Απογοητευτική και ως προς το ποσοστό της ανεργίας και ως προς τα ποιοτικά στοιχεία της (δείκτες απασχόλησης και ποιότητας συνθηκών εργασίας, καθώς και δείκτες παροχής ευκαιριών) είναι η κατάσταση στην ελληνική αγορά εργασίας με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ που κωδικοποιεί σε έκθεσή του ο ΣΕΒ. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ΣΕΒ, η εικόνα αυτή δεν είναι αποτέλεσμα των πρωτόγνωρων αλλαγών που επήλθαν εξαιτίας των μνημονίων.
Τραγική η θέση του ανέργου στην Ελλάδα
Η Ελλάδα είναι η χώρα με το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ με το ποσοστό να φτάνει στο 21,6% το β’ τρίμηνο του 2017. Οταν ένας έλληνας μένει άνεργος χάνει το 32% του εισοδήματος του όταν στην Ισπανία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 26,6% στην Πορτογαλία 11,7% και ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 6,5%. Οι διαφορές αυτές ενσωματώνουν, αφενός τον κίνδυνο να χάσει κάποιος τη δουλειά του και τον αναμενόμενο χρόνο που θα παραμείνει άνεργος, και αφετέρου τη γενναιοδωρία του συστήματος καταβολής επιδομάτων ανεργίας. Η ανασφάλεια, που βιώνει ο Έλληνας εργαζόμενος είναι η μεγαλύτερη σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ.
Από τους ανθρώπους σε εργάσιμη ηλικία 15-64 ετών, σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ όπου 2 στους 3 εργάζονται (66,4%), στην Ελλάδα μόνο οι μισοί περίπου εργάζονται (50,8% το 2015, 53% το 2017), ή το 47,7% το 2015 εάν όλοι είχαν πλήρη απασχόληση. Οι έλληνες αμείβονται με 10,2 δολάρια ΗΠΑ την ώρα, όταν ο μέσος όρος ΟΟΣΑ είναι 16,5 δολάρια/ώρα, ενώ σε χώρες όπως η Τουρκία (5,6 δολάρια/ώρα), η Ρωσία (4,1 δολάρια/ώρα), η Πορτογαλία (8,6 δολάρια/ώρα), καθώς και πρώην κομμουνιστικές χώρες, οι αμοιβές των εργαζομένων είναι χαμηλότερες.
Το 16,1% των εργαζομένων αμείβονται με κάτω του 50% του διαμέσου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, με μέσο όρο ΟΟΣΑ 10,6%, όταν το εισοδηματικό όριο όσων αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου εισοδήματος.
Το 64,4% των εργαζομένων είναι καταπονημένοι (δουλεύουν πολύ με λίγα μέσα) και το 11,2% δουλεύει πάνω από 60 ώρες εβδομαδιαίως, με μόνη την Τουρκία να είναι σε χειρότερη κατάσταση (76,2% καταπονημένοι με το 23,3% πάνω από 60 ώρες εβδομαδιαίως). Στη σειρά καταπόνησης εμφανίζονται χώρες όπως η Ισπανία (52,6% καταπονημένο με 3,9%, όμως, να εργάζονται πάνω από 60 ώρες), η Ιταλία (46,6% και 3,9% αντιστοίχως), η Γερμανία (45,5% και 3,3% αντιστοίχως), η Γαλλία (45,2% και 4,9% αντιστοίχως),
Στο 51,7% η διαφορά στις αμοιβές των Ελληνίδων από τους Ελληνες
Στην Ελλάδα οι γυναίκες αμείβονται για την ίδια δουλειά λιγότερο από τους άνδρες, με τη διαφορά στις αμοιβές να ανέρχεται σε 51,7% της αμοιβής των ανδρών. Μόνο στην Κορέα, την Ιαπωνία και το Μεξικό οι διαφορές είναι μεγαλύτερες. Στη Σκανδιναβία η διαφορά στις αμοιβές μεταξύ των δύο φύλων περιορίζεται στο 20-25%.
Οι νέοι, οι γέροι, οι μητέρες με μικρά παιδιά, τα άτομα με ειδικές ανάγκες και οι μετανάστες, έχουν μικρότερο ποσοστό απασχόλησης, με τη διαφορά κατά μέσο όρο να ανέρχεται σε 38,1% του ποσοστού απασχόλησης της πιο απασχολήσιμης ομάδας του εργατικού δυναμικού (άνδρες 18-55 ετών). Μόνο στο Μεξικό (41,4%) και την Τουρκία (47,6%), τα ποσοστά είναι υψηλότερα, με μέσο όρο ΟΟΣΑ 25,4%.
ΣΕΒ: Δεν φταίνε οι αλλαγές στην αγορά εργασίας
Ο ΣΕΒ εκτιμά ότι η παραπάνω εικόνα δεν είναι αποτέλεσμα των πρωτόγνωρων αλλαγών και διευθετήσεων που επήλθαν στην αγορά εργασίας εξαιτίας της κρίσης του δημόσιου χρέους και της ύφεσης. Οπως σημειώνει η «σχετικά κακή εικόνα στην αγορά εργασίας δεν σχετίζεται με το νέο αυτό θεσμικό πλαίσιο». Αντιθέτως θεωρεί πως, συγκρίνοντας τα στοιχεία αυτά με αντίστοιχα δεδομένα πριν την κρίση, «βλέπουμε ότι, εκτός της υψηλής ανεργίας και της εκτιμώμενης απώλειας εισοδήματος που οφείλονται στην μακρά διάρκεια της ύφεσης, όλοι οι υπόλοιποι διαρθρωτικοί δείκτες δεν εμφανίζουν παρά οριακές μεταβολές» .
Χωρίς μερική απασχόληση και μείωση μισθού η ανεργία θα έμενε στο 27%
«Το ισχύον θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς εργασίας, αν μη τι άλλο, βοήθησε στην εξομάλυνση των αδιεξόδων της ανεργίας που προκάλεσε στην ιδιωτική οικονομία η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή» ισχυρίζεται ο ΣΕΒ στην έκθεσή του. Χωρίς τη μερική απασχόληση, την μείωση του κατώτατου μισθού και τις επιχειρησιακές συμβάσεις η ανεργία θα ήταν πάνω από το 27% του του 2013 και η ύφεση θα συνεχιζόταν με αμείωτους ρυθμούς αναφέρει ο ΣΕΒ.
Συνεπώς, γράφει η έκθεση όσοι ζητούν επαναφορά πρακτικών στις εργασιακές σχέσεις που επικρατούσαν πριν την κρίση, μετά την ολοκλήρωση των Μνημονίων τον Αύγουστο του 2018, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι αυτή δεν πρόκειται να επιφέρει και βελτίωση της κατάστασης των εργαζομένων στην αγορά εργασίας. Αντιθέτως, μια τέτοια επιστροφή στο παρελθόν, θα σηματοδοτήσει το τέλος της όποιας ανάκαμψης, και της συνακόλουθης αύξησης της απασχόλησης, και, την απαρχή νέων περιπετειών για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και εργασίας. Επείγει, συνεπώς να συμφωνηθεί μέσω του κοινωνικού διαλόγου ένα νέο, φιλικό προς την ανάπτυξη, θεσμικό πλαίσιο στα εργασιακά.
Η υπερφορολόγηση μειώνει τις επενδύσεις και την ιδιωτική απασχόληση
Ο ΣΕΒ επιρρίπτει εμμέσως την ευθύνη για ανεργία στο γεγονός ότι η προσαρμογή που επελέγη στα διαδοχικά προγράμματα (μνημόνια) προέκυψε από την υπερφορολόγηση η οποία μειώνει τις ιδιωτικές επενδύσεις και την ιδιωτική απασχόληση. Και υπογραμμίζει πως « η επιλογή αυτή έγινε σε μια προσπάθεια αποφυγής μείωσης του μεγέθους του κράτους, με πρόγραμμα και σχέδιο ώστε να αυξηθεί η παραγωγικότητα παροχής υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και κοινωνικής προστασίας από το δημόσιο, που παραμένει σε χαμηλό επίπεδο παρά τα αλλεπάλληλα σχέδια αναδιοργάνωσής του που έχουμε δει να παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια των μνημονίων»
thetoc.gr