Συνέντευξη του Δημήτρη Γάκη στην ΑΥΓΗ για την περιφερειακή πολιτική και τη νησιωτικότητα
Τη σημασία του εθνικού και των περιφερειακών αναπτυξιακών σχεδίων και τις ιδιαιτερότητες της νησιωτικής πολιτικής, καθώς και την ανάγκη να δοθούν σημαντικά ανταποδοτικά οφέλη στα νησιά που βιώνουν εντονότερα το βάρος της προσφυγικής κρίσης, επεσήμανε ο πρόεδρος της Επιτροπής Περιφερειών του Κοινοβουλίου, βουλευτής Δωδεκανήσου Δημήτρης Γάκης, στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Κώστα Παπαγιάννη για την ΑΥΓΗ και δημοσιεύθηκε την Κυριακή 4-3-2018.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Δημήτρη Γάκη στην ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ:
«- Την επόμενη μέρα των Μνημονίων, ποιες θα πρέπει να είναι οι βασικές πολιτικές για την ανάπτυξη, και ιδιαίτερα για την περιφερειακή ανάπτυξη;
Σήμερα, που η έξοδος από την εποχή των μνημονίων και της επιτροπείας είναι πλέον ορατή, καθώς βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα περίοδο ανάπτυξης, στόχος της Κυβέρνησης είναι η αναγκαία θωράκιση της Χώρας απέναντι σε νέες υφεσιακές απειλές ή εξωγενή σοκ. Στρατηγικός μας στόχος αλλά και όπλο μας προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να είναι καταπολέμηση των ανισοτήτων, κοινωνικών αλλά και περιφερειακών, που εντάθηκαν την περίοδο της ύφεσης, έχοντας ως στόχο ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα, που θα είναι δικαιότερο αλλά και περισσότερο βιώσιμο και όσο το δυνατό λιγότερο υποκείμενο σε εξωτερικές αναταράξεις και απειλές. Σχεδιάζοντας λοιπόν το μέλλον της Χώρας σήμερα, έχουμε στο νου μας μια ισόρροπη ανάπτυξη, που θα αναδεικνύει και θα αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε περιοχής, με έμφαση στη βιωσιμότητα και την αειφορία. Ο εθνικός σχεδιασμός πρέπει, λοιπόν, να αποτελεί άθροισμα και συνισταμένη των επιμέρους χωρικών σχεδιασμών.
– Με ποιες πολιτικές μπορεί να προστατευτεί με σύγχρονο τρόπο η νησιωτικότητα;
Όπως έχουμε πολλές φορές πει, αντιμετωπίζουμε τη νησιωτικότητα όχι μόνο ως ένα πραγματικό πρόβλημα αλλά συγχρόνως και ως έναν ανεκτίμητο πλούτο, τον οποίο οφείλουμε να διαφυλάξουμε. Στο πλαίσιο αυτό, οφείλουμε αφενός να αμβλύνουμε με υποστηρικτικές πολιτικές τα προβλήματα και τις ανισότητες, που δημιουργεί εκ των πραγμάτων η απόσταση από το Κέντρο και η δυσκολία πρόσβασης, υιοθετώντας παράλληλα πολιτικές που θα δίνουν έμφαση στην καινοτομία και θα ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα, αναδεικνύοντας τη μοναδικότητα του νησιωτικού περιβάλλοντος και της νησιωτικής ζωής. Εμπλουτίζοντας το περιεχόμενό της νησιωτικότητας θεσμικά, έτσι ώστε να αποτελέσει εργαλείο για την ανάπτυξη της Χώρας.
– Πώς μπορεί να συνεχιστεί η ανοδική πορεία του τουρισμού; Τί θα πρέπει να προσεχτεί σχετικά με τις αρνητικές επιδράσεις του στην τοπική κοινωνία των Δωδεκανήσων;
Αν ο τουρισμός αποτελεί τη «βαριά βιομηχανία» για την Ελλάδα, αυτό ισχύει κατεξοχήν βεβαίως για τα Δωδεκάνησα, που αποτελούν έναν από τους πιο σημαντικούς τουριστικούς προορισμούς της Χώρας. Τα πρόσφατα στοιχεία είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικά για τον Δωδεκανησιακό τουρισμό, ωστόσο αυτό δεν πρέπει να μας κάνει να εφησυχάζουμε ούτε και να αγνοούμε προβλήματα τα οποία πραγματικά δημιουργεί η εξαντλητική τουριστική εκμετάλλευση, ιδιαιτέρως όταν αυτή περιορίζεται τοπικά σε περιορισμένο αριθμό τουριστικών προορισμών και χρονικά σε μια σύντομη τουριστική περίοδο. Πρέπει αντίθετα, να αναζητούμε και νέες διεξόδους ανάπτυξης ενός ποιοτικού τουρισμού και προσέλκυσης νέων επισκεπτών, αξιοποιώντας νέες δυνατότητες πέρα από τον παραδοσιακό μαζικό τουρισμό, δυνατότητες που παραμένουν ουσιαστικά ανεκμετάλλευτες και περιλαμβάνουν μια σειρά από «τουριστικά προϊόντα» πολύτιμα, που μπορούν και πρέπει να προβληθούν, από την τοπική γαστρονομία, ως τον παραδοσιακό πολιτισμό των νησιών μας.
– Τι άλλες αναπτυξιακές προοπτικές έχουν τα Δωδεκάνησα πέρα από τον τουρισμό; Πού πρέπει να δοθεί έμφαση, κατά την γνώμη σας;
Σε συνέχεια όσων είπα προηγουμένως, παράλληλα και όχι ανταγωνιστικά προς την τουριστική ανάπτυξη, η οποία μπορεί να αποτελέσει μάλιστα την ατμομηχανή για την ανάπτυξή τους, ο πρωτογενής τομέας και η μεταποίηση των τοπικών προϊόντων του αγροδιατροφικού τομέα είναι στοιχεία που μπορούν να δώσουν νέα ώθηση και νέες διεξόδους ανάπτυξης των Νησιών μας. Όπως η βιομηχανία απαιτεί την ύπαρξη πρώτων υλών , έτσι και η ανάπτυξη του τουρισμού μπορεί να ενισχυθεί ποσοτικά και να εμπλουτιστεί ποιοτικά από την ανάπτυξη του πρωτογενή τομέα. Η Δωδεκανησιακή Κουζίνα για παράδειγμα, είναι ένας πλούτος που ελάχιστα έχει αξιοποιηθεί και προβληθεί. Στον τομέα του Πολιτισμού, επίσης, παρ’ ότι οι αρχαιολογικοί χώροι είναι πολλοί και εμβληματικοί, περιορισμένη είναι η ανάδειξη των επιτευγμάτων του λαϊκού πολιτισμού, από τη μουσική και τους χορούς έως τη γαστρονομία. Μια τουριστική ανάπτυξη αυτής της μορφής, μάλιστα, διαμορφώνει και ένα άλλο τουριστικό μοντέλο, με έμφαση στη μικρομεσαία παραγωγή, τη συνεταιριστική επιχειρηματικότητα, το σεβασμό στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον και την αειφορία.
-Πώς έχουν επηρεάσει οι προσφυγικές ροές την ζωή των νησιών; Ποιες θα πρέπει να είναι οι πολιτικές της κυβέρνησης για την ανακούφιση των τοπικών κοινωνιών;
Η προσφυγική κρίση των τελευταίων χρόνων υπήρξε για τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μια τεράστια δοκιμασία, η οποία, αν μπορούμε να κάνουμε σήμερα έναν απολογισμό, επιβεβαίωσε τις εμπεδωμένες αξίες του ανθρωπισμού και της φιλοξενίας και έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα αλληλεγγύης σε όλον τον κόσμο. Δεν πρόκειται όμως για μια κατάσταση που έχει παρέλθει. Εξακολουθεί να αποτελεί και σήμερα ένα πρόβλημα που πρέπει να μας απασχολεί. Ακόμη κι αν έπαψε να αποτελεί πρώτη είδηση των καθημερινών δελτίων ειδήσεων, οι πρόσφυγες είναι εκεί και οι προσφυγικές ροές δεν έχουν διακοπεί. Είναι πολλά εκείνα που γίνονται καθημερινά και πολλά επίσης εκείνα που πρέπει να συνεχίσουν να γίνονται. Με πρώτιστο μέλημα πάντα την ανθρωπιστική αντιμετώπιση του ζητήματος. Για την επίσπευση των διαδικασιών χορήγησης ασύλου. Για τη λειτουργία των δομών υποδοχής με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Για λόγους ανθρωπισμού πρωτίστως, αλλά και για τη διασφάλιση επίσης της δημόσιας εικόνας της Χώρας διεθνώς, μια εικόνα που δικαίως προβλήθηκε από τα Μέσα Ενημέρωσης όλου του κόσμου ως πρότυπο φιλοξενίας και αλληλεγγύης. Για τη διασφάλιση, τέλος, της κοινωνικής ειρήνης στα νησιά. Και σε αυτό το σημείο πρέπει και η Πολιτεία να συμβάλλει, αποδίδοντας αντισταθμιστικά οφέλη στα Νησιά, που επωμίζονται κατεξοχήν το βάρος της προσφυγικής κρίσης.
Τέλος, εκείνο που πρέπει να έχουμε πάντα κατά νου και να μην ξεχνάμε είναι ότι στη ρίζα της προσφυγικής κρίσης βρίσκεται η τραγωδία των πολέμων στην ευρύτερη περιοχή μας. Και επομένως, το αίτημα για την υπεράσπιση της Ειρήνης στην περιοχή της Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής, πρέπει να αποτελεί υπόθεση όλων των Λαών της Ευρώπης, καθώς και των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων οργανισμών.»