Μια σημαντική προσπάθεια γίνεται τον τελευταίο χρόνο στον τομέα των μεταμοσχεύσεων κυρίως από τη σημερινή διοίκηση του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Η δωρεά οργάνων προς μεταμόσχευση έχει αυξηθεί κατά 35% και βρισκόμαστε μόλις στα μισά του έτους. Η προσπάθεια αυτή όμως κινδυνεύει να τιναχθεί στον αέρα καθώς το δημόσιο σύστημα Υγείας αδυνατεί να την υποδεχθεί λόγω των κακών υποδομών των νοσοκομείων όπου εφαρμόζονται μεταμοσχευτικά προγράμματα και της τραγικής έλλειψης γιατρών, νοσηλευτών και συντονιστών.
Ενδεικτική είναι η κατάσταση που επικρατεί στο μεγαλύτερο μεταμοσχευτικό κέντρο της χώρας, στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, με τον διευθυντή της κλινικής να εκφράζει έντονα τον προβληματισμό του τονίζοντας το μεγάλο πρόβλημα των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, το οποίο κατονομάζει ως τη βασική αιτία θανάτου των μεταμοσχευμένων ήπατος. Το πρόβλημα καταγράφεται και στην πρόσφατη έκθεση του ΕΟΜ, σύμφωνα με την οποία «το ποσοστό θανάτων εντός του έτους μετά τις μεταμοσχεύσεις ήπατος ξεπερνά το 45%, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό, που δεν συνάδει με τα διεθνή αποτελέσματα».
Συγκεκριμένα, στην έκθεση 2013-2015 του ΕΟΜ αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι τη τελευταία διετία έγιναν στο Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης 81 μεταμοσχεύσεις ήπατος (είναι το μοναδικό κέντρο στη χώρα που κάνει τέτοιου τύπου μεταμοσχεύεις). Από το σύνολο των μεταμοσχευμένων κατέληξαν περίπου οι μισοί (38 ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς).
Τα αίτια, σύμφωνα με την έγγραφη αναφορά του διευθυντή της Χειρουργικής Κλινικής Μεταμοσχεύσεων ΑΠΘ, καθηγητή κ. Βασιλείου Παπανικολάου, εντοπίζονται στις ελλιπείς υποδομές του νοσοκομείου και στην απουσία απομονωμένων κλινών εντατικής θεραπείας, προκειμένου οι λήπτες να μην αναπτύσσουν λοιμώξεις. Η αναφορά του καθηγητή έχει αποσταλεί σε όλους τους αρμοδίους από τις αρχές του τρέχοντος έτους. Παρά τις προσπάθειες του ιδίου και της διοίκηση του ΕΟΜ, η λειτουργία τριών-τεσσάρων κλινών εντατικής θεραπείας εντός του χώρου της Κλινικής Μεταμοσχεύσεων δεν έχει προχωρήσει λόγω έλλειψης προσωπικού.
Οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, τονίζει στην αναφορά του ο κ. Παπανικολάου, αποτελούν σήμερα, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και διεθνώς, τη συχνότερη αιτία θανάτου των ανοσοκατασταλμένων ασθενών. Σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου, το πρόβλημα αυτό έχει επιδεινωθεί πάρα πολύ στις μεταμοσχεύσεις ήπατος, ενώ δεν υφίσταται ουσιαστικά στις μεταμοσχεύσεις νεφρού. Η ουσιώδης διαφορά, εξηγεί ο καθηγητής, συνίσταται στο ότι ο λήπτης νεφρικού μοσχεύματος μεταφέρεται αμέσως μετά το χειρουργείο σε θάλαμο κλινικής, ενώ ο λήπτης ήπατος είναι απαραίτητο να μεταφερθεί στη ΜΕΘ.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι οι λήπτες ήπατος που παρέμειναν για μικρό χρονικό διάστημα (24-48 ώρες) στη ΜΕΘ ακολουθούν μετεγχειρητική πορεία χωρίς επιπλοκές, παρόμοια με αυτήν των ληπτών νεφρού. Η παράταση όμως της παραμονής τους ακόμη και για μία ή δύο ημέρες συνοδεύεται κατά κανόνα από την ανάπτυξη μικροβιακών λοιμώξεων, οι οποίες, δυστυχώς, στη συντριπτική τους πλειονότητα οφείλονται σε πολυανθεκτικά ως και πανανθεκτικά μικρόβια με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επιτυχία της μεταμόσχευσης και την επιβίωση των ασθενών.
Ο κ. Παπανικολάου αναφέρει και πολλά άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Κέντρο. Μεταξύ αυτών, η πενταετής αναστολή του προγράμματος μεταμόσχευσης παγκρέατος και νησιδίων παγκρέατος λόγω έλλειψης προσωπικού, η μη καταβολή υπερωριών σε συντονιστές μεταμοσχεύσεων, νοσηλευτές χειρουργείου και παρασκευαστές εργαστηρίων, αλλά και η έλλειψη χειρουργών, αναισθησιολόγων και νοσηλευτών. Αξίζει να σημειωθεί ότι μία μόνο νοσηλεύτρια καλύπτει την κλινική κατά τις απογευματινές και νυχτερινές ώρες του 24ώρου με 21 ιδιαίτερα επιβαρημένους και με πολύπλοκα προβλήματα ασθενείς.
«Λόγω έλλειψης ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στα χειρουργεία», επισημαίνει στην αναφορά του, «η διεκπεραίωση των έκτακτων και προγραμματισμένων επεμβάσεων γίνεται, από την αρχή του 2015, με τη χρησιμοποίηση δύο μόνο χειρουργικών τραπεζών εβδομαδιαίως, που λόγω της βαρύτητας και διάρκειας των επεμβάσεων μεταφράζεται στην εξυπηρέτηση δύο μόνο περιστατικών την εβδομάδα. Η κλινική, δηλαδή, υπολειτουργεί εντυπωσιακά».
Το πολύ σοβαρό αυτό ζήτημα θίγει και ο πρόεδρος Συλλόγου Νεφροπαθών Θεσσαλονίκης και αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Νεφροπαθών κ. Χρήστος Καραγκιόζης. Καθώς ο ίδιος έχει υποβληθεί σε μεταμόσχευση νεφρού, γνωρίζει πολύ καλά τους κινδύνους που διατρέχουν οι ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς.
«Το 2015 εισήχθη στο νοσοκομείο ένας ασθενής που είχε κάνει μεταμόσχευση νεφρού. Κόλλησε ενδονοσοκομειακή λοίμωξη και κατέληξε. Κατά τον ίδιο τρόπο χάθηκε άλλη φορά νεφρικό μόσχευμα, διότι ένας νέος άνδρας, ο οποίος μόλις είχε υποβληθεί σε μεταμόσχευση, προσβλήθηκε από λοίμωξη ενώ νοσηλευόταν. Ο άνθρωπος ξαναγύρισε στην αιμοκάθαρση και τώρα ετοιμάζει φάκελο για να ξαναμπεί στη λίστα για μεταμόσχευση».
Ο κ. Καραγκιόζης καταγγέλλει επίσης ότι όλες οι τουαλέτες των θαλάμων νοσηλείας είναι κατεστραμμένες, με αποτέλεσμα να «φωλιάζουν» μικρόβια, η κλινική μεταμόσχευσης στο Ιπποκράτειο δεν έχει κλίνες για βαριά μεταμοσχευμένους, ενώ στους λίγους θαλάμους στους οποίους υπάρχουν κλιματιστικά μηχανήματα (δεν διαθέτουν όλοι) δεν γίνεται συντήρηση.
ΕΛΛΕΙΨΕΙΣ
«Λόγω έλλειψης γιατρών, η μονάδα μεταμοσχεύσεων νεφρού του Λαϊκού κινδυνεύει το καλοκαίρι να τεθεί εκτός λειτουργίας» λέει ο κ. Γρηγόρης Λεοντόπουλος, μέλος του ΔΣ του ΕΟΜ και αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Νεφροπαθών, προσθέτοντας ότι στις 20 Ιουλίου ξεκινά η ανακατασκευή της μονάδας με δωρεά του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος». {LF}{CR}Τα προβλήματα επισημαίνει σε αναφορά του και ο συντονιστής διευθυντής της μονάδας κ. Γιώργος Ζαββός. Είναι κενές δύο θέσεις επιμελητών β’ χειρουργών, ενώ τρεις εκ των διευθυντών είναι στα πρόθυρα της σύνταξης. Επίσης υπάρχει έλλειψη νοσηλευτών και χειρουργικών κλινών.
To BHMA