Αναβιώνει ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου η υπόθεση με κατηγορούμενο για τοκογλυφία, μετά από µήνυση γνωστού επιχειρηµατία του νησιού, ενός Ροδίτη που έχει καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ποινή φυλάκισης 12 μηνών με 3ετή αναστολή και σε χρηματική ποινή 2.000 ευρώ.
Σημειώνεται ότι ο ίδιος κατηγορούμενος είχε παραπεμφθεί και στο παρελθόν σε δίκη με την ίδια κατηγορία αλλά κρίθηκε αθώος.
Όπως έγραψε η “δημοκρατική”, ο κατηγορούμενος φέρεται στη Ρόδο στις 4 Ιουνίου 2007 να χορήγησε στον επιχειρηµατία δάνειο ύψους 30.000¤,για έξι µήνες µε εξαµηνιαίο τόκο 9,75%. Ο µηνυτής παρέδωσε στον κατηγορούµενο µια επιταγή Τράπεζας, εκδόσεως ανωνύµου εταιρείας ιδιοκτησίας του, εις διαταγή του ιδίου, ποσού 30.000ευρώ, µε λευκή ηµεροµηνία πληρωµής, την οποία οπισθογράφησε.
Επί πλέον ενέγραψε προσηµείωση υποθήκης υπέρ του ποσού των 35.000 ευρώ, επί ενός ακινήτου-οικίας, ιδιοκτησίας του. Σύµφωνα µε το κατηγορητήριο, ενώ ο µηνυτής κατέβαλε τµηµατικά στον κατηγορούµενο το ως άνω δάνειο, αυτός απαίτησε στις αρχές του 2007, ένεκα καθυστέρησης, στην ολοσχερή εξόφλησή του, να κάνει νέα προφορική συµφωνία και να εξοφλήσει το ληφθέν δάνειο σε δέκα µήνες, καταβάλλοντας 1250¤ µηνιαίως, αξιώνοντας παράνοµα και καθ’ υπέρβαση του κατά νόµο θεµιτού ποσοστού τόκου, 10% µηνιαίως.
Εξ αιτίας δε µερικής αδυναµίας καταβολής των υπερβολικών µηνιαίων τόκων από τον Ιούνιο 2008 έσπευσε να σφραγίσει την ανωτέρω επιταγή όχι στην ηµεροµηνία πληρωµής της αλλά έξι µήνες πριν, στις 30 Ιουλίου 2008. Εξέδωσε δε διαταγή πληρωµής εις βάρος του µηνυτή επιδιώκοντας να εισπράξει τόκους 100% για δέκα µήνες, καθ’ υπέρβαση του κατά νόµο θεµιτού ποσοστού τόκου, αφού ο τόκος δικαιοπραξίας το έτος 2008 ήταν 10% ετησίως και από τον Ιούλιο του 2008 ήταν 10,25% ετησίως. Τα ως άνω περιστατικά περιέγραψαν διεξοδικά στο δικαστήριο, με καταθέσεις τους, ο μηνυτής και η κόρη του.
Ο κατηγορούμενος απολογούμενος επανέλαβε τους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς, που είχε αναπτύξει και στο στάδιο της προδικασίας. Υποστήριξε συγκεριμένα ότι στόχος της σε βάρος του μήνυσης είναι να μην καταβάλει το ποσό της οφειλής και να αποφύγει την εκπλειστηρίαση ακινήτου συνιδιοκτησίας του. Υποστηρίζει ότι πράγµατι έλαβε από εκείνον την επιταγή της Τράπεζας για την εξασφάλιση της απαίτησής του, που προέρχεται από σύµβαση δανείου.
Διατείνεται όµως ότι ο εγκαλών δολίως παραλείπει να αναφέρει ότι η επιταγή αυτή αφού σφραγίσθηκε, καθώς ήταν ακάλυπτη του επιστράφηκε και ότι έχει στα χέρια του νέα, άλλης Τράπεζας. Η δεύτερη επιταγή, όπως τονίζει, δεν αποτελεί προϊόν τοκογλυφίας και του δόθηκε σε αντικατάσταση της προηγούµενης το µήνα Μάιο του έτους 2008 και όχι τον µήνα Δεκέµβριο του έτους 2007, γιατί η εταιρεία του δεν είχε τη δυνατότητα να εκδώσει µπλοκ επιταγών.
Η συµφωνία τους, όπως λέει, για την αντικατάσταση της µίας επιταγής από την άλλη, αποδεικνύεται από το από 3 Μαΐου 2008 έγγραφο, το οποίο συνυπογράφεται και από τους δύο. Υποστηρίζει παραπέρα ότι αναληθέστατα ο εγκαλών κάνει λόγο για µερική καταβολή του οφειλοµένου κεφαλαίου και τονίζει ότι στην πραγµατικότητα ούτε ένα λεπτό του ευρώ δεν έχει εισπράξει για το οφειλόµενο κεφάλαιο των 30.000 ευρώ.
Διατείνεται επιπλέον ότι ο µηνυτής δεν ανέφερε στη µήνυσή του ότι του απέστειλε δύο επιστολές µε τις οποίες τον καλούσε να του καταβάλει τις οφειλές του στις 11 Φεβρουαρίου 2008 και στις 14 Ιουλίου 2008, προσθέτοντας ότι αναγκάστηκε να εκδώσει διαταγή πληρωµής και σε σφράγισή της ενωρίτερα από τη λήξη της.
Επικαλούµενος το ως άνω έγγραφο συµφωνητικό τονίζει ότι µεταξύ τους συµφωνήθηκε ότι η δεύτερη επιταγή δόθηκε σε αντικατάσταση της ακάλυπτης σφραγισµένης, ότι µε την υπογραφή του λαµβάνει το ποσό των 975 ευρώ για συµβατικούς τόκους και ότι θα τον αποπλήρωνε το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου 2009. Υποστηρίζει ότι µετά την υπογραφή του 2ου συµφωνητικού στην κυριολεξία «εξαφανίσθηκε» για δεύτερη φορά, χάνοντας κάθε µορφής επικοινωνία µαζί του.
Την πολιτική αγωγή εκπροσώπησε ο δικηγόρος κ. Μ. Βλάχος.