Ειδήσεις

Ανησυχία της Κομισιόν για τις τιμές κατοικίας στην Ελλάδα

Η αλματώδης άνοδος της τιμής των ακινήτων το 2023 προστέθηκε, στην τελευταία έκθεση της Κομισιόν, στον κατάλογο των μακροοικονομικών ανισορροπιών, που «εξασφαλίζουν» στην Ελλάδα μια σταθερή θέση τα τελευταία χρόνια μεταξύ των χωρών για τις οποίες χτυπά προειδοποιητικό «καμπανάκι» για πιθανούς μελλοντικούς κινδύνους.

Η Κομισιόν δημοσίευσε λίγο πριν από τα Χριστούγεννα τον πίνακα επιδόσεων των κρατών-μελών της Ε.Ε. στους μακροοικονομικούς δείκτες που θεωρεί κρίσιμους για την οικονομική σταθερότητα. Από τους 13 βασικούς δείκτες, η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από το όριο στους 5 και η καινούργια άφιξη εδώ είναι οι τιμές των ακινήτων. Με 13,8% αύξηση το 2023 είναι μακράν η πρώτη χώρα και δεδομένου ότι στην Ε.Ε. συνολικά οι τιμές σημείωσαν ελαφρά μείωση, η Κομισιόν εκφράζει ανησυχία. Οι κατοικίες είναι υπερτιμημένες κατά 20%, σημειώνει, ενώ η αύξηση ήταν ιδιαιτέρως υψηλή. Υπολογίζεται ότι από το 2017 ξεπέρασε την αύξηση των εισοδημάτων των νοικοκυριών κατά 20%. Αυτό συνιστά παράγοντα κινδύνου για μια απότομη διόρθωση, σε περίπτωση που επιδεινωθούν οι οικονομικές συνθήκες. Πάντως, ως προς τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, έκθεση της ΕΚΤ το 2024 υποστήριζε ότι είναι χαμηλοί.

Νέα άνοδο τιμών στα ακίνητα «βλέπει» η Fitch
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι, βεβαίως, επίσης μια μεγάλη πηγή ανησυχιών, καθώς η χώρα διολίσθησε σε μεγάλα ελλείμματα μόλις βγήκε από τα μνημόνια και στη συνέχεια με την πανδημία και την ενεργειακή κρίση. Παρά τη σχετική βελτίωση του 2023, όταν το έλλειμμα υποχώρησε στο 6,2% του ΑΕΠ, εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ πάνω από το αποδεκτό όριο της Κομισιον, το 4% του ΑΕΠ. Η έκθεση της Κομισιόν δεν μας λέει κάτι που δεν ξέραμε ή που δεν έχει αναφέρει κατ’ επανάληψη στις εκθέσεις του πρόσφατα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας ως προς τα αίτια αυτής της ανισορροπίας: οι επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης έπαιξαν τον ρόλο τους, καθώς οδήγησαν σε εισαγωγές μηχανολογικού εξοπλισμού, ωστόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε και παίζει πάντα η κατανάλωση. Η ανάπτυξη στην Ελλάδα συνοδεύεται συστηματικά από διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου, καθώς η χώρα δεν είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες της από την εγχώρια παραγωγή. Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον πίνακα επιδόσεων της Κομισιόν, έχει –με ελάχιστη διαφορά– το δεύτερο υψηλότερο έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, κατά μέσον όρο στην τριετία 2021-23, μετά τη Ρουμανία: 7,7% του ΑΕΠ της έναντι 7,8% της βαλκανικής χώρας. Αλλες 3 χώρες βρίσκονταν σε ανάλογη θέση, με ελλείμματα ισοζυγίων πάνω από 4% του ΑΕΠ τους. Ετσι, η καθαρή διεθνής επενδυτική της θέση, που δείχνει τη συσσώρευση του χρέους προς το εξωτερικό, είναι μακράν η χειρότερη, αν και έχει «παρέα» στην υπέρβαση του ορίου άλλα 7 κράτη-μέλη. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος είχε σημειώσει πρόσφατα ότι «η αρνητική διεθνής επενδυτική θέση της χώρας είναι σημαντικό στοιχείο εξωτερικής χρηματοπιστωτικής ευπάθειας, αποτελώντας δυνητική πηγή κινδύνων. Ο ίδιος είχε συνδέσει το πρόβλημα αυτό και με την αρνητική αποταμίευση, καθώς «η ανεπάρκεια των εγχώριων αποταμιεύσεων οδηγεί σε προσφυγή στον εξωτερικό δανεισμό. Αυτό υποδηλώνει ότι η χώρα ξοδεύει πολύ περισσότερα απ’ όσα παράγει ή, με άλλα λόγια, ότι δεν υπάρχουν επαρκείς εγχώριες αποταμιεύσεις για τη χρηματοδότηση επενδύσεων».

Το δημόσιο χρέος είναι βεβαίως ο πρωταγωνιστής των μακροοικονομικών ανισορροπιών της χώρας, καθώς με ποσοστό 163,9% του ΑΕΠ το 2023 παραμένει το υψηλότερο στην Ε.Ε. Ωστόσο, η Κομισιόν επεσήμανε στην έκθεσή της τη μεγάλη υποχώρηση κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 2019 και την πρόβλεψη για περαιτέρω υποχώρησή του το 2024 και το 2025. Η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, με άλλα λόγια η ανάπτυξη συν τον πληθωρισμό, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο εδώ, ωστόσο η Κομισιόν αποδίδει εύσημα στην κυβέρνηση και για τις δημοσιονομικές επιδόσεις, σημειώνοντας ότι ο προϋπολογισμός θα είναι περίπου ισοσκελισμένος τον επόμενο χρόνο, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα θα αγγίξει το 3% του ΑΕΠ. Επιπλέον, δεδομένου ότι το χρέος διακρατείται από επίσημους φορείς και εχει ευνοϊκά επιτόκια και μακρά περίοδο ωρίμανσης, οι δαπάνες τόκων είναι ελεγχόμενες και περιορισμένες βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Παρ’ όλα αυτά, η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους της Κομισιόν δείχνει σταθερά υψηλούς κινδύνους μεσοπρόθεσμα.

Mεγαλύτερο πρόβλημα το χρέος· με ποσοστό 163,9% του ΑΕΠ το 2023 παραμένει το υψηλότερο στην Ε.Ε. Ωστόσο, η Κομισιόν αναγνωρίζει τη μεγάλη υποχώρηση.
Τέλος, η ανεργία είναι μεταξύ των δεικτών που τοποθετούν την Ελλάδα στις χώρες με μεγάλες μακροοικονομικές ανισορροπίες, παρά τη βελτίωση που σημειώθηκε. Κι αυτό γιατί με 11,1% το 2023 έχει τη δεύτερη υψηλότερη ανεργία μετά την Ισπανία (12,2%) και βρίσκεται πάντα πάνω από το όριο του 10%, το οποίο έχει θέσει η Κομισιόν. Η τελευταία αναγνωρίζει ότι η ανεργία προβλέπεται να πέσει κάτω από το 10% το 2025, αλλά επισημαίνει ότι η αγορά εργασίας αντιμετωπίζει διαρθρωτικά προβλήματα και αναντιστοιχία στις ζητούμενες και προσφερόμενες δεξιότητες.

Τα συν και τα πλην
Η έκθεση επισημαίνει επίσης και άλλες αδυναμίες ή προβλήματα: το μέσο κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων παραμένει υψηλό. Η κατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα, αν και βελτιώθηκε, εξακολουθεί να έχει ανησυχητικά στοιχεία. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σημείωσαν ελαφρά αύξηση του 2024 στο 5,2% του ΑΕΠ το β΄ τρίμηνο, που είναι το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. Εν τω μεταξύ, τα κόκκινα δάνεια εξακολουθούν να υπάρχουν, έστω και εκτός ισολογισμών τραπεζών, συνιστώντας πάντα απειλή για την οικονομία. Επιπλέον, η κεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.

Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει σταθερά μια μεγάλη πηγή ανησυχιών, καθώς βρίσκεται πολύ πάνω από το αποδεκτό όριο της Κομισιόν, το 4% του ΑΕΠ.

Υπάρχουν και οι θετικές επισημάνσεις: το χρέος των νοικοκυριών συνεχίζει να μειώνεται, φτάνοντας στο 41% του ΑΕΠ το 2023, 14 μονάδες κάτω από το επίπεδο προ πανδημίας και κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Βεβαίως, ο πληθωρισμός έπαιξε και εδώ τον ρόλο του. Η ανταγωνιστικότητα κόστους συνέχισε να βελτιώνεται στην Ελλάδα, όπως και στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και την Κύπρο. Επίσης η Ελλάδα, μαζί με τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Κύπρο, την Πορτογαλία σημείωσαν τα μεγαλύτερα κέρδη σε ό,τι αφορά την αύξηση των εξαγωγικών τους επιδόσεων, κατά μέσον όρο την τριετία 2021-2023. Εννοείται ότι ο τουρισμός έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο σημείο αυτό.

Πηγή: kathimerini.gr 

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου