Έναν οδικό χάρτη για τη σταδιακή κατάργηση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων παραθέτει στην ενδιάμεση έκθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος, σημειώνοντας ότι απαιτούνται προσεκτικά βήματα χαλάρωσης μετά από μελέτη των συνθηκών που επικρατούν στην οικονομία.
Η ΤτΕ παρότι αναγνωρίζει ότι η διατήρηση περιορισμών για μεγάλο χρονικό διάστημα θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις με μακροχρόνιο χαρακτήρα στον χρηματοοικονομικό και επενδυτικό τομέα, τονίζει ότι η χαλάρωσή τους πρέπει να γίνει βήμα-βήμα, ώστε να μεσολαβούν περίοδοι παρακολούθησης και ανάλυσης των επιπτώσεων στη ρευστότητα των τραπεζών και την εμπιστοσύνη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Επίσης, κάθε νέο µέτρο χαλάρωσης δεν θα πρέπει να υπονοµεύει την αποτελεσµατικότητα των εναποµένοντων περιορισµών. Για τον λόγο αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος παρακολουθεί σε τακτική βάση τις συνθήκες ρευστότητας που επικρατούν στο τραπεζικό σύστηµα, ενώ εξετάζει και σενάρια στη βάση σχεδιαζόµενων µέτρων χαλάρωσης, ώστε να αποφεύγονται διαρροές ρευστότητας και να µη δηµιουργείται ανάγκη αυξηµένης προσφυγής των εγχώριων πιστωτικών ιδρυµάτων στον ELA.
Ως επιµέρους µέτρα που θα µπορούσαν να εξεταστούν σχετικά σύντοµα είναι η µεταφορά περαιτέρω αρµοδιοτήτων στις υποεπιτροπές των τραπεζών και η λελογισµένη αύξηση των εγκριτικών ορίων, αν διαπιστωθεί ότι η ζήτηση για εγκρίσεις ρευστότητας ξεπερνά επανειληµµένως τα όρια που έχουν προσδιοριστεί.
Επίσης, όταν οι συνθήκες ρευστότητας και εµπιστοσύνης το επιτρέψουν, θα πρέπει να αρθούν σταδιακά περιορισµοί που σχετίζονται µε το άνοιγµα νέων λογαριασµών και πρόωρης λήξης προθεσµιακών καταθέσεων, εξέλιξη που θα συµβάλει θετικά στην εµπιστοσύνη των καταθετών.
Τέλος, θα πρέπει οι τράπεζες να επανεξετάσουν την τιµολογιακή πολιτική τους στις χρεώσεις των καρτών και των ηλεκτρονικών συναλλαγών, ώστε να δοθεί το απαραίτητο κίνητρο στους καταναλωτές και στις επιχειρήσεις να χρησιµοποιούν εναλλακτικούς διαύλους πληρωµών, εξέλιξη που θα ωφελήσει τόσο την πραγµατική οικονοµία όσο και το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα.
Κοµβικό σηµείο για την ουσιαστική άρση των επενδυτικών περιορισµών θα αποτελέσουν η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του νέου προγράµµατος που έχει συµφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση µε τους εταίρους και η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, που όσον αφορά στις συστημικές τράπεζες έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς.
Η επίτευξη πολιτικοοικονοµικής σταθερότητας και η αποκατάσταση της εµπιστοσύνης θα ξανακτίσει την κεφαλαιακή και την αποταµιευτική βάση του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος, οδηγώντας σε σταδιακή επιστροφή των αποθησαυρισµένων τραπεζογραµµατίων αλλά και κεφαλαίων από το εξωτερικό.
Τα κεφάλαια που θα επανακάμψουν σε συνδυασµό µε νέες (ξένες ή/και εγχώριες) επιχειρηµατικές πρωτοβουλίες µπορούν να αποτελέσουν τον βασικό άξονα ανάκαµψης της οικονοµίας.