Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν οι ειδικοί για την έξαρση της ιλαράς παράλληλα με την έναρξη των σχολείων, την ώρα που πάντως τα στοιχεία δείχνουν ότι ο γενικός πληθυσμός είναι «καλυμμένος». Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια ειδικής συνεδρίασης της Βουλή το μέλος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, είπε ότι ακόμα «βρισκόμαστε σε μια έναρξη λάβετε υπόψη ότι η επιδημία δεν έχει μπει ακόμα στα σχολεία. Είμαστε στην ώρα της μάχης. Πρέπει, να γίνουν εκτεταμένα εμβολιασμοί, ώστε να πετύχουμε τον μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό κάλυψης, που αφενός αφορά την ατομική κάλυψη των εμβολιαζομενών και αφετέρου αυτό το φράγμα προστασίας», προσέθεσε ο ίδιος.
Σύμφωνα, πάντως, με τον υπουργό Υγείας, Ανδρέα Ξανθό, τα κρούσματα τα οποία παρατηρούνται αυτόν τον καιρό, είναι κυρίως στην πλειονότητά τους, αφορούν σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού με χαμηλά υγειονομικά και κοινωνικά standards, όπως είναι οι πληθυσμοί των Ρομά, όπου καταγράφεται και το χαμηλότερο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης παιδικού πληθυσμού στη χώρα μας. Σε ό,τι αφορά τον γενικό πληθυσμό της χώρας το ποσοστό εμβολιασμού είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και είναι της τάξης του 95% με 96%.
Καθησυχαστικός εμφανίστηκε ο πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ, Θεόφιλος Ρόζενμπεργκ, ο οποίος ναι μεν ανακοίνωσε ότι τα κρούσματα σε διάστημα τεσσάρων έχουν φτάσει τα 200, αλλά δεν φαίνεται να υπάρχει μεγάλη εκθετική αύξησή τους. «Υπάρχει μια προοδευτική, αναμενόμενη αύξηση των κρουσμάτων και αυτό από το γεγονός ότι έχουν επιδεινωθεί οι καιρικές συνθήκες, υπάρχει μεγαλύτερος συγχρωτισμός και ιδιαίτερα με την επιστροφή των παιδιών στα σχολεία. Παρά ταύτα, ακριβώς, βασισμένοι στο γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός του ελληνικού πληθυσμού είναι πράγματι καλυμμένος με δύο δόσεις του τριπλού εμβολίου, φαίνεται ότι η εξάπλωση της επιδημίας είναι ελεγχόμενη, την παρακολουθούμε με μεγάλη προσοχή», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.
Τέλος, όπως έγινε γνωστό το 70% με 75% των περιστατικών είναι παιδιά από την κοινότητα των Ρομά. Περίπου 15% είναι άτομα του γενικού πληθυσμού και περίπου 10% είναι μετανάστες σχεδόν αποκλειστικά παλαιών κυμάτων μετανάστευσης και όχι του πρόσφατου προσφυγικού κύματος. Επίσης, οι μελέτες έδειχναν σχετικά χαμηλή -κάτω από το 95%- κάλυψη με δύο δόσεις MMR και στο γενικό πληθυσμό. Βεβαίως, υπήρχε σημαντική κάλυψη, αλλά το 85% με 90% που ανευρέθη ήταν χαμηλότερο από αυτό που θα χρειαζόταν για να μην έχουμε επιδημίες.
liberal.gr