Στο μέτρο που το επιτρέπει και η υπόλοιπη διεθνής ειδησεογραφία, τα γερμανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης παρακολουθούν τις πρώτες αφίξεις τουριστών στα ελληνικά νησιά κι άλλους θερινούς προορισμούς, μετά και την τελευταία άρση των περιοριστικών μέτρων που επέβαλε η Ελλάδα για να περιορίσει την πανδημία. Στο σύντομο σημείωμα που διαβάζουμε στη Süddeutsche Zeitung, ο αρθρογράφος της αναφέρει ότι οι πρώτες πτήσεις τσάρτερ από τη Γερμανία έφτασαν χθες νωρίς το πρωί στην Κρήτη και οι επιβάτες έγιναν δεκτοί με εορτασμούς. Και μεταφέρει τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα στον ΣΚΑΪ ότι η φετινή θα είναι μια δύσκολη σεζόν.
«Ο τουρισμός είναι ο πιο σημαντικός οικονομικός κλάδος της Ελλάδας», σημειώνει. «Γιατροί κάνουν ελέγχους σε όλα τα αεροδρόμια. Οι ταξιδιώτες θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει μια ηλεκτρονική φόρμα τουλάχιστον 48 ώρες πριν την άφιξη και να αναφέρουν πού βρίσκονταν πριν έρθουν στην Ελλάδα και πού θα διαμείνουν στην Ελλάδα. Με βάση έναν αλγόριθμο αποφασίζεται ποιος ταξιδιώτης θα υποβληθεί σε τεστ για κορωνοϊό μετά την άφιξη, όπως μεταδίδει η ελληνική δημόσια τηλεόραση. Όποιος βρεθεί θετικός, θα παραμείνει για 14 ημέρες σε απομόνωση σε ξενοδοχείο. Το κόστος αναλαμβάνει η Ελλάδα». Ο αρθρογράφος σημειώνει τέλος ότι η χώρα, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές, έχει ένα πολύ μικρό ποσοστό κρουσμάτων.
Τα σημεία κριτικής
Πιο αναλυτικό και επικριτικό το άρθρο στο σημερινό φύλλο της Handelsblatt, που υπογράφει ο ανταποκριτής της στην Αθήνα Γκερντ Χέλερ. Τίτλος: «Χάος στις διακοπές στην Ελλάδα». Ο αρθρογράφος επανέρχεται στο μέτρο της λεγόμενης φόρμας εντοπισμού του ταξιδιώτη, που θα πρέπει να έχει συμπληρώσει πριν φτάσει στην Ελλάδα. «Το ότι η Ελλάδα θα άνοιγε τα περιφερειακά της αεροδρόμια την Τετάρτη (01.07) μετά από πάνω από 3 μήνες αναγκαστικό κλείσιμο λόγω κορωνοϊού, ήταν γνωστό εδώ και εβδομάδες» σημειώνει. «Παρ’ όλα αυτά οι αρχές ενημέρωσαν την τελευταία στιγμή για τα περιοριστικά μέτρα, τόσο αργά που πολλοί τουρίστες δεν μπόρεσαν εμπρόθεσμα να λάβουν διαδικτυακά τον κωδικό». Δια του λόγου το αληθές, ο Γερμανός δημοσιογράφος αναφέρει ότι ο όμιλος Lufthansa ενημερώθηκε για το μέτρο μόλις την περασμένη Δευτέρα (29.07), όταν έτρεχε ήδη η προθεσμία για τη συμπλήρωση διαδικτυακά της φόρμας. «Η με κενά και καθυστερημένη ενημέρωση αεροπορικών εταιρειών και επιβατών από τις ελληνικές αρχές δεν είναι η μοναδική παράλειψη» σημειώνει ο Γκερντ Χέλερ. «Η αρμόδια υπηρεσία πολιτικής προστασίας ρωτά ένα σωρό στοιχεία, αλλά η ένδειξη για προστασία δεδομένων λείπει από τη διαδικτυακή σελίδα. Μια σαφής παραβίαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας προστασίας προσωπικών δεδομένων».
Τέλος, στο θέμα που ανέκυψε με την καραντίνα των 36 ωρών στο ξενοδοχείο εκείνων των τουριστών που κάνουν το τεστ στο αεροδρόμιο και που ξεσήκωσε αντιδράσεις, η εφημερίδα γράφει: «Στο μεταξύ φαίνεται ότι η ελληνική κυβέρνηση παρατήρησε πόσο διαμφισβητούμενες και λίγο εφαρμόσιμες είναι πολλές από τις ρυθμίσεις των νέων μέτρων». Όπως πληροφορήθηκε η Handelsblatt από κυβερνητικές πηγές πρόκειται να αλλάξουν.
Η διαδικτυακή έκδοση του Spiegel φιλοξενεί τηλεγράφημα του dpa για το αποτέλεσμα έκθεσης της ανθρωπιστικής οργάνωσης Oxfam, με αφορμή την τελευταία επικαιροποίηση της ελληνικής μεταναστευτικής νομοθεσίας. Οι συγγραφείς της ερευνούν συγκεκριμένα τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα ασύλου και βασίζονται σε συζητήσεις με πρόσφυγες, εμπειρογνώμονες, δικηγόρους καθώς και εκθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης και της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. «Η νέα νομοθεσία ασύλου είναι μια ευθεία επίθεση στις ανθρωπιστικές δεσμεύσεις της Ευρώπης για την προστασία όσων ζητούν διεθνή βοήθεια», αναφέρει η Έβελιν βαν Ρέμπουργκ από την Oxfam στις Βρυξέλλες.
Σημείο κριτικής της έκθεσης είναι μεταξύ άλλων οι συνθήκες στα hotspots που βρίσκονται στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Ένα άλλο σημείο κριτικής της έκθεσης είναι η συντόμευση των προθεσμιών για προσφυγή σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο αίτημα για χορήγηση καθεστώτος πρόσφυγα, που λήγουν πριν καν ο ενδιαφερόμενος το αντιληφθεί. «Σε κάθε περίπτωση είναι σχεδόν αδύνατο να προχωρήσουν σε ενέργειες εναντίον της απόρριψης οι μετανάστες, γιατί χρειάζονται δικηγόρο. Στη Λέσβο παρ’ όλα αυτά υπάρχει μόνο ένας δικηγόρος που πληρώνεται από το κράτος. Υπάρχουν περιπτώσεις που απορρίπτονται αιτήσεις για άσυλο εν μέρει χωρίς συνέντευξη, όταν δεν υπάρχει μεταφραστής που να γνωρίζει τη γλώσσα του μετανάστη», επισημαίνεται στο δημοσίευμα.