Γράφει ο
Νεκτάριος Καλογήρου
Υπάρχει ένας λαός που σχετίζεται με τους Έλληνες επί τουλάχιστον 3.500 χρόνια. Οι νησιώτες του Αιγαίου συναντιόνταν, συναλλάσσονταν και συνομιλούσαν μαζί του από τότε που σε ολόκληρο τον πλανήτη δεν υπήρχε άλλος τόσο ανεπτυγμένος πολιτισμός. Ο ίδιος λαός εξακολουθεί μέχρι σήμερα ν’ αγαπά την Ελλάδα, όπως και οι σύγχρονοι Έλληνες περιβάλλουν αυτόν με θερμά αισθήματα. Πάνω σ’ αυτή μακραίωνη σχέση αλληλοσεβασμού δομήθηκε ένα ισχυρό τουριστικό προϊόν, που όμως από πέρυσι βιώνει στερητικά σύνδρομα.
«Οι λαοί μας, από την αρχαιότητα ως “Φοίνικες”, μέχρι σήμερα ως πολίτες του Αραβικού κόσμου, είχαν πάντα άριστες σχέσεις» περιγράφει στη “δημοκρατική” ο ναυτιλιακός πράκτορας, ιδρυτής της ‘Alfa Maritime’ Κάσσεντ Χάρμπ, που ειδικεύεται στο θαλάσσιο τουρισμό από τις χώρες της ανατολικής Μεσογείου. Ο ίδιος έλκει την καταγωγή του από τη Συρία, σπούδασε ναυπηγός στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, εκεί όπου γνώρισε την Ροδίτισσα σύζυγό του και μετά το πτυχίο εγκαταστάθηκαν στη Ρόδο, όπου ζουν και εργάζονται τα τελευταία 30 χρόνια.
«Οι Άραβες αγαπούν βαθιά την Ελλάδα και το δείχνουν με κάθε ευκαιρία. Στις διακοπές τους πάντα επιδιώκουν να έρθουν στα νησιά μας γιατί νιώθουν ευπρόσδεκτοι, βρίσκουν εδώ μια τόση μεγάλη ποικιλία εικόνων και φιλόξενων ανθρώπων» περιγράφει ο κ. Κάσσεντ Χαρμπ. «Οι άνθρωποι του Αραβικού κόσμου μοιάζουν πολύ με τους Έλληνες. Είναι γλεντζέδες, είναι καλόκαρδοι και πάντα έτοιμοι να βοηθήσουν όπου χρειαστεί».
Έρχονται στα νησιά και μένουν τρεις μήνες
δαπανώντας απίστευτα χρηματικά ποσά
Ένας σημαντικός αριθμός Αράβων επιλέγουν για τις διακοπές τους το θαλάσσιο τουρισμό. Ταξιδεύουν με τα ιδιόκτητα σκάφη τους, ορισμένα από τα οποία συγκαταλέγονται στις λίστες με τα πολυτελέστερα ή τα πιο εξελιγμένα yachts σε ολόκληρο τον κόσμο.
«Για εκείνους που διαθέτουν θαλαμηγούς και αποπλέουν για παράδειγμα από τον Λίβανο, υπάρχουν πολλές επιλογές για προορισμό. Μπορούν να πλεύσουν προς τα εκεί κοντινά νησιά, ή να βάλουν πλώρη προς τις μαρίνες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Υπάρχει η επιλογή της Τουρκίας, που προσφέρει πολλές δυνατότητες και εξαιρετικά εύκολη πρόσβαση. Όμως, στη σκέψη τους τα ελληνικά νησιά είναι η πρώτη επιλογή».
Σύμφωνα με τον κ. Κάσσεντ «στη σκέψη των Αράβων τα ελληνικά νησιά δεν συγκρίνονται με κανέναν άλλο προορισμό. Διαθέτουν τόσο μεγάλη εναλλαγή εικόνων, ξεκινώντας από την ιπποτική Ρόδο, τις γραφικές Σύμη και Χάλκη, τα πεντακάθαρα νερά της Αλιμιάς, τη Νίσυρο και την Αστυπάλαια που έχουν έντονο το ελληνικό χρώμα, τη Λέρο με την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της, τη μοναδική Πάτμο. Μπορώ να σας μιλάω ώρες για το αρχιπέλαγος, που σημειωτέον αποτελεί μέρος της Ευρώπης. Ερχόμενοι στα νησιά του Αιγαίου οι Άραβες νιώθουν ότι κάνουν ταξίδι στην Ευρώπη».
Τα ταξίδια – πλόες τους διαρκούν αρκετές εβδομάδες. Ειδικά εκείνα που ξεκινούν τον Ιούνιο, μπορεί να συνεχιστούν μέχρι το Σεπτέμβριο.
«Από κάθε τέτοιο ταξίδι ωφελούνται όλοι. Πρώτα – πρώτα το ελληνικό κράτος. Για ένα γέμισμα καυσίμων οι ιδιοκτήτες μπορεί να πληρώσουν 50.000 ευρώ. Υπολογίστε πόσος είναι ο φόρος που αναλογεί σε αυτό το ποσό. Κατόπιν, υπάρχει μια ολόκληρη αλυσίδα τροφοδοσίας για τις ανάγκες των επιβατών και του πληρώματος. Επίσης ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, καταστημάτων και εστιατορίων κερδίζει από το πέρασμά τους. Οι πιο ωφελημένοι από το πέρασμα των γιοτ είναι οι κάτοικοι των μικρών νησιών. Πρόκειται για ένα τουριστικό προϊόν που αποδίδει στην αγορά περισσότερα από κάθε άλλη οργανωμένη μορφή τουρισμού».
Είναι εμβολιασμένοι,
θέλουν να έρθουν και δεν μπορούν
«Πρέπει να σας πω ότι καθημερινά δέχομαι κλήσεις στο τηλέφωνό μου από όλους εκείνους που θέλουν να ταξιδέψουν προς την Ελλάδα με τα σκάφη τους. Ρωτούν αν έχουν ληφθεί αποφάσεις για τους πλόες των yachts, θέλουν οπωσδήποτε να έρθουν στην Ελλάδα, καθώς τους κόστισε πολύ το περυσινό κλείσιμο των συνόρων», εξήγησε στη “δημοκρατική” ο κ. Κάσσεντ Χαρμπ, ο οποίος έχει τη θέση του υπεύθυνου για τα θέματα θαλάσσιου τουρισμού στην Ένωση Τουριστικών Γραφείων Ρόδου.
Σημειώνεται ότι ολόκληρος ο κλάδος των ναυτιλιακών πρακτόρων αυτή τη στιγμή έχει ξεσηκωθεί, καθώς θεωρεί ότι είναι αδικαιολόγητος ο φόβος για τη μετάδοση του covid19 μέσω των yachts.
«Οι επιβάτες των γιοτ είναι άνθρωποι που προσέχουν ιδιαίτερα την υγεία τους και για κανένα λόγο δε θα την έθεταν σε κίνδυνο. Όλοι τους είναι ήδη εμβολιασμένοι και δεν έχουν αντίρρηση να κάνουν το γρήγορο τεστ ή κανονικό τεστ σε κάθε προορισμό ή ακόμα και να τίθενται σε διήμερη καραντίνα μέχρις ότου βγουν τα αποτελέσματα. Άλλωστε τον περισσότερο χρόνο τους, τον περνούν πάνω στο σκάφος».
Οι ναυτιλιακοί πράκτορες, σε όλη την Ελλάδα δέχονται αιτήματα από τους ανά τον κόσμο πελάτες τους ώστε να μάθουν για το ποιες είναι οι αποφάσεις που έλαβε η Ελλάδα σχετικά με αυτή την κατηγορία θαλάσσιου τουρισμού (Τα yachts αποτελούν διαφορετική μορφή θαλάσσιου τουρισμού από εκείνον της κρουαζιέρας). Η απάντηση που δίνουν είναι ίδια: «Περιμένουμε τις αποφάσεις».
Αυτή η αναμονή κόστισε πολύ στις οικονομίες των μικρών νησιών. Κι αν για το έτος 2020 υπήρχε η δικαιολογία της απουσίας εμβολίου, για το 2021 δεν δικαιολογείται καθυστέρηση.
«Μας λείπουν οι αποφάσεις» λέει ο κ. Κάσσεντ Χαρμπ, «μας λείπουν τα πρωτόκολλα για να ενημερώσουμε όλους εκείνους που θέλουν να ταξιδέψουν προς τα νησιά μας. Η Κύπρος έλυσε το θέμα από πέρυσι. Έχει συγκεκριμένα πρωτόκολλα κατάπλου, τα οποία εφαρμόζει για όλους, χωρίς να θέτει το ερώτημα: από πού έρχεται το σκάφος. Το ίδιο χρειαζόμαστε για την Ελλάδα. Να ξεκινήσει σήμερα ο διάλογος μεταξύ των εμπλεκομένων υπουργείων και φορέων, ώστε πολύ σύντομα να καταλήξουμε σ’ ένα πλαίσιο αποφάσεων για την επανεκκίνηση του yachting».