Ο κ. Σωτήρης Σέρμπος είναι επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και ερευνητικός εταίρος στο Jean Monnet European Centre of Excellence, ΕΚΠΑ.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «δημοκρατική» μιλάει για τις εξελίξεις με την Τουρκία, για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά και για τις επερχόμενες εκλογές στην γείτονα που θα αποτελέσουν σημείο αναφοράς για τις επόμενες κινήσεις του Ταγίπ Ερντογάν.
• Κύριε Σέρμπο, να ξεκινήσουμε από τις εξελίξεις με την γείτονα Τουρκία και την συνεχή προκλητικότητά της απέναντι στην χώρα μας. Θα ήθελα το σχόλιό σας.
Στην παρούσα φάση, υπάρχει μια στροφή πολιτικής από τις ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας. Και αυτό οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων όσον αφορά στο εύρος της αυτονόμησης που πλέον είναι ‘ανεκτό’ από τους ίδιους τους αμερικανούς, σε αυτό το σημερινό γεωπολιτικό περιβάλλον (μετά την 24η Φεβρουαρίου, οπότε έγινε και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία). Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον Ερντογάν και την διαπραγμάτευσή του, είναι ότι έχει χτυπηθεί ο πυρήνας της αξιοπιστίας του, προκαλώντας διάρρηξη ανάμεσα στον ίδιο και στην Δύση. Η περίπτωση της Σουηδίας και της Φινλανδίας, ουσιαστικά αποτελεί την ‘κορυφή του παγόβουνου’. Αυτό το αντιλαμβάνονται πολύ πιο εύκολα και πολύ πιο έκδηλα, τόσο οι δυτικοί όσο και η διεθνής κοινή γνώμη.
Ασφαλώς όλα αυτά, φιλτράρονται και μέσα από τις εκλογές στην Τουρκία που για τον Ερντογάν έχουμε μια υπαρξιακή διάσταση –άρα, εργαλειοποιεί εκ νέου την εξωτερική πολιτική, όσον αφορά στην σχέση του με την Δύση και ασφαλώς τον παράγοντα θρησκεία και Ισλάμ. Τώρα του δόθηκε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία, μετά το κάψιμο του Κορανίου σε κάποιες χώρες, οπότε παίζει και το ‘αντι-δυτικό’ χαρτί, με ένα αντι-αποικιακό πρόσημο, αφού ο Ερντογάν δεν απευθύνεται μόνον στο τουρκικό εκλογικό σώμα, αλλά ευρύτερα στους αραβικούς πληθυσμούς, στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Αυτό είναι και μία από τις μεγάλες φιλοδοξίες της Τουρκίας. Νομίζω ότι εδώ πρέπει να υπάρχει ένα ισχυρό όπλο εκ μέρους των δυτικών μέχρι να δούμε ποια θα είναι η επόμενη μέρα στην Τουρκία (μετά τις εκλογές). Αντιλαμβάνεστε πάντως, πως όλα αυτά αποτελούν και στοιχεία ανορθολογικής πολιτικής εκ μέρους της γείτονος –κι εδώ, είναι ένα λάθος που κάνουμε εδώ στην Ελλάδα, να θεωρούμε ότι είναι μια χώρα που λειτουργεί, ορθολογικά. Δεν είναι όμως έτσι. Κι αν θέλετε, εξαιτίας αυτής της πολιτικής της (προφανώς και γι’ αυτό υπάρχει όλη αυτή η αναθεωρητική τάση που υπάρχει) της στερεί και τα πλεονεκτήματα που θα είχε εάν είχε επιλέξει μια αλλαγή πορείας –και πάλι όμως, σχετικής και αλά κάρτ σύμπλευσης με την Δύση, όπως το αντιλαμβάνεται η Τουρκία έναντι της αυτονομίας της. Ωστόσο, στο κομμάτι της αξιοπιστίας της, είναι αυτό που κάνει την διαφορά.
Νομίζω πως το ανορθολογικό της κομμάτι εκφράζεται στο γεγονός πως η Τουρκία υπερτιμά τον εαυτό της, θεωρώντας πως θα έχουμε μια περαιτέρω επιταχυνόμενη διαδικασία, σχετικής υποχώρησης της Δύσης, οπότε αυτό το κενό της δίνει μεγαλύτερα περιθώρια να εκβιάζει, να ζητά ανταλλάγματα κ.λπ. ώστε να κρατηθεί σε μια μεγαλύτερη τροχιά.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο όμως, είναι ότι έχουμε μια στροφή πολιτικής από τις ΗΠΑ που περιμένει όμως τα αποτελέσματα των εκλογών.
Όλα αυτά, έχουν αντίκτυπο στην θέση και στον ρόλο της Ελλάδας και στα ίδια τα ελληνοτουρκικά αφού η χώρα μας, βγαίνει ξεκάθαρα αναβαθμισμένη από όλη αυτή την υπόθεση. Όπως είχε πει παλαιότερα ο Τζέιμς Μπέικερ* ‘όταν οι τεκτονικές πλάκες της Ιστορίας μετακινούνται, πρέπει κι εσύ να μετακινηθείς μαζί τους’! Αυτό λοιπόν, επηρεάζει όλες τις μεγάλες χώρες –πόσω μάλλον τις περιφερειακές δυνάμεις κ.λπ. Η Ελλάδα όμως έχει απτά οφέλη, αφού επιστρέφει στον χάρτη και πλέον αποτελεί βασικό παράγοντα της περιφερειακής ισορροπίας δυνάμεων –μεταξύ άλλων και ως ανάσχεση και αναχαίτιση της ίδιας της Τουρκίας, μέχρι τουλάχιστον να αλλάξει ρότα, όσον αφορά στο αναθεωρητικό της πλαίσιο.
• Η αλήθεια είναι πάντως, ότι τα βλέμματα όλων, είναι στραμμένα στις εκλογές που θα γίνουν στην Τουρκία. Κατά πόσο θα μπορούσε να… ξεφύγει η προκλητικότητα και να έχουμε θερμό επεισόδιο; Υπάρχει πάντα μία ανησυχία με τον Ερντογάν.
Κοιτάξτε, δεν έχουμε ακόμη όλα τα δεδομένα μπροστά μας. Ο Ερντογάν θα εκτιμήσει τα πιθανά οφέλη αλλά και το πιθανό κόστος εάν προβεί σε κάποια κίνηση (από την ρητορική ένταση σε κάποια πολεμική επίθεση). Υπάρχουν ακόμη αστάθμητοι παράγοντες π.χ. οι έρευνες της κοινής γνώμης, η αντιπολίτευση, τι θα γίνει στη Συρία, οι εξελίξεις με Σουηδία και Φινλανδία κ.λπ. Θα εκτιμήσει τα νέα δεδομένα και βεβαίως, πως θα εξελιχθούν οι σχέσεις του με την Δύση –με περαιτέρω απομόνωση. Ο Ερντογάν όμως, παραμένει ο ίδιος και είναι σιβυλλικός: προτιμούν να τον ανέχονται, να διαπραγματεύονται μαζί του –δηλαδή ο ‘τρελός’ του χωριού. Ωστόσο, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητές του ένα ενδεχόμενο να επιτεθεί στην Ελλάδα. Επιπλέον, υπάρχουν πολλά μηνύματα από όλες τις ισχυρές δυτικές πρωτεύουσες (με πρώτες τις ΗΠΑ) που είναι με το μέρος μας.
• Πάντως, στις ΗΠΑ υπάρχουν διάφορες φωνές και μάλιστα κάποιοι, επιλέγουν να κρατούν ισορροπίες απέναντι στις απαιτήσεις της Τουρκίας.
Οι ΗΠΑ έχουν προχωρήσει σε μια ‘διαμερισματοποίηση’ των σχέσεών τους με την Τουρκία. Στην Ελλάδα, προσλαμβάνουμε τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις μόνο μέσω των ελληνοτουρκικών. Αυτό είναι ένα σφάλμα. Διότι υπάρχει ένα μεγάλο τρίγωνο που περιλαμβάνει την Μέση Ανατολή, τον Νότιο Καύκασο και κατ’ επέκταση την Κεντρική Ασία, που αυτά όλα είναι θέματα που βρίσκονται πολύ ψηλά στην αμερικανική ατζέντα. Όμως, επαναλαμβάνω, είναι σημαντικό ότι το παιχνίδι παίζεται διαφορετικά (το παιχνίδι ‘μαστίγιο και καρότο’ που λένε).
Επαναλαμβάνω, είναι ακόμη πολύ νωρίς να γνωρίζουμε τι θα γίνει μετά τις εκλογές στην Τουρκία. Θα ήθελαν μια αλά κάρτ σύμπλευση μεταξύ των δύο χωρών θεωρώντας ότι είναι ωφέλιμο και για τις δύο χώρες. Άλλωστε, η Τουρκία είναι μια περιφερειακή δύναμη, αλλά δεν είναι ακόμη μια υπερδύναμη. Να σημειώσουμε ότι και η τουρκική οικονομία, παραμένει πολύ εξαρτημένη από την Δύση…
*Τζέιμς Μπέικερ: πρώην κυβερνητικός αξιωματούχος και πολιτική προσωπικότητα των ΗΠΑ, που υπηρέτησε ως 61ος υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών υπό την Κυβέρνηση Τζορτζ Χ.Ο. Μπους, από το 1989 έως το 1992 -μέλος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.