Τα αποδεικτικά στοιχεία της δικογραφίας που συγκεντρώθηκαν κατά την προδικασία ήταν αυτά που θεμελίωσαν τη βασιμότητα των πραγματικών περιστατικών που αποτέλεσαν τη βάση για τις αποδοθείσες κατηγορίες σε βάρος του πρώην τραπεζικού διευθυντή και κατ’ επέκταση στην παραπεμπτική πρόταση του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Σύμφωνα με την Εισαγγελική πρόταση το ύψος της ζημίας που προκάλεσε ο κατηγορούμενος στο διάστημα από 2 Φεβρουαρίου 2012 έως και 19 Ιουνίου 2015 ανέρχεται στο ποσό του 1.804.392,44 ευρώ!
Ειδικότερα, προέκυψε ότι ο πρώην τραπεζικός διευθυντής, εμφορούμενος από άμεσο δόλο πρώτου βαθμού (επιδίωξη) τέλεσε επιμέρους πράξεις εξαπάτησης σε βάρος τόσο της Τράπεζας όσο και των πελατών της, ζημιώνοντας αμφότερους και αποκομίζοντας ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος άνω των 120.000 ευρώ, κατήρτισε εξυπαρχής πλαστά έγγραφα με σκοπό να παραπλανήσει τους ανωτέρω παθόντες με περαιτέρω σκοπό επίτευξης παράνομου περιουσιακού όφελους άνω των 120.000 ευρώ, νόθευσε τα προαναφερθέντα γνήσια έγγραφα με τα ίδια αποτελέσματα και σκοπούς, επηρέασε άνευ δικαιώματος τα στοιχεία των ηλεκτρονικών υπολογιστών της Τράπεζας δια της επεμβάσεως στα προγράμματα αυτής και ειδικότερα ενήργησε τις προαναφερθείσες ηλεκτρονικές μεταφορές ποσών από λογαριασμούς των παθόντων, που αθέμιτα διείσδυσε εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του και προκάλεσε ζημία στους δικαιούχους τους άνω των 120.000 ευρώ, με αντίστοιχο δικό του παράνομο όφελος και προσέδωσε νομιμοφάνεια στα παρανόμως κτηθέντα έσοδα από τις ανωτέρω εγκληματικές συμπεριφορές αποκτώντας, κατέχοντας, διαχειριζόμενος και χρώμενος για την κάλυψη ίδιων και οικογενειακών βιοτικών αναγκών τα ποσά που απεκόμισε από τις πράξεις της απάτης και της πλαστογραφίας, αλλά και χρησιμοποιώντας το τραπεζικό σύστημα για την συγκάλυψη εσόδων που απεκόμισε από την ανωτέρω πράξη της απάτης με υπολογιστή.
Η εισαγγελική πρόταση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, όλες τις παραπάνω αληθώς συρρέουσες πράξεις της κακουργηματικής απάτης κατ’ εξακολούθηση, της κακουργηματικής πλαστογραφίας με τη μορφή της κατάρτισης κατ’ εξακολούθηση, της κακουργηματικής πλαστογραφίας με τη μορφή της νόθευσης κατ’ εξακολούθηση, της κακουργηματικής απάτης με υπολογιστή κατ’ εξακολούθηση και της διακεκριμένης κακουργηματικής νομιμοποίησης εσόδων κατ’ εξακολούθηση, τέλεσε ο κατηγορούμενος στη Ρόδο, εντός των ετών 2011 έως 2015, επανειλημμένα και εκμεταλλευόμενος την υποδομή που είχε διαμορφώσει, με σκοπό πορισμού εισοδήματος.
Μάλιστα στην εισαγγελική πρόταση επισημαίνεται ότι ο κατηγορούμενος κατά την ανακριτική του απολογία ομολογεί εν μέρει την κατηγορία, δηλώνει μετανιωμένος και εστιάζει την υπερασπιστική του γραμμή στην άρνηση κάρπωσης των ποσών που παρατύπως ανέλαβε από τους τηρούμενους στην παθούσα τράπεζα καταθετικούς λογαριασμούς. Ισχυρίζεται δηλαδή ότι μετήλθε των αποδιδόμενων σε αυτών τεχνασμάτων (ψευδείς παραστάσεις, πλαστογραφίες, νοθεύσεις κλπ) όχι προς ίδιον όφελος, αλλά με αποκλειστικό σκοπό να ενισχύσει τη θέση της τράπεζας στον διατραπεζικό ανταγωνισμό. Εντούτοις, σύμφωνα με το σκεπτικό της εισαγγελικής πρότασης, ο εν λόγω βασικός υπερασπιστικός του ισχυρισμός, όπως και όλες οι άλλες προβαλλόμενες αρνήσεις διαφόρων επιμέρους πραγματικών περιστατικών οι οποίες του αποδόθηκαν, δεν βρίσκει καμία ανταπόκριση στο αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας, από το οποίο σαφώς προκύπτει η διάπραξη των ανωτέρω υπό κρίση κακουργημάτων.
Ως προς το μέρος της πρότασης να μη γίνει κατηγορία για τέλεση του εγκλήματος της παράβασης καθήκοντος στηρίζεται στην έλλειψη στο πρόσωπο του κατηγορουμένου της ιδιότητας του υπαλλήλου. Ομοίως, αιτιολογείται ότι δεν δύναται να αποδοθεί αυτοτελώς κατηγορία ούτε για την πράξη της κακουργηματικής υπεξαίρεσης, ενόψει του γεγονότος ότι το υλικό αντικείμενο του εγκλήματος, ήτοι τα χρήματα που ήταν κατατεθειμένα στους λογαριασμούς των πελατών της τράπεζας, περιήλθε στον κατηγορούμενο κατόπιν ουσιαστικής αποπεράτωσης των εγκλημάτων της απάτης και της απάτης με υπολογιστή. Η μεταγενέστερη δηλαδή ιδιοποίηση του αυτού ποσού, συνιστώσα πραγμάτωση του ειδικού σκοπού των εγκλημάτων της απάτης και της απάτης με υπολογιστή έχει ήδη αξιολογηθεί στο πλαίσιο των ανωτέρω διατάξεων, συρρέει φαινομενικά με αυτές και απορροφάται ως ύστερη μη τιμωρητή πράξη.
Για όλους τους ανωτέρω λόγους εισηγήθηκε ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου την παραπομπή του σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων και πιο συγκεκριμένα προτείνει στο Δικαστικό Συμβούλιο την παραπομπή του κατηγορούμενου σε δίκη για τις πράξεις:
-Της πλαστογραφίας με την ειδικότερη μορφή της κατάρτισης, κατ’ εξακολούθηση με συνολική ζημία και αντίστοιχη ωφέλεια άνω των 120.000 ευρώ.
-Της πλαστογραφίας με την ειδικότερη μορφή της νόθευσης κατ’ εξακολούθηση με συνολική ζημία και αντίστοιχη ωφέλεια άνω των 120.000 ευρώ.
-Της απάτης κατ’ εξακολούθηση με περιουσιακή ζημία και αντίστοιχο περιουσιακό όφελος άνω των 120.00 ευρώ.
-Της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα τελεσθείσα.
-Της απάτης με υπολογιστή κατ’ εξακολούθηση, εκ της οποίας η ζημία που προέκυψε και το αντίστοιχο περιουσιακό όφελος, υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ.
Προτείνει επιπλέον να μην γίνει κατηγορία εις βάρος του για την πράξη της παράβασης καθήκοντος κατ’ εξακολούθηση καθώς και για την πράξη της εξακολουθητικής υπεξαίρεσης ενόψει του ό,τι πρόκειται για φαινομενικώς συρρέουσα πράξη που απορροφάται από άλλες για τις οποίες εισηγείται την παραπομπή του.
Εισηγείται τέλος την διατήρηση των περιοριστικών όρων της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισης του δύο φορές κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα που έχουν ήδη επιβληθεί στον κατηγορούμενο.
Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρίσταται ο δικηγόρος κ. Ακης Δημητριάδης.