πορεία σύγκρουσης και σκοπό τον εμβολισμό τους. Τονίζει ότι έδωσε ο ίδιος εντολή να πυροβολήσουν το σκάφος σε ασφαλή τομέα και στη συνέχεια στις εξωλέμβιες μηχανές του.
Τα ανωτέρω δεν επιβεβαίωσε σε κατάθεσή του στρατιωτικός παρατηρητής από το φυλάκιο της Καλόλιμνου διότι βρισκόταν σε μεγάλη απόσταση.
ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ
H εκδοχή των Τούρκων είναι εντελώς διαφορετική. Mετά από απολογία 9 ωρών την 23.30 ώρα της Παρασκευής, με ομόφωνη απόφαση Ανακριτή και Εισαγγελέα της Κω, ο καπετάνιος του σκάφους κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος και οι τρεις επιβάτες ελεύθεροι με χρηματική εγγύηση 2.000 ευρώ και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.
Κατ’ αρχήν εκφράζουν την απορία τους πώς γίνεται το σκάφος που προπορεύεται (καταδιωκόμενο) και ακολουθείται από το περιπολικό (έτσι λέει ο Ελληνας υπολοχαγός από το παρατηρητήριο) να προσπαθεί να εμβολίσει το περιπολικό που ακολουθεί.
Πιο συγκεκριμένα ο ιδιοκτήτης και κυβερνήτης του σκάφους «BLUE ANGEL», το οποίο αγόρασε πρόσφατα για λογαριασμό όλης της οικογένειάς του που ασχολείται με την οργάνωση θαλασσίων εκδρομών, τόνισε ότι ασκεί τη δραστηριότητά μου ως επαγγελματίας δύτης.
Λόγω της εργασίας του αυτής, γνωρίζεται με τον Bicak Murat, ο οποίος είναι επαγγελματίας εκπαιδευτής δυτών και έχει επιχείρηση πώλησης εξοπλισμού και λοιπών ειδών καταδύσεως στο Turgutreis.
Κανόνισαν, όπως υποστήριξε, να κάνουν μια μικρή εκδρομή με το σκάφος, για διασκέδαση, με σκοπό να περιηγηθούν από απόσταση τα ελληνικά νησιά που βρίσκονται απέναντι από το Turgut Reis. Μαζί τους βρίσκονταν, όπως είπε, ο φίλος του Coskun Dogan, με τον οποίο διαμένουν στην ίδια περιοχή και η φίλη και υπάλληλος του Bicak με το όνομα Tor Cangul, με την οποία ο τελευταίος διατηρεί σχέση και την οποία παρέλαβαν από το ξενοδοχείο στο οποίο εργάζεται. Μετά από κάποιο σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, είχαν πλησιάσει τα ελληνικά παράλια, χωρίς όμως, κατά την εκτίμησή του, να έχουν μπει στα ελληνικά χωρικά ύδατα, ευρισκόμενοι σχεδόν στη μέση γραμμή, οπότε είδε από απόσταση να τους πλησιάζει ένα ελληνικό σκάφος.
Υποστήριξε ότι θεώρησε καλό να υψώσει την ελληνική σημαία, ώστε να μην θεωρηθεί ότι παραβιάζει την ελληνική κυριαρχία και συνέχισε να ταξιδεύει.Όταν διαπίστωσε ότι το ελληνικό σκάφος τον πλησίαζε με πιθανό σκοπό να ελέγξει το σκάφος, ρώτησε τους επιβαίνοντες αν είχαν διαβατήρια μαζί τους. Ο Dogan του είπε ότι δεν έχει διαβατήριο και ο Bicak ότι και η κοπέλα δεν είχε διαβατήριο μαζί της.
Τότε, όπως ισχυρίστηκε, πανικοβλήθηκε, επειδή φοβήθηκε ότι ίσως δημιουργείτο πρόβλημα στο σκάφος σε περίπτωση ελέγχου επειδή οι δύο επιβαίνοντες δεν είχαν μαζί τους διαβατήρια και για το λόγο αυτό άλλαξε κατεύθυνση και άρχισε να κατευθύνεται προς την Τουρκία.
Ισχυρίστηκε ότι αυτή την απερίσκεπτη ενέργεια την έκανε γιατί φοβήθηκε μήπως υποστεί συνέπειες και χάσει το καινούργιο του σκάφος από τις ελληνικές αρχές, λόγω του ό,τι οι επιβαίνοντες δεν είχαν μαζί τους διαβατήρια. Ένιωσε φοβερή πίεση στη σκέψη ότι δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει στην οικογένειά του την απώλεια του σκάφους και για το λόγο αυτό αποφάσισε, εσφαλμένα, να κινηθεί προς την Τουρκία.
Υποστήριξε ακόμη ότι το ελληνικό σκάφος άρχισε να τον καταδιώκει και ότι οι επιβάτες μπήκαν στην καμπίνα, προφανώς γιατί φοβήθηκαν.
Μετά από λίγη ώρα άκουσε συνεχείς πυροβολισμούς, που κατευθύνονταν και προς το σκάφος του, το οποίο σχεδόν αμέσως ακινητοποιήθηκε και το ελληνικό σκάφος τον πλησίασε απειλητικά.
Ισχυρίστηκε ότι όταν συνέβη η ακινητοποίηση του σκάφους αυτό βρισκόταν στα τουρκικά χωρικά ύδατα και το ελληνικό σκάφος δεν είχε καμία απολύτως δικαιοδοσία και νομιμοποίηση να τον καταδιώξει και να το ακινητοποιήσει.
Υποστήριξε ακόμη ότι το σκάφος του εβλήθη όχι μόνο στις μηχανές αλλά και στο σώμα αυτού, πολύ κοντά στην καμπίνα με τους επιβάτες.
Ισχυρίστηκε παραπέρα, όπως αποδείχτηκε και από τον έλεγχο των Ελλήνων λιμενικών, πλην του φόβου του, λόγω της έλλειψης διαβατηρίων των επιβαινόντων, ότι δεν είχε κανένα απολύτως λόγο να θέλει να αποφύγει τον έλεγχο, αφού είχε όλα τα νόμιμα έγγραφα για την κατοχή και την πλοήγηση του σκάφους.
Ο Τούρκος καπετάνιος, απολογούμενος, εξέφρασε και την άποψη ότι οι λιμενικοί προκειμένου να δικαιολογήσουν την άσκοπη χρήση πυρών επί σκάφους, που δεν είχε σχέση με λαθροδιακίνηση μεταναστών, όπως δικαιολογημένα, ίσως, είχαν πιστέψει αρχικά, λόγω των κινήσεών του, επινόησαν το σενάριο της δήθεν εκ μέρους του απόπειρας εμβολισμού του σκάφους τους και της ανθρωποκτονίας τους.
Μιλά για υπερβολή των λιμενικών, να βάλουν κατά ενός σκάφους, που δεν μετέφερε λαθρομετανάστες και μάλιστα βρισκόταν στα τουρκικά χωρικά ύδατα και διατείνεται ότι αυτό αποδεικνύεται από τον τουλάχιστον ισχυρισμό ότι έβαλαν κατά του σκάφους σε απόσταση 20 μέτρων, έχοντας το όπλο σταθερό επί του σκάφους, με ιδανικές καιρικές συνθήκες – έλλειψη κυμματισμού και άπνοια – καθώς και ιδανικές συνθήκες σκόπευσης, που απέτρεπε την οποιαδήποτε πιθανότητα πρόκλησης τραυματισμού στους επιβαίνοντες, του καταδιωκόμενου σκάφους.
Τόνισε εξάλλου ότι ουδέποτε δημοσιοποιήθηκε το περιστατικό παρά τη ρίψη πυροβολισμών και την σύλληψη 4 Τούρκων “κακοποιών”, στους οποίους αποδόθηκαν βαρύτατες κακουργηματικές κατηγορίες και δη αυτές της απόπειρας ανθρωποκτονίας και της απόπειρας πρόκλησης ναυαγίου με κίνδυνο για άνθρωπο.
Στο ίδιο μήκος κύμματος κινήθηκαν και οι καταθέσεις των υπολοίπων κατηγορούμενων.
Αυτό που έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ο δικηγόρος κ. Κωνσταντίνος Ασλάνης, που χειρίστηκε την υπόθεση, υπέβαλε προς τον Εισαγγελέα Εφετών Δωδεκανήσου, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, στον Υπουργό Δικαιοσύνης και στο Υπουργείο Εξωτερικών αναφορά, στην οποία υποστηρίζει ότι οι εντολείς του όχι μόνο αδικήθηκαν αλλά δεν τους επετράπη, κατά παράβαση των δικαιωμάτων τους, η επικοινωνία με τους οικείους τους.
Ο κ. Ασλάνης υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι κατά τη διάρκεια της κράτησής τους, οι κατηγορούμενοι ζήτησαν επανειλημμένως να τους επιτραπεί να επικοινωνήσουν τηλεφωνικώς με τους συγγενείς τους στην Τουρκία, ώστε να τους ενημερώσουν για την κατάστασή τους και να ζητήσουν τυχόν συνδρομή τους. Τούτο, όμως, τους απαγορεύτηκε στην πράξη και δεν κατέστη δυνατόν παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές του, να πείσει τους λιμενικούς ότι αποτελεί αυτονόητο δικαίωμα των κρατουμένων να επικοινωνήσουν τηλεφωνικώς με τους οικείους τους.
Ο δικηγόρος τους διατείνεται ότι «κάποιοι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους» και καταγγέλλει το Λιμενικό για τα όσα συνέβησαν κατά τη σύλληψη και μετά τη δέσμευση των εντολέων του.
Η πρόκειται για μπουνταλάδες ή κάτι βρωμάει.
Όπως και να έχει, όταν σε κυνηγάει το περιπολικό του Λιμενικού και εσύ προσπαθείς να την κάνεις, τότε πας γυρεύοντας. Μπράβο στα παιδιά του λιμενικού.