Ενώ εκκρεμεί η αξιολόγηση από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης με υπόπτους για τα αδικήματα του βιασμού, της αθέμιτης αποτύπωσης σε υλικό φορέα μη δημόσιας πράξης και της παράνομης βίας τρεις Ροδίτες και συγκεκριμένα ενός 19χρονου, ενός 22χρονου κι ενός 23χρονου, κατοίκων Μασάρων, με φερόμενη ως θύμα την 21χρονη φοιτήτρια Ελένη Τοπαλούδη, που δολοφονήθηκε στη Ρόδο, αρμοδίως υποβλήθηκε προ διημέρου στην ιεραρχία της ΕΛΑΣ απαλλακτική εισήγηση στο πλαίσιο Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης για αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου.
Θυμίζουμε ότι της Ε.Δ.Ε. είχε προηγηθεί αυτοτελής προκαταρκτική έρευνα μετά από παραγγελία του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου, από τρεις επιτελείς της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ, μετά από καταγγελία των γονέων της φοιτήτριας, που θέλει αξιωματικό να μην επέδειξε την δέουσα επιμέλεια σε καταγγελία της για ομαδικό βιασμό και παράνομη μαγνητοσκόπησή του από τους ως άνω τρεις υπόπτους και να μην ενήργησε τα δέοντα.
Στο πλαίσιο της έρευνας των «αδιάφθορων» της ΕΛΑΣ, ελήφθησαν καταθέσεις από τρείς φίλες της φοιτήτριας και από τον βοηθό του αξιωματικού υπηρεσίας αλλά και ανωμοτί κατάθεση από τον αξιωματικό υπηρεσίας.
Επιπλέον ελήφθησαν αντίγραφα από όλα τα στάδια της έρευνας τόσο από τους λιμενικούς όσο και τους αστυνομικούς, που σχετίζονται με την συγκεκριμένη πτυχή της υποθέσεως.
Και η ποινική προκαταρκτική εξέταση που αφορά στους αστυνομικούς εκκρεμεί.
Εχει υποβληθεί ωστόσο προς αξιολόγηση από ανώτερα κλιμάκια της ΕΛΑΣ Ένορκη Διοικητική Εξέταση για την βασιμότητα της ίδιας καταγγελίας εις βάρος των αστυνομικών, που είχε ανατεθεί σε αξιωματικό της Α’ Αστυνομικής Διεύθυνσης Δωδεκανήσου, που υπηρετεί σε άλλη υπηρεσία.
Από την Ε.Δ.Ε. δεν προέκυψαν στοιχεία εις βάρος τους και βασιμότητα των καταγγελλομένων και η εισήγηση του αξιωματικού που διενήργησε την έρευνα είναι η αρχειοθέτηση της υποθέσεως.
Θυμίζουμε ότι οι προερχόμενες από τους γονείς καταγγελίες και υποθέσεις, έχουν ως αφετηρία προφορική ενημέρωσή τους από φίλες της Ελένης και συμφοιτήτριές της, ορισμένες εκ των οποίων δόθηκαν κάτω από εξαιρετικά φορτισμένο συναισθηματικά κλίμα την ημέρα της κηδείας της και λίγες μέρες μετά.
Οι συντετριμμένοι γονείς, έπραξαν το αυτονόητο, αν και οι φίλες της Ελένης σε διάφορα στάδια της έρευνας και σε διαφορετικές αρχές (Λιμενικό, Ασφάλεια, Ανακρίτρια) δεν επιβεβαίωσαν ενόρκως τα όσα προφορικά φέρονται να μετέφεραν στην οικογένεια.
Η μητέρα της Ελένης κ. Κούλα Αρμουτίδου-Τοπαλούδη ανέφερε μεταξύ άλλων ότι φίλες της Ελένης, που της είχαν τηλεφωνήσει για να την συλλυπηθούν, την ενημέρωσαν για τον βιασμό και την παράνομη μαγνητοσκόπησή της από τρεις άνδρες το Νοέμβριο του 2017.
Εξειδίκευσε στην πορεία ότι η 24χρονη φίλη της ήταν εκείνη που την ενημέρωσε πρώτη ότι η Ελένη είχε πέσει θύμα βιασμού το Νοέμβριο του 2017 και της έδωσε τα ονόματα των δύο. Την είχε ενημερώσει επίσης ότι η Ελένη είχε μιλήσει με την μητέρα ενός εκ των τριών και ότι την εκβίαζαν με το ροζ βίντεο.
Η 24χρονη ως μάρτυρας είχε αναφερθεί το πρώτον στο περιστατικό την 3η Δεκεμβρίου 2018 και είχε επισημάνει ότι η δολοφονηθείσα φοβόταν τρία άτομα που εμπλέκονταν σε μια υπόθεση βιασμού εις βάρος της. Είχε τονίσει μάλιστα ότι δεν είχε κάνει μήνυση διότι, όπως της έλεγε, φοβόταν ότι θα της κάνουν κακό.
Σε άλλο στάδιο της έρευνας φέρεται να κατέθεσε ότι μία φορά η Ελένη της είχε αναφέρει, ότι κάποια στιγμή, ενώ διασκέδαζε στην Μεσαιωνική Πόλη, είχε γνωρίσει κάποια άτομα που την μετέφεραν στο σπίτι της, είχαν καταναλώσει αλκοόλ και πίστευε ότι την είχαν βιντεοσκοπήσει, ενώ είχαν συνευρεθεί ερωτικά χωρίς να μιλήσει για βιασμό.
Ανάλογες είναι και οι καταθέσεις ακόμη δύο φίλων της.
Οι αστυνομικοί κατέθεσαν ότι δεν τους καταγγέλθηκε βιασμός αλλά τους ζητήθηκαν πληροφορίες για τα μέτρα που θα μπορούσε να λάβει η ίδια για την αποτροπή των τριών ανδρών από την δημοσιοποίηση του βίντεο.
Σε καταθέσεις τους έχουν τονίσει ότι ουδέποτε τους καταγγέλθηκε βιασμός.