Με το υπ’ αρίθμ. 95/2018 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, που επιδόθηκε χθες, απαγγέλθηκε η ακυρότητα της πράξης της προδικασίας, που αφορά τον διορισμό του πραγματογνώμονα – Ορκωτού Ελεγκτή- Λογιστή Αναστασίου Θ. Καβελλάρη και των εντεύθεν συνεχόμενων πράξεων της προδικασίας καθώς και της συνταχθείσας με ημερομηνία 04.06.2014 Έκθεσης Πραγματογνωμοσύνης της εταιρείας «ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (Α.Δ.Ε.Κ Α.Μ. Α.Ε.).
Η κυρία Ανάκριση, ενώπιον του Ειδικού Ανακριτή Διαφθοράς του Πρωτοδικείου Ρόδου, για την υπόθεση είχε αναβληθεί επ’ αόριστον, μέχρι να αποφανθεί επί σχετικού αιτήματος δύο κατηγορούμενων το δικαστικό συμβούλιο.
Πιο συγκεκριμένα κατηγορούμενοι για υπεξαίρεση σε βάρος νομικού προσώπου του άρθρου 263Α και δη σε βάρος ανώνυμων δημοτικών επιχειρήσεων κατ΄εξακολούθηση και για ποσό άνω των 150.000 ευρώ, με τις επιβαρυντικές διατάξεις του Ν. 1608/50 περί καταχραστών του δημοσίου και για κακουργηματική απιστία είναι 9 πρώην μέλη του διοικητικού συμβουλίου της υπό εκκαθάριση εταιρείας.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων είχαν υποβάλει ένσταση για ακυρότητα της προδικασίας που προηγήθηκε και συγκεκριμένα ακυρότητας της εκθέσεως δικαστικού πραγματογνώμονα.
Θυμίζουμε ότι από Πταισματοδίκη Αθηνών ανατέθηκε τον Φεβρουάριο του 2013 σε εκτέλεση παραγγελίας του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου, στην εταιρεία Ορκωτών Λογιστών PKF, που εκπροσωπείται από τον κ. Αναστάσιο Καβελλάρη, η διενέργεια οικονομικού – λογιστικού και δημοσιονομικού ελέγχου στην εταιρεία για το ίδιο ως άνω διάστημα.
Διενεργήθηκε συγκεκριμένα έλεγχος στην διαχείρισή της για την διαπίστωση τυχόν παράνομων ενεργειών των οργάνων της.
Προέκυψε μεταξύ άλλων ότι στα βιβλία της εταιρείας καταχωρήθηκαν εικονικές πληρωμές επιταγών με συνέπεια, να μειωθεί αδικαιολόγητα το υπόλοιπο του λογαριασμού «Ταμείον» και να εκταμιευθεί ποσό 402.270,68 ευρώ για σκοπούς άλλους εκτός των πραγματικών.
Οι κατηγορούμενοι δια των συνηγόρων τους επεσήμαναν ότι η δικογραφία που έχει σχηματιστεί πάσχει από απόλυτη ακυρότητα που συνίσταται, στο ό,τι ουδέποτε έλαβαν γνώση της συγκεκριμένης έκθεσης, ούτε και της παραγγελίας του Πταισματοδίκη Αθηνών για την ανάθεση της, με αποτέλεσμα να μην ασκήσουν τα υπερασπιστικά τους δικαιώματα.
Ο Ειδικός Ανακριτής διαφθοράς φέρεται να διαπίστωσε ότι πράγματι δεν είχε γνωστοποιηθεί ο διορισμός πραγματογνώμονα στους κατηγορούμενους και «πάγωσε» την ανάκριση μέχρι να αποφανθεί αρμοδίως το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Δωδεκανήσου.
Θυμίζουμε ακόμη ότι οι συνήγοροι των κατηγορουμένων ενημερώθηκαν ότι από την έρευνα έχει προκύψει ότι η εταιρεία δεν δημοσίευε ισολογισμούς, ότι ενώ υφίστατο ζημία στις χρήσεις της κάθε χρόνο το κόστος της μισθοδοσίας ήταν πολύ μεγαλύτερο από τις εισπράξεις, ότι υφίσταντο ανείσπρακτα τιμολόγια και επιπλέον ότι φέρεται να έχει ομολογηθεί πράξη μεταφοράς με παράτυπο τρόπο χρηματικού ποσού 120.000 ευρώ, που ανέλαβε συγκεκριμένο πρόσωπο.
Το δικαστικό συμβούλιο επισημαίνει στο οικείο Βούλευμα ότι αντίγραφο της πράξης διορισμού του πραγματογνώμονα είχε αποσταλεί από το Πταισματοδικείο Αθηνών με συστημένες επιστολές, στους διαδίκους, αποστέλλοντας παράλληλα και επικυρωμένο αντίγραφο από το βιβλίο πρωτοκόλλου του συγκεκριμένου Προανακριτικού Τμήματος και αντίγραφο κατάστασης συστημένων προς το ΕΛΤΑ, από το περιεχόμενο του οποίου πράγματι προκύπτει ότι είχαν σταλεί οι συγκεκριμένες συστημένες επιστολές, χωρίς να προκύπτει ωστόσο ποιος τις παρέλαβε.
Αναζητήθηκαν σχετικά στοιχεία από τα ΕΛΤΑ τα οποία όμως έχουν καταστραφεί από το έτος 2016
Κρίθηκε έτσι εφόσον δεν αποδεικνύεται η γνωστοποίηση του διορισμού του εν λόγω πραγματογνώμονά κατά τη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης, προκειμένου οι κατηγορούμενοι να ασκήσουν τα προβλεπόμενα από τον κώδικα ποινικής δικονομίας δικαιώματά τους, θα πρέπει να απαγγελθεί η ακυρότητα της πράξης της προδικασίας, που αφορά στην κατ’ αριθμ. 46/12.02.2013 διάταξη της Πταισματοδίκη του 1ου Τμήματος του Πταισματοδικείου Αθηνών, με την οποία διορίστηκε δικαστικός πραγματογνώμονας ο Αναστάσιος Θ. Καβελλάρης- ορκωτός ελεγκτής- λογιστής, και των εντεύθεν συνεχόμενων πράξεων της προδικασίας, ήτοι της όρκισης του ως άνω πραγματογνώμονα, της εγχείρισης της υπ’ αριθμ. 04.06.2014 έκθεσης πραγματογνωμοσύνης καθώς και του περιεχομένου αυτής.
Κρίθηκε δε στην παρούσα χρονική στιγμή, ότι το Συμβούλιο δεν δύναται να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση περί του εφικτού ή αναγκαίου της επανάληψης της ακυρωθείσας πραγματογνωμοσύνης, δεδομένου ότι η υπόθεση έχει εισαχθεί σε αυτό παρεμπιπτόντως για την απαγγελία της ακυρότητας αυτής κι όχι για να αποφανθεί επί της ουσίας της υπόθεσης.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρίστανται οι δικηγόροι κ.κ. Ν. Γιαννάς, Βασίλης Καταβενάκης, Φ. Κωστόπουλος. Στ. Κιουρτζής, Δήμος Μουτάφης και Νικηφόρος Παπανικόλας.