Σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων, κατηγορούμενοι για απάτη από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, από την οποία το περιουσιακό όφελος και η προκληθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ παραπέμπονται δύο κάτοικοι Ρόδου, ένας οικοπεδούχος κι ένας αγοραστής ακινήτου ιδιοκτησίας του πρώτου και για άμεση συνέργεια στην πράξη αυτή ένας πολιτικός μηχανικός.
Οι τρεις κατηγορούμενοι φέρονται να συνέργησαν για να εκταμιευθεί δάνειο, ύψους 140.000 ευρώ παρουσιάζοντας αναληθείς πιστοποιήσεις περί εκτέλεσης εργασιών επί ενυπόθηκου ακινήτου.
Η Εθνική Τράπεζα, όπως έγραψε η “δημοκρατική”, κίνησε την δικογραφία μετά την υποβολή μηνύσεως δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της κ. Φαίδρας Μπακούλη.
Στην πορεία της δικαστικής έρευνας ο πολιτικός μηχανικός προσέφυγε ενώπιον του Εισαγγελέα, καταγγέλλοντας για απάτη σε βάρος του τον ιδιώτη και ακόμη έναν εργολάβο οικοδομών κάτοικο Ρόδου!
Στελέχη της τράπεζας διαπίστωσαν ότι οι πιστοποιήσεις για την εκταμίευση του συγκεκριμένου δανείου έγιναν με βάση φωτογραφίες από άλλο υπό ανέγερση ακίνητο, γειτονικό με εκείνο του δανειολήπτη.
Υποκατάστημα της τράπεζας χορήγησε πιο συγκεκριμένα σε ιδιώτη στεγαστικό δάνειο ύψους 140.000 ευρώ με σκοπό την αγορά και την αποπεράτωση κατοικίας τον Οκτώβριο του 2007. Οι τμηματικές εκταμιεύσεις πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 2007, το Νοέμβριο του 2007 και τον Μάρτιο του 2008 και όπως καταγγέλλει η τράπεζα, βασίστηκαν στις πιστοποιήσεις προόδου εργασιών σε ακίνητο του πρώην συνεργαζόμενου με την τράπεζα μηχανικού.
Εξαιτίας της μη ομαλής εξυπηρέτησης του δανείου και των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, η τράπεζα προέβη σε ρύθμιση τον Δεκέμβριο 2010. Στην πορεία όμως ο ιδιώτης κατά τη διάρκεια συνάντησής του με στελέχη της τράπεζας άφησε να διαφανεί ότι το υπέγγυο ακίνητο δεν ήταν στην κατάσταση που το παρουσίαζαν οι εκτιμήσεις του συνεργαζόμενου με την τράπεζα μηχανικού.
Η τράπεζα ανέθεσε την επανεκτίμηση του ακινήτου σε άλλη μηχανικό η οποία διαπίστωσε ότι η ανέγερση του ακινήτου όχι μόνο δεν είχε ολοκληρωθεί αλλά δεν είχε καν αρχίσει. Το υπέγγυο ακίνητο βρίσκεται σε κατάσταση οικοπέδου με σημερινή αξία 20.000 ευρώ όταν το εκταμιευμένο δάνειο έχει υπόλοιπο σήμερα ύψους 137.412 ευρώ.
Σημειώνεται ότι το συγκεκριμένο δάνειο εκταμιεύθηκε σε τρεις δόσεις μετά την υποβολή αρμοδίως στην τράπεζα εκθέσεων αυτοψίας προόδου των εργασιών σ’ αυτό από τον μηχανικό. Από το προϊόν του δανείου ποσό 98.300 ευρώ φέρεται να κατέληξε στον πωλητή και το υπόλοιπο στον δανειολήπτη, που είναι αφερέγγυος.
Η τράπεζα έχει καταστήσει σαφές ότι έχει διακόψει τη συνεργασία της με το μηχανικό εξαιτίας και άλλων αντικανονικών ενεργειών του.
Επεσήμανε επιπλέον ότι του είχε παραδώσει όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη διενέργεια ταύτισης των τίτλων του ακινήτου, τον επακριβή προσδιορισμό της αγοραίας αξίας του, αλλά και την επίβλεψη των εργασιών σ’ αυτό. Από εσωτερική έρευνα στην τράπεζα προέκυψε εξάλλου ότι ο δανειολήπτης προσκόμιζε στο κατάστημα φωτογραφίες του ακινήτου, οι οποίες παραδίδονταν στο μηχανικό, για τη διενέργεια των αυτοψιών προκειμένου να συντάξει την έκθεση προόδου των εργασιών.
Σε κάθε εκταμίευση εμφανιζόταν στο κατάστημα της τράπεζας ο οφειλέτης και ο πωλητής του ακινήτου, που, κατά τον υπόχρεο, ήταν και ο εργολάβος για την ανέγερση των εργασιών.
Ο πολιτικός μηχανικός προσέφυγε εν συνεχεία κατά του ιδιώτη και του εργολάβου οικοδομών ζητώντας την άσκηση δίωξης σε βάρος τους για απάτη.
Όπως τόνισε για τον εντοπισμό του ακινήτου που πρόκειται να προσημειώσει ο κάθε δανειολήπτης εφόσον αυτό βρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως, ως μηχανικός δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα για τον τεχνικό έλεγχο ούτε είχε την ανάγκη της συνδρομής τοπογράφου μηχανικού διότι χρησιμοποιούσε το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως. Όταν όμως το ακίνητο βρισκόταν εκτός σχεδίου πόλεως τότε για τον εντοπισμό του θα έπρεπε είτε να προηγηθεί τοπογράφηση του ακινήτου από τοπογράφο μηχανικό είτε να εμπιστευθεί τον ιδιοκτήτη να του υποδείξει εκείνος το ακίνητο του αφού η τράπεζα την εποχή εκείνη δεν διέθετε κονδύλι για την αμοιβή τοπογράφου μηχανικού.
Υποστηρίζει έτσι ότι ο ιδιώτης – δανειολήπτης τον οδήγησε επιτόπου και του υπέδειξε με τον ιδιοκτήτη εργολάβο το ακίνητο. Διαπίστωσε, όπως τονίζει, ότι η ανάγλυφη κατάσταση επί του εδάφους ήταν εντελώς διαφορετική από εκείνη που εμφανιζόταν στο τοπογραφικό διάγραμμα γεγονός που δημιούργησε δυσχέρεια στον εντοπισμό του.
Υποστηρίζει ότι παρά το γεγονός ότι οι εγκαλούμενοι εγνώριζαν την πραγματική θέση του επίδικου οικοπέδου, ωστόσο το οικόπεδο που του υπέδειξαν ήταν άλλο και θεωρεί ότι το έκαναν σκόπιμα προκειμένου να εμφανίσουν τις εκτελεσθησόμενες σ’ αυτό οικοδομικές εργασίες ότι τάχα εγίνοντο στο πραγματικό ώστε να λάβουν το στεγαστικό δάνειο χωρίς να ανεγείρουν οικοδομή.
Συνέταξε, όπως ισχυρίζεται, εν αγνοία του, τεχνική έκθεση η οποία χρησιμοποιήθηκε δόλια στην τράπεζα με αποτέλεσμα να εγκριθεί το στεγαστικό δάνειο. Τονίζει παραπέρα ότι προκειμένου να λάβουν τμηματικά τις δόσεις του στεγαστικού δανείου παρέδωσαν σε υπάλληλο της τράπεζας φωτογραφίες που απεικόνιζαν εργασίες κατασκευής σκελετού οικίας, η οποία όμως δεν ανεγειρόταν στο οικόπεδο που ήταν ιδιοκτησίας του δανειολήπτη αλλά σε όμορο ξένο.
Ο μηχανικός με τη σειρά του, στηριζόμενος στις φωτογραφίες βεβαίωσε καλόπιστα δύο φορές τις σχετικές «πιστοποιήσεις» προόδου του έργου με αποτέλεσμα να εκταμιευθούν και να λάβει τις αντίστοιχες δόσεις του στεγαστικού δανείου του ο δανειολήπτης.
Τονίζεται επίσης ότι όταν ο δανειολήπτης έπαυσε την πληρωμή των τοκοχρεωλυτικών δόσεων του δανείου που έλαβε άρχισε να διατείνεται και αυτός ότι υπήρξε θύμα του εργολάβου οικοδομών.
Σημείωσε εξάλλου ότι ο εργολάβος προσφέρθηκε με αίτησή του προς την τράπεζα να αποπληρώσει αυτός το δάνειο που έλαβε ο ιδιώτης προσφέροντας μάλιστα για εξασφάλισή της δικά του ακίνητα για να εγγραφεί προσημείωση υποθήκης.
Ως συνήγορος υπεράσπισης των δύο πρώτων παρίσταται ο δικηγόρος κ. Στέργος Λεβέντης και του πολιτικού μηχανικού ο δικηγόρος κ. Μ. Κουτσούκος.