Σε δίκη ενώπιον Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου κατηγορούμενος για βιασμό κατ’ εξακολούθηση, για γενετήσιες πράξεις με ανήλικο (αποπλάνηση ανηλίκου) που συμπλήρωσε τα δώδεκα αλλά όχι τα δεκατέσσερα έτη κατ’ εξακολούθηση και για κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση παραπέμπεται με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κω, ένας 38χρονος Αιγύπτιος, που φέρεται να ασέλγησε στο άγουρο κορμί της 13χρονης κόρης της ημεδαπής συντρόφου του.
Η τελευταία κατηγορείται μάλιστα για συνέργεια στις πράξεις αυτές.
Το ιστορικό της υπόθεσης φέρεται να έχει ως εξής:
Την 29η Απριλίου 2021 η ανήλικη εμφανίστηκε αυτοβούλως στο Α.Τ. Καλυμνίων και κατήγγειλε, παρουσία παιδοψυχολόγου, ότι ο σύντροφος της μητρός της ασελγούσε περίπου επί τριετία σε βάρος της και ότι η μητέρα της τελούσε σε γνώση αυτού του γεγονότος και δεν τον εμπόδιζε, ως είχε υποχρέωση εκ του νόμου, να συνεχίζει αυτή τη συμπεριφορά του.
Ειδικότερα, οι γονείς της ανήλικης ήλθαν σε διάσταση το έτος 2019 ενώ η μητέρα της, είχε συνάψει ερωτικό δεσμό με τον πρώτο κατηγορούμενο.
Η ανήλικη διέμενε από τον Απρίλιο του έτους 2019 μαζί με τη μητέρα της, τα δύο αδέλφια της και τον σύντροφο της, πρώτο κατηγορούμενο.
Ο πατέρας της ανήλικης συμβιούσε με νέα του σύντροφο σε άλλη οικία, δεν είχε γνώση της καθημερινότητας της θυγατέρας του, καθόσον τυγχάνει ναυτικός.
Στην οικία στην οποία διέμεναν οι κατηγορούμενοι, η παθούσα και τα δύο μικρότερα αδέρφια της, διατηρούσε δικό της υπνοδωμάτιο.
Η σχέση του πρώτου κατηγορουμένου με την ανήλικη αρχικώς εμφανίζονταν πολύ καλή αναπληρώνοντας το πατρικό πρότυπο. Ωστόσο, αφού ο πρώτος κατηγορούμενος απέκτησε την εμπιστοσύνη της ανήλικης φέρεται να εντόπισε την ευαλωτότητά της, λόγω της απουσίας του πατρικού προτύπου, και σε μη επακριβώς προσδιορισμένη ημερομηνία, πάντως εντός του μηνός Απριλίου 2019, ότε και έμειναν μία νύχτα σε οικία που διατηρούσε ο ίδιος, πέφτοντας από το κρεβάτι όπου κοιμόταν με τη δεύτερη κατηγορούμενη σε στρώμα στο έδαφος, όπου κοιμόταν η ανήλικη, ασέλγησε σε βάρος της.
Περαιτέρω όταν οι κατηγορούμενοι, με την παθούσα και τους αδελφούς της μετοίκησαν σε κοινή στέγη κι ενώ η ανήλικη ήταν μόνη στο δωμάτιο της, νυχτερινές ώρες, ο πρώτος κατηγορούμενος εισήλθε εντός και ασέλγησε εις βάρος της. Οι πράξεις του αυτές φέρονται να εξακολούθησαν κλιμακούμενες αρκετές νύχτες έκτοτε και σχεδόν καθημερινά, όταν δεν είχε επαγγελματικές υποχρεώσεις και διέμενε στην κοινή τους οικία, την βίαζε.
Η ανήλικη φέρεται να εκμυστηρεύθηκε στον πατέρα της, τη συμπεριφορά του πρώτου κατηγορουμένου, δύο χρόνια πριν τον εγκαλέσει. Μετά την ως άνω αναφορά ο πατέρας της θορυβημένος συνομίλησε με τη μητέρα της, σχετικά με τα όσα του εμπιστεύθηκε η ανήλικη θυγατέρα τους, πλην όμως η κατηγορουμένη/ μητέρα της τα διέψευσε.
Περαιτέρω, η μητέρα της έχοντας αρχικώς κάποιες αμφιβολίες, μία νύχτα που ο πρώτος κατηγορούμενος, δεν ευρίσκονταν στο υπνοδωμάτιο τους, τον ακολούθησε στο δωμάτιο της θυγατέρας της, όπου και τον είδε χωρίς ενδύματα από τη μέση του σώματος του και κάτω, διακόπτοντας τον κατ’ αυτό τον τρόπο, πριν ασελγήσει στην ανήλικη ερχόμενη σε σφοδρή αντιπαράθεση μαζί του.
Παρά το παραπάνω συμβάν, η άρνηση της μητέρας της να πιστέψει τους ισχυρισμούς της ανήλικης θυγατέρας της, συνεχίσθηκε και φέρεται να αποτέλεσε πρόσφορο έδαφος για την εξακολούθηση της παράνομης συμπεριφοράς του πρώτου κατηγορουμένου, την οποία συγκάλυπτε.
Η δεύτερη κατηγορούμενη, παρά τη δυσπιστία της αναφορικά με τους ισχυρισμούς της ανήλικης θυγατέρας της, φέρεται, κατά τους ισχυρισμούς της εγκαλούσας, να τοποθέτησε σύρτη στην πόρτα του δωματίου της, ώστε να εμποδίσει τυχόν παράνομη συμπεριφορά του πρώτου κατηγορουμένου σε βάρος της. Πλην όμως, κατά τους ισχυρισμούς της ανήλικης, οι πράξεις του πρώτου κατηγορουμένου συνεχίστηκαν και μετά την τοποθέτηση του σύρτη, αφού ο κατηγορούμενος έσπασε την πόρτα του δωματίου της μετά από καυγά.
Ακολούθως, τον Απρίλιο του 2021 και ενόσω ο πατέρας της ανήλικης ήταν σε επαγγελματικό ταξίδι, τον κάλεσε τηλεφωνικά η σύντροφος του, η οποία του ανέφερε ότι η θυγατέρα του κατήγγειλε τα περιστατικά τα οποία του είχε αναφέρει στο παρελθόν.
Η ανήλικη εγκαλούσα, εξετάσθηκε από γυναικολόγο και διαπιστώθηκε ότι ο παρθενικός της υμένας είχε διαρρηχθεί.
Αμφότεροι οι κατηγορούμενοι αποδίδουν την έγκληση της ανήλικης στην επίμονη άρνησή τους να δεχθούν την ερωτική σχέση της με έναν 19χρονο και στο ό,τι ήθελε να παραμένει συχνά εκτός σπιτιού με παρέες που δεν ενέκριναν.
Το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι ουδείς εκ των κατηγορουμένων παρείχε πειστική αιτιολογία, για τον λόγο που τοποθετήθηκε σύρτης στο δωμάτιο της ανήλικης. Ο ισχυρισμός δε του πρώτου κατηγορουμένου ότι τοποθετήθηκε από δική του πρωτοβουλία, προκειμένου να μην ισχυρίζεται η ανήλικη ότι ο ίδιος ασελγεί σε βάρος της, κρίθηκε ότι δεν αντέχει στη βάσανο της λογικής, καθώς ως ο ίδιος ανέφερε, εξεμάνη από τους ισχυρισμούς της εγκαλούσας και ο ίδιος ζήτησε να μεταβούν στην αστυνομία και στο νοσοκομείο διότι δεν ανέχεται να τον κατηγορούν.