Ειδήσεις

Η Ελλάδα πρέπει να ψηφίσει “Ναι” και η Ευρώπη πρέπει να ντρέπεται

Του Clive Crook
Εάν θα είχα να ψηφίσω στο αποψινό δημοψήφισμα στην Ελλάδα, που θα έριχνα την ψήφο μου; Με βαριά καρδιά θα ψήφιζα ΝΑΙ.
Στου Έλληνες τέθηκε το ερώτημα να διαλέξουν αν θα υποστηρίξουν τους όρους για την περαιτέρω οικονομική βοήθεια που προτάθηκε στην κυβέρνηση τους, σχεδόν πριν μια εβδομάδα, από την ΕΕ και το ΔΝΤ. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τους καλεί να πούνε ΟΧΙ. Τους υποσχέθηκε ότι αν πράξουν αναλόγως, θα μπορέσει να τους φέρει σε σύντομο διάστημα μια καλύτερη συμφωνία.
Τα πρόσφατα δημοψηφίσματα αναφέρουν ότι το αποτέλεσμα θα είναι οριακό. Δεν είμαι πεπεισμένος ότι αυτό θα κάνει μεγάλη διαφορά. Ασχέτως αν η Ελλάδα ψηφίσει ΝΑΙ ή ΟΧΙ, ο Τσίπρας (αν και προφανώς όχι ο υπουργός Οικονομικών του) στοχεύει να μείνει στην εξουσία. Η ψήφος δεν αλλάζει τους υπολογισμούς που θα πρέπει να κάνουν οι αντίστοιχες πλευρές αναφορικά με τις μακροχρόνιες συνέπειες. Θα είναι προς όφελος και των δύο πλευρών να έρθουν σε μια συμφωνία. Για πέντε μήνες αυτό δεν ήταν εφικτό, αλλά από κάποιο σημείο και πέρα, ακόμα και τώρα, η λογική μπορεί να επικρατήσει.
Είναι πιθανών ότι η ψήφος στο ΟΧΙ που ζητάει ο Τσίπρας για ενδυνάμωση, όπως τουλάχιστον λέει, να εκμαιεύσει μια νέα, καλύτερη προσφορά από τη Ευρωπαϊκή πλευρά. Αλλά ισορροπεί σε πιθανότητες και η ψήφος στο ΟΧΙ εμπεριέχει το μεγαλύτερο ρίσκο. Ήδη αρκετοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι έτοιμοι να δουν την Ελλάδα να χρεοκοπεί και να φεύγει από το ευρώ. Εάν οι Έλληνες ψηφίσουν ΟΧΙ, αυτή η άποψη πιθανώς να κερδίσει έδαφος και οι πιθανότητες για Grexit αυξάνονται. Ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα, η χώρα έχει πάρει μια πρόγευση του τι θα προκαλούσε η έξοδος από το ευρώ.
Αν οι ψηφοφόροι πούνε ΝΑΙ, υπάρχουν καλύτερες πιθανότητες για μια προσφοράς βοήθειας από την ΕΕ και την ΕΚΤ, που θα απομακρύνουν την χρεοκοπία και το Grexit. Τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα το ΝΑΙ είναι ο καλύτερος δρόμος για λιγότερο οικονομικό πόνο.
Υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα. Μια ψήφος στο ΟΧΙ θα ήταν μια ψήφος εμπιστοσύνης στον Τσίπρα και την ομάδα του. Θα τους άφηνε στην εξουσία με αυξημένη την αίσθηση ότι πράττουν το σωστό. Η διαχείριση της ελληνικής εξόδου, αν φτάσουμε εκεί, θα έθετε σε δοκιμασία και τον πλέον ικανό ηγέτη και ο Τσίπρας αναμφίβολα δεν είναι. Το να είναι επικεφαλής κάτω από αυτές τις συνθήκες, μετά βίας είναι ανεκτό και σαν σκέψη.
Αν ήμουν Έλληνας, θα ήθελα ο Τσίπρας να φύγει. Ένα ΝΑΙ δεν θα το έκανε σίγουρο, αλλά θα γινόταν πιο πιθανό. Επίσης, η αποχώρηση του Τσίπρα δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα αναλάβει την διακυβέρνηση μια καλύτερη κυβέρνηση, αλλά από την άλλη, αξίζει μια δοκιμή.
Με την υποταγή στην ΕΕ, η Ελλάδα ίσως ωθήσει τους πιστωτές της να είναι γενναιόδωροι στην νίκη τους. Η Ευρώπη πιθανώς να αποδεχθεί τις μακρόχρονες απαιτήσεις του Τσίπρα και αυτό που ανέκαθεν είχε νόημα για την πλευρά των πιστωτών- μια δέσμη μέτρων για ελάφρυνση του χρέους και ένα ηπιότερο προφίλ δημοσιονομικής προσαρμογής, στο τρίτο πρόγραμμα διάσωσης.
Η λογική επιλογή σε αυτά, είναι η ψήφος στο ΝΑΙ. Η πρόκληση- και δειλιάζω μπροστά της- θα ήταν κάποιος ο οποίος νιώθει αηδιασμένος από την ΕΕ και το ΔΝΤ, να τους δώσει αυτή τη νίκη. Πολύ περισσότερο, αν το λιγότερο κακό σενάριο που περιέγραψα έρθει και περάσει.
Σκεφτείτε το: Σε αυτό το σενάριο η Ευρώπη θα κατέφθανε με όρους όχι πολύ διαφορετικούς από αυτούς τους οποίους ο Τσίπρας ήταν έτοιμος να δεχθεί πριν μερικές εβδομάδες. Εάν η Ελλάδα είναι να μείνει στην ευρωζώνη, να ξεκινήσει την ανάκαμψη και να αποφύγει κοινωνικές αναταραχές, δεν έχει πολλές εναλλακτικές. Η οικονομική σταθεροποίηση της Ελλάδας και η αποκατάσταση της οικονομικής ανάπτυξης, τώρα, θα είναι πιο δύσκολη απ’ ότι πριν. Οπότε, γιατί δεν έγινε η συμφωνία;
Ο Τσίπρας, φυσικά, είναι μια απάντηση. Φαίνεται ότι εσκεμμένα εκνεύρισε τους πιστωτές. Παρ’ όλους τους κομπασμούς του, ταχύτατα απεμπόλησε τις προεκλογικές υποσχέσεις του, για τέλος των προγραμμάτων και για το τέλος των όρων. Μερικούς μήνες νωρίτερα, η απόσταση ανάμεσα στους σκληρούς δημοσιονομικούς όρους που απαιτούσαν οι δανειστές και αυτό που ήταν διατεθειμένος να δεχθεί ο Τσίπρας, ήταν μικρή. Υπό αυτή την έννοια, η Ευρώπη είχε ήδη κερδίσει.
Το σημείο εμπλοκής ήταν η απομείωση του χρέους. Και εδώ το διακύβευμα ήταν μικρότερο απ’ όσο νομίζουμε. Ευνοϊκοί όροι ήδη είχαν γίνει δεκτοί σε προηγούμενη συμφωνία. Περαιτέρω απωμείωση δεν θα αποτελούσε μέγα ζήτημα αρχών, και σύμφωνα με τους υπολογισμούς των πιστωτών, θα βοηθούσε στο να καταστεί το χρέος βιώσιμο- κάτι που τους ενδιαφέρει τόσο, όσο και τους Έλληνες. Όμως ο Τσίπρας ήθελε την απωμείωση στο τραπέζι τώρα, ως μέρος της διαπραγμάτευσης και όχι αργότερα στο πλαίσιο μιας άλλης διαπραγμάτευσης.
ΟΙ εβδομάδες περνούσαν και οι πιστωτές δήλωναν ότι δεν είναι αυτός ο τρόπος που κάνουν τα πράγματα. Όσο απίστευτο και αν φαίνεται, αυτή η μικρή διαδικαστική ένσταση αναφορικά με την απομείωση του χρέους τώρα και όχι αργότερα, είναι η αιτία που κατέρρευσαν οι διαπραγματεύσεις.
Ο Τσίπρας μπορεί να είναι αλλοπρόσαλλος και εκνευριστικός, αλλά του είναι τόσο δύσκολο να καταλάβει; Οι πιστωτές όλο τον καιρό επέμεναν στην φανερή συνθηκολόγηση του. Άλλαζαν τις λεπτομέρειες των όρων, αλλά όχι πάνω σε κάτι που ο Τσίπρας μπορεί να καυχηθεί. Οι συνομιλίες για το χρέος ήταν η μοναδική του ελπίδα ότι θα έλεγε στους Έλληνες ότι κέρδισε κάτι για λογαριασμό τους. Η συναίνεση δεν θα κόστιζε τίποτα στους πιστωτές του- λιγότερο και από τίποτα, αν αναλογιστούμε τα κόστη που αντιμετωπίζουν τώρα. Παρόλα αυτά το αρνήθηκαν.
Καταρχάς, νομίζω ότι όλο αυτό ήταν εκτός του πλαισίου μιας παραδοσιακής γραφειοκρατικής ισχυρογνωμοσύνης. Οι κανόνες είναι κανόνες. Βαθμιαία και υπό το καθεστώς μεγάλων εκατέρωθεν προκλήσεων, αυτό το χαρακτηριστικό γνώρισμα της ΕΕ έγινε αποφασιστικότητα, ώστε να γίνει αντιληπτό από τον Τσίπρα ποιος είναι το αφεντικό.
Το σωστό θα ήταν να βοηθήσουν τον Τσίπρα να χάσει με αξιοπρέπεια- να δείξουν λίγο σεβασμό στους Έλληνες που σε απόγνωση τον ψήφισαν για πρωθυπουργό. Μια τέτοια αντιμετώπιση θα έδιωχνε την αίσθηση ότι ο Τσίπρας και οι υποστηρικτές του αναγκάστηκαν να γονατίσουν. Αυτό θα ενθάρρυνε μελλοντικά πισωγυρίσματα και η Ελλάδα θα την πάθαινε ούτως ή άλλως. Αυτή η νοοτροπία στην πορεία εξελίχθηκε σε ιδέα ότι το σύστημα του ευρώ και ίσως ακόμα και η ΕΕ, να ήταν καλύτερα χωρίς την Ελλάδα.
Η επίλυση αυτής της κρίσης, η ενδυνάμωση της ευρωζώνης και η αναβίωση τους ευρύτερου Ευρωπαϊκού σχεδίου απαιτεί πολιτικούς. Αν έχει ακόμα υπάρχει κάποιος στην Ευρώπη, παραμένει σιωπηλός. Ηγετίσκοι και σχολαστικοί γραφειοκράτες κινούν τα νήματα. Και τώρα η Ελλάδα, για το καλό της, θα πρέπει να τους πει ότι κέρδισαν.
capital.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου