Σκεφτείτε μία χώρα με τη μεγαλύτερη ανεργία στην Ευρώπη και μία από τις μεγαλύτερες διεθνώς, με το μεγαλύτερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων ως προς το σύνολο τους, με το δεύτερο μεγαλύτερο χρέος στον κόσμο ως ποσοστό του ΑΕΠ της, με τη χειρότερη οικονομική ύφεση στα τελευταία πέντε χρόνια διεθνώς, με τις μεγαλύτερες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις στον κόσμο, τόσο σε ως ποσοστό όσο και ονομαστικά, με τα μεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας στην ευρωζώνη, με το μεγαλύτερο αριθμό διακοπών ρεύματος ως ποσοστό του πληθυσμού και των επιχειρήσεων στην Ευρώπη και με μία πληθώρα άλλων αρνητικών ρεκόρ.
Οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν πως το αυτονόητο για την κυβέρνηση αυτής της χώρας θα ήταν να την έχει κηρύξει σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να εργάζεται πυρετωδώς για την όσο το δυνατόν ταχύτερη και πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση όλων, ή έστω μερικών, από τα παραπάνω προβλήματα.
Σίγουρα, θα ήταν παράλογο σε μία χώρα, η οποία είναι αντιμέτωπη με μία τέτοια οικονομική και κοινωνική κατάσταση, η κυβέρνηση της να αναλώνει το χρόνο και τους λιγοστούς πόρους της όχι για να λύσει προβλήματα αλλά για να σχεδιάσει την πώληση της μοναδικής εταιρίας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της με την αιτιολογία ότι αυτό “αποτελεί υποχρέωση της χώρας, απέναντι στην Κομισιόν”.
Και όμως, στην Ελλάδα της Τρόικας και των συνεργατών της έχει δημιουργηθεί προ πολλού η τάση το αυτονόητο να δίνει τη θέση του στο παράλογο και αυτό με τη σειρά του να βαφτίζεται ως αναπόφευκτο. Έτσι, η κυβέρνηση έχει σταματήσει να ασχολείται με τα μείζονα προβλήματα της χώρας και έχει βάλει στην κορυφή της ιεραρχίας της μια ακόμη πώληση ελληνικής περιουσίας, αυτή τη φορά σκανδαλώδους μεγέθους, μέσω του μοντέλου της «Μικρής ΔΕΗ» “ώστε να πάψει η ΔΕΗ να έχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά ηλεκτρισμού και να σταματήσει να μονοπωλεί την εκμετάλλευση των λιγνιτών και των υδάτινων πόρων της χώρας”.
Με απλά λόγια, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου, όπως ακριβώς ισχύει και με την Τρόικα. Όμως, αν και η δεύτερη δικαιολογείται από το ρόλο της να πιέζει για αυτά που θεωρεί ότι εξυπηρετούν το συμφέρον της, η πρώτη υποχρεούται να ιεραρχεί τις προτεραιότητες της και να προτάσσει αυτές που εξυπηρετούν καλύτερα το εθνικό συμφέρον.
Και εν προκειμένω το εθνικό συμφέρον δεν εξυπηρετείται με το να ξεπουληθούν και μάλιστα έναντι ευτελούς τιμήματος, πόροι της χώρας τεράστιας οικονομικής και εθνικής αξίας αλλά με το να σταματήσει άμεσα η διαδικασία πώλησης της ΔΕΗ και η κάθε συζήτηση για το θέμα αυτό και να αντιμετωπιστούν επειγόντως τα πραγματικά προβλήματα της Ελλάδας.
Αυτή η θέση δεν έχει καμία σχέση με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων ορισμένων εκ των συνδικαλιστών της ΔΕΗ με γνωστό και βεβαρημένο παρελθόν. Εδώ το θέμα ξεπερνά τα όποια ένοχα μικροσυμφέροντα καθώς έχει πανεθνικό χαρακτήρα.
Ίσως, λοιπόν, είναι καιρός, με ευκαιρία τη ΔΕΗ, να εγκαινιάσουμε μία νέα φάση αποκατάστασης της λογικής σε αυτόν τον τόπο και να δώσουμε μία ευκαιρία στο αυτονόητο να αποκτήσει την έννοια που θα έπρεπε, όντως, να έχει. Ειδάλλως, η κρίση θα διαιωνίζεται όσο η Ελλάδα θα βγαίνει στο σφυρί και σε μερικά χρόνια θα καταλήξουμε ξένοι και φτωχοί στη χώρα μας.