Στο Internet η Ελλάδα αναστενάζει. Σύμφωνα με έκθεση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), οι προσφερόμενες ταχύτητες από τους παρόχους στην πράξη αντιστοιχούν στο 1/3 των ονομαστικών ταχυτήτων.
Ειδικά για τις πιο διαδεδομένες συνδέσεις ADSL που παρέχουν ταχύτητες μέχρι 24 Mbps, η ΕΕΤΤ αναφέρει ότι η πραγματική ταχύτητα «κατεβάσματος» πληροφοριών αντιστοιχεί στο 32,26% της ονομαστικής ταχύτητας. Ο μέσος όρος όλων των συνδέσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα παρέχει στον χρήστη ροή καθόδου πληροφοριών που αντιστοιχεί στο 40% της ονομαστικής τιμής. «Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο μέσος όρος των μετρήσεων όλων των πακέτων δείχνει ποσοστό ονομαστικής ταχύτητας, που επιτυγχάνεται, ίσο με 39,26% στη ροή καθόδου και 62,60% στη ροή ανόδου», αναφέρει η έκθεση της ΕΕΤΤ.
Στον τομέα της παρακολούθησης ποιότητας δικτύων, η ΕΕΤΤ αξιοποίησε την πλατφόρμα «Υπερίων», με σκοπό τη διεξαγωγή μετρήσεων, ενώ το 2016 πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά μετρήσεις στο πεδίο για την παρακολούθηση της απόδοσης των κινητών δικτύων. Επίσης, στην έκθεση παρουσιάζονται και τα παράπονα που λαμβάνει το Τμήμα Εξυπηρέτησης Καταναλωτών της ΕΕΤΤ, τα οποία σχετίζονται με τα θέματα του Κανονισμού.
Σε ό,τι αφορά την απόδοση των δικτύων, η ΕΕΤΤ διαπιστώνει ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή, καθώς οι πραγματικές ταχύτητες μετάδοσης είναι υποδεέστερες των ονομαστικών. Αυτό δείχνουν και τα παράπονα των καταναλωτών που φτάνουν στην ΕΕΤΤ, που σε ποσοστό 90% αφορούν στη χαμηλή ποιότητα παρεχόμενων υπηρεσιών.
Οσον αφορά τη διαχείριση κίνησης, η πλειονότητα των πρακτικών αφορά στην προτεραιοποίηση κίνησης με αυστηρότερες απαιτήσεις ποιότητας, όπως η κίνηση φωνής ή βίντεο, ή σε φραγές για λόγους ασφαλείας, ή σε φραγές που τίθενται από τους ίδιους τους συνδρομητές (π.χ. υπηρεσίες γονικού ελέγχου).
Καθημερινή