Γράφει ο Ιωάννης. Σ.
Κουμπιάδης, δικηγόρος Ρόδου
Σύντομο ιστορικό του θεσμού της διαμεσολάβησης που ψηφίστηκε προχθες στις 28-11-2019 μετά τις αλλεπάλληλες αλλαγές λόγω ατελέσφορης εφαρμογής, όπως προκύπτει από την ίδια την ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ στο σχέδιο του νέου νόμου που ψηφίστηκε στις 28-11-2019 «Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/εκ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μάϊου 2008». Στην αιτιολογική αυτή έκθεση επισημαίνονται μεταξύ άλλων και τα εξής:
Με την Οδηγία 2008/52/ΕΚ, για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων οικογενειακού δικαίου, επιχειρείται η διευκόλυνση της πρόσβασης στην εναλλακτική επίλυση των διαφορών και η προαγωγή του φιλικού διακανονισμού.
Η οδηγία 2008/52/ΕΚ εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με την ψήφιση του ν. 3898/2010, οπότε ξεκίνησε και η προσπάθεια εξοικείωσης κατ’ αρχήν του νομικού κόσμου της χώρας με τον θεσμό.
Πλην όμως ο ν. 3898/2010, μετά από οκτώ σχεδόν έτη εφαρμογής, δεν είχε αποδώσει τα αναμενόμενα, ο δε αριθμός των διαμεσολαβήσεων με βάση το νόμο αυτό ήταν πολύ χαμηλός, χωρίς να μπορέσει να δημιουργηθεί μια σχετική κουλτούρα εξωδικαστικής διευθέτησης των υποθέσεων, γεγονός που καταστρατηγεί την επιταγή του κοινοτικού νομοθέτη σύμφωνα με την οποία πρέπει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν τη «δημιουργία ισόρροπης σχέσης μεταξύ της διαμεσολάβησης και των δικαστικών διαδικασιών».
Για τους ανωτέρω λόγους ο νομοθέτης με τα άρθρα 178 έως 206 του ν.4512/2018 θέσπισε επιπλέον κανόνες, με σκοπό να εξασφαλίσει την εφαρμογή της διαμεσολάβησης στην πράξη… Εντούτοις, όμως, με τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 4512/2018 δεν επιτεύχθηκε ο σκοπός για τον οποίο αυτές θεσπίστηκαν, δεδομένου ότι το στάδιο της υποχρεωτικής υπαγωγής κάποιων διαφορών στη διαδικασία της διαμεσολάβησης που προβλέφθηκε στο άρθρο 182 του ανωτέρω νόμου ουδέποτε εφαρμόστηκε στην πράξη, διότι ανεστάλη η ισχύς του. Περαιτέρω, οι διατάξεις που αφορούσαν στην υποχρεωτικότητα κρίθηκαν αντισυνταγματικές από τη Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την με αριθμό 34/2018 απόφασή του.
Κατόπιν τούτου, προέκυψε η ανάγκη θέσπισης νέων διατάξεων προκειμένου να εισαχθεί ο εναλλακτικός αυτός τρόπος επίλυσης των διαφορών στην ελληνική κοινωνία και η όποια υποχρεωτικότητα να αναφέρεται στη συμμετοχή σε μία αρχική συνεδρία των μερών με τον διαμεσολαβητή και σε καμία περίπτωση στην επίτευξη συμφωνίας, που παραμένει πάντοτε αναφαίρετο δικαίωμα των μερών, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, τα μέρη ανεμπόδιστα δύνανται να προσφύγουν στη τακτική δικαιοσύνη.
Έτσι προέκυψε ο νέος νόμος διαμεσολάβησης που ψηφίστηκε προχθές στις 28-11-2019 και θα εφαρμοστεί σταδιακά: ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ακροτελεύτιου άρθρου 44 του νεοπαγούς αυτού νόμου που επανεισάγει το θεσμό της διαμεσολάβησης, προβλέπονται:
ΑΚΡΟΤΕΛΕΥΤΙΟ ΑΡΘΡΟ 44
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, πλην των άρθρων 6 και 7 του παρόντος, τα οποία τίθενται σε ισχύ και καταλαµβάνουν τις αγωγές που κατατίθενται µετά την παρέλευση των κατωτέρω ηµεροµηνιών, ως εξής:
α) από τη 15η Ιανουαρίου 2020 για τις οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ και
β) από τη 15η Μαρτίου 2020 για τις διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρµοδιότητα του Μονοµελούς Πρωτοδικείου αν η αξία του αντικειµένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και του Πολυµελούς Πρωτοδικείου. Μετά την πάροδο δύο (2) ετών από την τελευταία ηµεροµηνία, το Υπουργείο Δικαιοσύνης θα αξιολογήσει τα αποτελέσµατα του θεσµού της διαµεσολάβησης και της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας των άρθρων 6 και 7 του παρόντος.
Σημείωση δική μου: Το τελευταίο υπογραμμισμένο εδάφιο του ως άνω άρθρου 44 προοιωνίζει τη δυσκολία εφαρμογής του θεσμού διαμεσολάβησης, γι’ αυτό και ο ίδιος ο νομοθέτης τον θέτει για μια 2ετία υπό δοκιμασία, προκειμένου να αξιολογήσει τα αποτελέσματα εφαρμογής του. Ευελπιστούμε να επιτύχει.