Κατά 34% ακριβότερα πληρώνουν οι έλληνες καταναλωτές το γάλα από ό,τι άλλοι Ευρωπαίοι και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή που τα εισοδήματα έχουν μειωθεί δραματικά.
Οπως γράφουν την Τετάρτη «ΤΑ ΝΕΑ» το ζητούμενο στον διάλογο που έχει ανοίξει τις τελευταίες ημέρες είναι αν υπάρχει τρόπος να μειωθεί η τιμή στο ράφι καθώς σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ που έχει πυροδοτήσει το κλίμα εντός της κυβέρνησης, η διάρκεια ζωής του παστεριωμένου γάλακτος όπως αυτή ορίζεται από την ελληνική νομοθεσία θεωρείται ως ο καθοριστικός παράγοντας ο οποίος εάν άλλαζε θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των τιμών.
Μάλιστα αυτό που επισημαίνεται στην έκθεση είναι ότι στην Ελλάδα το παστεριωμένο γάλα πωλείται έως και 34% ακριβότερα σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, υπογραμμίζοντας ότι ο περιορισμός που θέτει η ελληνική νομοθεσία για διάρκεια ζωής του – τις πέντε ημέρες – βάζει μια σειρά εμποδίων στον ανταγωνισμό με επίπτωση στις λιανικές τιμές των προϊόντων.
Κατά τον ΟΟΣΑ, οι πέντε ημέρες ζωής στο παστεριωμένο γάλα:
– Εμποδίζουν τις εισαγωγές φθηνότερης πρώτης ύλης από άλλες χώρες στην Ελλάδα για παραγωγή φρέσκου γάλακτος.
– Αυξάνουν το κόστος των επιστροφών για τις ίδιες τις γαλακτοβιομηχανίες (το κόστος αυτό υπολογίζεται στο 5% της τελικής τιμής).
– Περιορίζουν την ανάπτυξη εσωτερικού ανταγωνισμού καθώς μικρές περιφερειακές εταιρείες δεν μπορούν να διαθέσουν τα προϊόντα τους σε όλη την επικράτεια.
– Εμποδίζουν ξένες γαλακτοβιομηχανίες να εισάγουν στην Ελλάδα προϊόντα τους στη συγκεκριμένη κατηγορία, δηλαδή το παστεριωμένο γάλα, ώστε να αυξηθεί ο ανταγωνισμός.
Στις προτάσεις αυτές θετικά κινείται το υπουργείο Ανάπτυξης υποστηρίζοντας ότι προχωρώντας σε παρεμβάσεις αναφορικά με την ισχύουσα νομοθεσία θα υπάρξουν οφέλη τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους παραγωγούς καθώς θα μειωθεί η τιμή για τους καταναλωτές ενώ οι παραγωγοί θα έχουν τη δυνατότητα να προσεγγίσουν μεγαλύτερες αγορές σε όλη την Ελλάδα και να βγουν από τα στενά όρια των περιοχών που σήμερα δραστηριοποιούνται εξαιτίας της μικρής ζωής των προϊόντων τους.
Μάλιστα υποστηρίζει ότι η μέγιστη διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος μπορεί να καθορίζεται ανάλογα με τη μέθοδο παστερίωσης που εφαρμόζει κάθε παραγωγός, εφόσον αυτή τηρεί τις προδιαγραφές που προβλέπονται από την ΕΕ.
Ετσι θα μπορούν οι βιομηχανίες να διαθέτουν στην αγορά νέα προϊόντα 2, 3, 4, αλλά και 10 ημερών που θα μπορούν να προσφέρουν στους καταναλωτές είτε το πλεονέκτημα της φρεσκάδας τους είτε τη μεγαλύτερη διάρκειά τους διαμορφώνοντας ανάλογα και την τιμή, όπως γίνεται ήδη σε πολλές χώρες της ΕΕ.
Αντιδράσεις
Στην αντίθετη πλευρά ωστόσο βρίσκονται το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, παραγωγοί κτηνοτρόφοι και μερίδα βιομηχανιών, συνεταιριστικών και μη, αλλά και το ΠαΣοΚ.
Ο βασικός λόγος της ανησυχίας και της διαφωνίας τους είναι τι θα απογίνουν οι έλληνες κτηνοτρόφοι αφού δυνητικά η αλλαγή στη διάρκεια ζωής του γάλακτος θα ανοίξει τον δρόμο για εισαγωγές από άλλες χώρες με φθηνότερες τιμές παραγωγού και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία οι έλληνες κτηνοτρόφοι έχουν ήδη χάσει το πλεονέκτημα της αναγραφής της χώρας προέλευσης του γάλακτος στις συσκευασίες των προϊόντων.
Πάντως, η πραγματικότητα είναι ότι σήμερα η Ελλάδα καταγράφει μία από τις υψηλότερες τιμές παραγωγού στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα τον περασμένο Νοέμβριο είχε την πέμπτη υψηλότερη τιμή παραγωγού ανάμεσα στις 28 χώρες της ΕΕ, με την τιμή του γάλακτος να είναι στα 44,1 λεπτά όταν ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν τα 35,5 λεπτά. Ωστόσο αυτό δεν συμβαίνει επειδή οι έλληνες παραγωγοί κερδοσκοπούν, αλλά γιατί το κόστος παραγωγής για μια σειρά λόγους είναι σημαντικά υψηλότερο στη χώρα μας.
Αντίθετα από άλλες χώρες, κυρίως στη Βόρεια Ευρώπη, η Ελλάδα είναι σε μεγάλο βαθμό ελλειμματική σε ζωοτροφές με αποτέλεσμα να κάνει εισαγωγές, γεγονός που εκτινάσσει το κόστος για τους αγελαδοτρόφους.
Είναι ενδεικτικό ότι η αγορά των ζωοτροφών κοστίζει στον μέσο ευρωπαίο κτηνοτρόφο κατά 60% φθηνότερα απ’ όσο στον Ελληνα.
Παράλληλα λόγω των κλιματικών συνθηκών η αγελαδοτροφία στην Ελλάδα είναι σταβλισμένη, γεγονός που επίσης αυξάνει το κόστος.