Ελεύθεροι χωρίς όρους αφέθηκαν χθες μετά την απολογία τους, με ομόφωνη απόφαση της τακτικής Ανακρίτριας και της Εισαγγελέως Υπηρεσίας, δύο φαρμακοποιοί κατηγορούμενοι για χρήση πλαστού εγγράφου κατ’ εξακολούθηση με συνολική ζημία άνω των 120.000 ευρώ σε βάρος του ελληνικού δημοσίου κατά συναυτουργία και για απάτη κατ’ εξακολούθηση τετελεσμένη και σε απόπειρα με συνολική ζημία του ελληνικού δημοσίου άνω των 120.000 ευρώ κατά συναυτουργία.
Οπως έγραψε η «δημοκρατική», η έρευνα για την υπόθεση ξεκίνησε μετά από μηνυτήρια αναφορά του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. σε τρεις φαρμακοποιούς, ενώ ανάλογη αναφορά είχε υποβάλει και ο πρώην διευθυντής του ΕΦΚΑ Ρόδου.
Σύμφωνα με τις μηνυτήριες αναφορές οι ελεγχόμενοι υπέβαλαν στον EOΠYY πλαστές ασφαλιστικές ενημερότητες προκειμένου να εξασφαλίσουν την είσπραξη εκκαθαρισμένων απαιτήσεων από την πώληση φαρμάκων σε ασφαλισμένους.
Oι ελεγχόμενοι φαρμακοποιοί φέρονται μάλιστα να έχουν οφειλές στο ταμείο και μάλιστα από το έτος 2013 και μετά από εντολή του πρώην διευθυντή του ΕΦΚΑ κινήθηκε ήδη έλεγχος σε όλες τις ασφαλιστικές ενημερότητες που έχουν υποβάλει την τελευταία 5ετία στον EOΠYY για να εισπράξουν οφειλές του ταμείου. Από την μέχρι τώρα έρευνα φέρεται να έχει προκύψει ότι ο ένας φαρμακοποιός έκανε χρήση πλαστών ασφαλιστικών ενημεροτήτων και εισέπραξε συνολικά 488.916 ευρώ από τον ΕΟΠΠΥ, μια συνάδελφός του εισέπραξε με τον ίδιο τρόπο 496.287 ευρώ και ένας τρίτος 209.300 ευρώ.
Η υπόθεση που εξετάστηκε χθες αφορά στον τρίτο και συγγενικό του πρόσωπο.
Εξέθεσαν ότι η καθυστέρηση στις πληρωμές των φαρμάκων σε συνδυασμό με την απότομη αύξηση των τιμών και της φορολόγησης αυτών, οδήγησαν σε προσωρινή οικονομική δυσπραγία στην κάλυψη των υποχρεώσεων των φαρμακείων έναντι της Δ.Ο.Υ. και του ΕΦΚΑ.
Η οικονομική αυτή αδυναμία όμως δημιούργησε έναν φαύλο κύκλο τον οποίο δεν μπορούσε ο ένας εκ των δύο να αντιμετωπίσει. Ειδικότερα στον τομέα των Φαρμακείων υφίσταται το παράλογο φαινόμενο να απαιτείται ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα, όχι για την είσπραξη χρημάτων, αλλά ακόμα και για την υποβολή των τιμολογίων με σκοπό τον έλεγχο και την επαλήθευση αυτών.
Έτσι ήταν αναγκασμένη να έχει φορολογική ενημερότητα όχι μόνο κατά τον χρόνο στον οποίο θα ελάμβανε χρηματικά ποσά, αφού μόλις ελάμβανε τα ποσά που δικαιούνταν τα Φαρμακεία θα κάλυπτε αμέσως τις υποχρεώσεις της, αλλά και κατά το χρόνο υποβολής των δικαιολογητικών.
Εγκλωβισμένη μέσα σε αυτή την αδιέξοδη κατάσταση αναγκάστηκε πράγματι να χρησιμοποιήσει τις ενημερότητες.
Μάλιστα, το σύνολο των οφειλών για τις οποίες προέβη στην προσκόμιση πλαστής ενημερότητας έχουν ήδη εξοφληθεί ολοσχερώς.