Οι ανακοινώσεις περί των νέων –κάθε φορά– ρεκόρ αφίξεων τουριστών στη χώρα μας αποτέλεσαν τη μόνιμο επωδό της ηγεσίας του υπουργείου Τουρισμού την τελευταία 4ετία. Ευνοημένη από την αναταραχή στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, με πρώτη εστία, φυσικά, αυτήν της Τουρκίας, η Ελλάδα αποτέλεσε βασικό προορισμό ξένων τουριστών, δίνοντας ρευστότητα στους επαγγελματίες του κλάδου και, βεβαίως, έσοδα στο κράτος, που έσπευσε να υπερφορολογήσει και αυτόν τον κλάδο.
Η εποχή της αβίαστης ανόδου μοιάζει να φθάνει στο τέλος της και, πλέον, άπαντες θα πρέπει να προετοιμάζονται για μια νέα φάση. «Το ότι το 2019 θα είχαμε σταθεροποίηση είναι κάτι που το είχαμε συζητήσει μεταξύ μας αλλά και με την ηγεσία του υπουργείου Τουρισμού εδώ και πολλούς μήνες», επισημαίνει στις «Σαββατιάτικες Συναντήσεις» ο Γρηγόρης Τάσιος, ήδη από το 1992 ιδιοκτήτης ξενοδοχείου στη Χαλκιδική και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων. «Το καλύτερο δυνατό για εμάς θα ήταν να είχαμε ό,τι και το 2018», προσθέτει, εκφράζοντας, ωστόσο, την απαισιόδοξη εκτίμηση πως «ίσως τελικά κινηθούμε και σε μεγέθη χαμηλότερα του 2018».
Βασική αιτία της ασθενούς φετινής δυναμικής είναι και η επαναφορά της Τουρκίας στο προσκήνιο. Επειτα από μακρά περίοδο αναταραχών, η γειτονική χώρα επιστρέφει. «Το δυστυχές είναι να σκέφτεσαι “να καεί το σπίτι του γείτονα” για να πάρεις εσύ την υπεραξία», σημειώνει ο 46χρονος Γρηγόρης Τάσιος, εξηγώντας πως «η Ελλάδα “φορέθηκε” πολύ ως χώρα-προορισμός και πλέον επιστρέφουμε σε μια ισορροπία. Η Τουρκία επανέρχεται, όχι μόνο λόγω της υποτίμησης της λίρας και της δυνατότητας να επιδοτούνται οι αεροπορικές θέσεις (σ.σ. κάτι που δεν μπορεί να κάνει ευρωπαϊκή χώρα), αλλά και λόγω του γεγονότος ότι οι μεγάλες τουριστικές επενδύσεις στα παράλια της Τουρκίας προέρχονται από τη Γερμανία, τη Βρετανία και άλλες μεγάλες χώρες. Ολοι αυτοί, αφού πλέον έχει εξισορροπηθεί το ζήτημα της ασφάλειας, κατευθύνουν εκεί τους πελάτες τους, προκειμένου να αποσβέσουν επενδύσεις και να καταγράψουν κέρδη».
Επιλέγω η συζήτηση με τον Γρηγόρη Τάσιο, επί μακρόν συνδικαλιστή του κλάδου, να μην περιοριστεί στα συνήθη, όπως η υπερφορολόγηση του κλάδου ή η «απειλή» της Airbnb. Αλλά, να επικεντρωθεί στις χρόνιες ασθένειες του ελληνικού τουρισμού και στις λύσεις που υπάρχουν για τη θεραπεία τους.
«Φτάσαμε στο 2019 και ακόμη συζητάμε ότι δεν πάει καλά ο Μάιος. Τι άλλη απόδειξη θέλετε ότι έχουμε αποτύχει;» αναρωτιέται, σχολιάζοντας «το υπουργείο έλεγε 365 ημέρες τον χρόνο… ωραίος τίτλος. Ναι, το θέλει η χώρα, το έχει ανάγκη. Μόνον που, πρακτικώς, αυτό δεν υπάρχει πουθενά, πλην Airbnb». Οπως μου εξηγεί, υπήρξε μια προσπάθεια –με επίκεντρο την Κρήτη και τη Ρόδο– να παραμείνουν οι μονάδες ανοικτές και τον χειμώνα με πρόγραμμα απευθυνόμενο κυρίως σε επισκέπτες τρίτης ηλικίας και έσοδο μόλις 20 ευρώ ανά άτομο: «Επεκτείνουμε μεν τη σεζόν, αλλά πάλι στη λογική “ήλιος και θάλασσα” και με οριακά οικονομικά αποτελέσματα, ίσα ίσα να μην μπαίνει μέσα το ξενοδοχείο. Ε, δεν είναι αυτός ο στόχος».
Ο κ. Τάσιος υπεραμύνεται ενός σχεδίου που ναι μεν μπορεί να έχει χαρακτηριστικά all inclusive, αλλά μακριά από το μαζικό μοντέλο των τελευταίων ετών. Περιγράφει ένα πολυεπίπεδο τουριστικό προϊόν, με πόλο ένα αεροδρόμιο και περιοχές που συνδυάζουν βουνό και θάλασσα, στο οποίο αθροίζονται η «ξενοδοχία», τα τοπικά καταστήματα εστίασης και οι παραγωγοί ντόπιων προϊόντων, οι αρχαιολογικοί χώροι. «Αρκεί ο κύκλος αυτός των συμμετεχόντων να είναι ανοικτός στην πρόκληση, να συμπαραστέκεται στο πρόγραμμα με τη λογική να μη στοχεύσει στο κέρδος από την αρχή. Να συμφωνήσουμε όλοι ότι θα λειτουργήσουμε χωρίς κέρδος στην αρχή, για να κερδίσουμε πολλαπλά στη συνέχεια», σημειώνει.
Βεβαίως, κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Διότι, πέρα από την εμπλοκή των «μικρών», απαιτείται –κατά τον συνομιλητή μου– και η κινητοποίηση της ίδιας της πολιτείας, τόσο σε επίπεδο κυβέρνησης όσο, βεβαίως, και σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης. «Κάθε χρόνο δίνουμε χρήματα στους μεγάλους tour operators για να προβληθεί η Ελλάδα και μένουμε κυρίως στο “ήλιος και θάλασσα”. Θα πρέπει να πάμε και να τους πούμε: “Θα τα πάρεις, φίλε, αλλά θα τοποθετηθούμε σε δύο περιοχές-πιλότους για τα επόμενα τρία χρόνια, επί 365 ημέρες. Ετσι, θα αλλάξουν η νοοτροπία και το μοντέλο και στις μικρές ντόπιες επιχειρήσεις, που δεν έχουν εξοικειωθεί στα νέα δεδομένα και σου λένε “δεν μπορώ να αντεπεξέλθω, δεν ανοίγω». Προκειμένου να ενταχθούν και οι μικροί επαγγελματίες στην αλυσίδα, ο κ. Τάσιος προτείνει να δοθεί κίνητρο έκπτωσης ή μηδενισμού των ασφαλιστικών τους εισφορών για τις, μέχρι σήμερα, μη τουριστικές περιόδους που θα λειτουργήσουν.
Του επισημαίνω ότι όλα αυτά ακούγονται εξαιρετικά, αλλά δεν κρύβω την αμφιβολία μου για τη δυνατότητα του… κράτους, σε όλα τα επίπεδα, να τα υλοποιήσει. Ειδικά όταν υπάρχουν οι εικόνες από τη ρυπαρή Αθήνα, τους τόνους απορριμμάτων σε νησιά του Ιουνίου ή από την πολύωρη ταλαιπωρία στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας. «Δεν μπορείς να πουλάς ακριβά και να έχεις πόλεις βρώμικες, λιμάνια και συνοριακούς σταθμούς σε εγκατάλειψη», σημειώνει, προτείνοντας το τέλος διανυκτέρευσης, το οποίο ανήλθε σε 140 εκατ. ευρώ το 2018, να γίνει ανταποδοτικό, επιστρέφοντας στις ίδιες τις περιφέρειες από τις ξενοδοχειακές μονάδες των οποίων εισπράχθηκε για τη βελτίωση των υποδομών. Μάλιστα, την πρόταση κατέθεσε κατά την πρόσφατη συνάντηση της ομοσπονδίας με τον πρόεδρο της Ν.Δ. Κυριάκο Μητσοτάκη, με τον τελευταίο να δεσμεύεται να την εξετάσει.
Κλείνοντας τη συζήτηση περί τουρισμού, ρωτάω τον Γρηγόρη Τάσιο εάν το προεκλογικό κλίμα επηρεάζει την τουριστική αγορά. Η απάντησή του μάλλον απρόβλεπτη: «Ναι! Ειδικά η κίνηση το Πάσχα επηρεάστηκε, καθώς οι μισοί Ελληνες είναι υποψήφιοι στις αυτοδιοικητικές εκλογές!» λέει και γελάει. Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο εθνικών εκλογών μέσα στο καλοκαίρι, ο κ. Τάσιος δεν κρύβει την προτίμησή του. Αν και σημειώνει πως περισσότερο επηρεάζουν οι καιρικές συνθήκες παρά οι εκλογικές αναμετρήσεις τέτοιου είδους, καταλήγει: «Απλώς, εάν με ρωτούσαν εμένα ως άνθρωπο του τουρισμού, θα έλεγα ότι θέλω τις εκλογές τον Οκτώβριο. Προτιμώ ένα καθαρό καλοκαίρι για πολλούς λόγους».