Τα δημοψηφίσματα στην ελληνική ιστορία του 20ού αιώνα είναι μια θλιβερή ιστορία. Ας βγάλουμε από την εικόνα τα «δημοψηφίσματα» της Χούντας (1968 και 1973), τα οποία διεξήχθησαν σε συνθήκες απόλυτης στέρησης των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών. Ας επικεντρωθούμε σε αυτά του 1920, 1924, 1935, 1946 και 1974. Και τα πέντε αυτά δημοψηφίσματα διεξήχθησαν για το Πολιτειακό ζήτημα. Ολα τους είχαν ως αντικείμενο την επιλογή μεταξύ της βασιλευομένης και της αβασίλευτης δημοκρατίας ή του προσώπου του βασιλιά. Από τα πέντε, όμως, μόνον το ένα –αυτό του 1974– διεξήχθη σε δημοκρατικό πλαίσιο. Ολα τα άλλα παρουσιάζουν χαρακτηριστικά που απάδουν των δημοκρατικών πολιτευμάτων. Η διεξαγωγή τους, άλλωστε, ήταν οργανικό τμήμα αυτού που στη συνταγματική ιστορία αναφέρεται (από τους Α. Μάνεση και Ν. Αλιβιζάτο) ως η «κρίση των θεσμών» του 1915-74. Και η διενέργεια του μόνου δίκαιου δημοψηφίσματος, το 1974, αποτέλεσε οργανικό τμήμα της υπέρβασης και επίλυσης αυτής της κρίσης.
• Το δημοψήφισμα του Νοεμβρίου 1920, στην κορύφωση του Εθνικού Διχασμού, επανέφερε στον θρόνο τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄. Η ψήφος των πολιτών υπεκλάπη με επιχειρήματα πολύ συγκεκριμένα: όπως τόνιζαν οι αντιβενιζελικοί, οι Σύμμαχοι θα ήταν υποχρεωμένοι να αποδεχθούν το αποτέλεσμα, παρά το γεγονός ότι ήδη προειδοποιούσαν ρητά πως, αν επέστρεφε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, θα άλλαζαν την πολιτική τους έναντι της Ελλάδας στο Μικρασιατικό. Αν μη τι άλλο, έλεγαν οι αντιβενιζελικοί, η Ελλάδα ήταν οφειλέτης των Συμμάχων και η καταστροφή της θα τους προκαλούσε οικονομική ζημία… Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι προειδοποιήσεις επαληθεύθηκαν: κάποιοι από τους Συμμάχους χρησιμοποίησαν ως πρόσχημα την επιστροφή του Κωνσταντίνου, η Ελλάδα απομονώθηκε διεθνώς στο μέσον της μικρασιατικής εκστρατείας, και τούτο ήταν ένα από τα αίτια της Μικρασιατικής Καταστροφής.
• Τον Απρίλιο του 1924 και τον Νοέμβριο του 1935 διεξήχθησαν δύο δημοψηφίσματα, που έδωσαν όμως διαφορετικά αποτελέσματα. Το πρώτο κατήργησε τη μοναρχία, το δεύτερο την επανέφερε. Το 1924 εξεδιώχθη και το 1935 επέστρεψε ο ίδιος βασιλιάς, ο Γεώργιος Β΄. Ωστόσο, και τα δύο δημοψηφίσματα έγιναν με τρόπο που εκβίαζε τη λαϊκή βούληση. Και το 1924 και το 1935 είχε προηγηθεί απόφαση της Βουλής είτε (το 1924) για την κατάργηση της βασιλείας είτε (το 1935) για την επαναφορά της, και ο λαός κλήθηκε απλώς να επικυρώσει το τετελεσμένο. Αξίζει να σημειωθεί ότι και τις δύο φορές αυτά τα τετελεσμένα είχαν εδραστεί στην πραξικοπηματική κατίσχυση των ακραίων του Εθνικού Διχασμού επί των μετριοπαθών της ίδιας τους της παράταξης. Το 1924, ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου και οι παγκαλικοί αξιωματικοί εξεβίασαν την αποχώρηση του Ελευθερίου Βενιζέλου από την πολιτική σκηνή, ενώ αντίστοιχα προκάλεσαν με στρατιωτικό προνουντσιαμέντο την παραίτηση του διαδόχου του, Γεωργίου Καφαντάρη. Το 1935, με ακριβώς όμοιο τρόπο, οι ακραίοι της αντιβενιζελικής πλευράς, Γεώργιος Κονδύλης και Αλέξανδρος Παπάγος, ανέτρεψαν με στρατιωτικό κίνημα τον πρωθυπουργό και αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος, Παναγή Τσαλδάρη, ανάγκασαν τη Βουλή να κηρύξει την παλινόρθωση της δυναστείας και κατόπιν προκήρυξαν το δημοψήφισμα. Και στα δύο δημοψηφίσματα έγινε, επίσης, νοθεία. Το 1924, έγραφε ο Χρ. Ξανθόπουλος-Παλαμάς στα απομνημονεύματά του, ψήφισε τέσσερις φορές ΟΧΙ σε διαφορετικά εκλογικά τμήματα. Το 1935, οι αρχές ζήτησαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες να σταματήσουν να στέλνουν εκλογικά αποτελέσματα, καθώς ο αριθμός των εκλογέων είχε ήδη συμπληρωθεί…
• Το 1946 διεξήχθη το δημοψήφισμα που επέτρεψε την επιστροφή, για μία ακόμη φορά, του Γεωργίου Β΄. Ωστόσο, το ερώτημα το 1946 ήταν, για να τεθεί το θέμα απλά, περίεργο: αφορούσε την επιστροφή του συγκεκριμένου βασιλιά, υπονοώντας ότι, εάν ανέκυπτε αποτέλεσμα υπέρ του ΟΧΙ, θα παρέμενε η ίδια δυναστεία με άλλον βασιλιά! Επιπλέον, ενώ ήταν σαφές ότι η διαδικασία θα κατέληγε σε ψήφο υπέρ της μοναρχίας, φαινόμενα νοθείας παρατηρήθηκαν, καθώς ο «ζήλος» των φιλοβασιλικών του Λαϊκού Κόμματος υπήρξε υπέρμετρος. Ολα αυτά τα δημοψηφίσματα (1920, 1924, 1935, 1946) χαρακτηρίστηκαν από μεγάλα ποσοστά αποχής: οι πολίτες, που θεωρούσαν την απόφαση ειλημμένη, δεν πήγαιναν να ψηφίσουν. Η αυξημένη αποχή, φυσικά, διευκόλυνε αυτούς που είχαν κατευθύνει τη διαδικασία, ώστε να πετύχουν ευκολότερα το αποτέλεσμα που εξ αρχής επιδίωκαν.
• Το 1974 ήταν η μόνη φορά κατά την οποία διενεργήθηκε ένα δημοψήφισμα σε συνθήκες ομαλότητας: το ερώτημα ήταν σαφές, ο χρόνος της προεκλογικής εκστρατείας θεμιτός, η έκφραση της γνώμης ελεύθερη, η συμμετοχή των πολιτών μεγάλη, και δεν είχε προδικαστεί το αποτέλεσμα. Γι’ αυτό, άλλωστε, το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 1974 έκλεισε οριστικά το Πολιτειακό, και αναγνωρίζεται ως το μόνο δίκαιο στην ελληνική σύγχρονη ιστορία. Από τις παρεμβάσεις των επιφανών συνταγματολόγων, του ΔΣΑ και του Συμβουλίου της Ευρώπης τις προηγούμενες ημέρες, καταδεικνύεται ότι το δημοψήφισμα του 1974 θα παραμείνει ως το μόνο δημοκρατικό της ελληνικής ιστορίας και στο άμεσο μέλλον.
(Ευάνθης Χατζηβασιλείου, αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας του Μεταπολεμικού Κόσμου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών)